Το κόμμα Die Linke (Η Αριστερά) στη γερμανική Βουλή κατέθεσε ερώτηση για τη στάση της γερμανικής κυβέρνησης, αναφορικά με την παραχώρηση ελληνικών περιφερειακών αεροδρομίων στη Fraport και αποκαλύπτει μια πτυχή απογύμνωσης της ελληνικής τουριστικής βιομηχανίας.

Η απάντηση της γερμανικής κυβέρνησης ήταν ασαφής σύμφωνα με τον εκπρόσωπο Χέρμπερτ Μπέρενς. «Δεν πήραμε κάποιες επαρκείς και λεπτομερείς απαντήσεις αλλά πληροφορίες αναφορικά με την αναρμοδιότητα και άλλα παρόμοια ζητήματα, τα οποία όμως δεν ήταν αντικείμενο της επερώτησης» συμπλήρωσε.

«Δεν είχαμε καμία ανάμιξη»

 Όπως δηλώνει, ούτε ήταν ενήμερη για το τι συζητούνταν στις διαπραγματεύσεις και ούτε είχε κάποια συμμετοχή. Συνοψίζοντας τα σημαντικότερα σημεία των απαντήσεων προκύπτουν τα εξής:

– Η κυβέρνηση δεν διαθέτει πληροφορίες ότι στο πλαίσιο εκδηλώσεων και συναντήσεων υπήρξαν συνομιλίες εκπροσώπων της ή «υφιστάμενων» κρατικών οργάνων για θέματα που σχετίζονται με την παραχώρηση των αεροδρομίων. Αναφορικά με την ανάθεση της διαχείρισης των αεροδρομίων στη Fraport και στον Όμιλο Κοπελούζου η γερμανική κυβέρνηση δηλώνει ότι δεν είχε καμία εμπλοκή και ότι δεν έχει γνώση για το περιεχόμενο του συμβολαίου με το ΤΑΙΠΕΔ.

– Το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων των ελληνικών περιφερειακών αεροδρομίων αποτελεί μέρος των όρων που συμφωνήθηκαν μεταξύ Αθηνών και τρόικας στο Μνημόνιο αναφορικά με το μακροοικονομικό πρόγραμμα του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM). Το Μνημόνιο στο σύνολό του υπερψηφίστηκε πρώτα από το γερμανικό Κοινοβούλιο και μετά επικυρώθηκε από τη γερμανική κυβέρνηση.

Το αδελφό κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ ασκεί δριμύ κριτική για την συμφωνία με τη Fraport  και υποστηρίζει πως βλάπτονται τα συμφέροντα της Ελλάδας. Τονίζει πως δόθηκαν μόνο τα κερδοφόρα στη γερμανική εταιρεία ενώ τα ζημιογόνα παρέμειναν στο  ελληνικό Δημόσιο.

Τα «φιλέτα»

Τα 14 αεροδρόμια είναι αυτά της Θεσσαλονίκης, της Κέρκυρας, των Χανίων, της Κεφαλονιάς, της Ζακύνθου, του Ακτίου, της Καβάλας, της Ρόδου, της Κω, της Σάμου, της Μυτιλήνης, της Μυκόνου, της Σαντορίνης και της Σκιάθου.

 

Η ανάληψη της λειτουργίας των αεροδρομίων επίκειται για το φθινόπωρο του 2016, με την ταυτόχρονη προκαταβολή του τιμήματος παραχώρησης ύψους 1.234.000.000 € από την κοινοπραξία.

 

Συνολικά, τα 14 ελληνικά περιφερειακά αεροδρόμια εξυπηρέτησαν το 2014 περίπου 22 εκατομμύρια επιβάτες και αναμένεται να ξεπεράσουν τα 23 εκατομμύρια σε επιβάτες για το 2015. Ειδικότερα, το διεθνές επιβατικό κοινό αποτελεί το 77% της συνολικής κίνησης στα 14 αυτά αεροδρόμια. Γίνεται αντιληπτό πως ξεπουλάμε τα ασημικά μας και κρατάμε τις σκουριές.

Aίτηση να υπαχθεί η Fraport στο επενδυτικό πακέτο Γιουνκέρ

Επίσης, ενώ ο νέος διαχειριστής ανακοινώνει επενδύσεις ύψους 330 εκατ. ευρώ, παράλληλα καταθέτει αίτημα χρηματοδότησης από το επενδυτικό πακέτο της Ε.Ε. ώστε να χτίσει ένα νέο αεροδρόμιο. Η συμπεριφορά αυτή είναι «αμφίβολη», δηλώνει ο κ. Μπέρενς.

 

Το ίδιο ισχύει και για τις ανακοινώσεις του διευθύνοντος συμβούλου της Fraport Στέφαν Σούλτε για ανάθεση συμβάσεων και έργων σε τοπικό επίπεδο με στόχο την εξασφάλιση θέσεων εργασίας και την ενίσχυση των τοπικών κοινωνιών. «Δεν είμαι σίγουρος», λέει ο κ. Μπέρενς, «ότι θα πετύχουν να προσλάβουν μόνο προσωπικό από τη χώρα. Το πιθανό είναι οι επενδύσεις για έργα που έχει ανακοινώσει η Fraport να έχουν ένα τέτοιο μέγεθος ώστε αναγκαστικά θα πρέπει να προκηρυχθούν [τα έργα] σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Αν σε αυτή την περίπτωση προκύψει πράγματι μια αύξηση των θέσεων εργασίας για Έλληνες, αυτό είναι γραμμένο στους αστερίσκους».

Κριτική στην παραχώρηση των αεροδρομίων στη Fraport ασκήθηκε πριν από λίγες ημέρες και σε εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στα κεντρικά γραφεία της Ένωσης Γερμανικών Συνδικάτων στο Βερολίνο. Την εκδήλωση στήριξαν συνδικάτα, κινήσεις όπως η ΑΤΤΑC και οργανώσεις και πρωτοβουλίες του αριστερού χώρου. Συνοψίζοντας την κριτική που ασκήθηκε στη συμφωνία ο συντάκτης της γερμανικής έκδοσης της «Le Monde diplomatique» Νιλς Κατρίτσκε επισημαίνει τα εξής:

 

 – Πρώτον, ένα σημαντικό κομμάτι της υποδομής που είναι σημαντική για τη βαριά βιομηχανία της Ελλάδας, δηλαδή ο κλάδος του τουρισμού, δεν ελέγχεται πλέον. Συνεπώς, η Ελλάδα δεν θα μπορεί να καθορίζει πλήρως την τουριστική πολιτική της.

 

– Δεύτερον -και αυτό είναι πιο σοβαρό και από μακροοικονομικής άποψη χωρίς κανένα νόημα- κερδοφόρες επιχειρήσεις που θα μπορούσαν να προσφέρουν σταθερά και μακροπρόθεσμα στα κρατικά έσοδα έχουν θυσιαστεί για βραχυπρόθεσμα έσοδα.

 

– Τρίτον, αν εξετάσει κανείς λεπτομερώς τη συμφωνία διαπιστώνει πόσο σκανδαλώδες είναι το εξής: ορισμένα βάρη παραμένουν στο κράτος ενώ η Fraport επωφελείται από το κέρδος. Αυτό δεν αφορά μόνο τη λειτουργία του αερολιμένα αλλά και την εμπορική χρήση του όλου χώρου. Και η ίδια η Fraport λέει ότι αυτό το τμήμα είναι το πιο ενδιαφέρον στην όλη υπόθεση.