Του Νίνου Φένεκ Μικελίδη

 

Εξαιρετική, από πλευράς επανεκδόσεων, είναι η νέα κινηματογραφική εβδομάδα, με τρία μεγάλα αριστουργήματα, όλα από ευρωπαϊκέςχώρες, κάτι που τονίζει το ρόλο και τη σημασία του ευρωπαϊκού κινηματογράφου, σε αντίθεση με τον αμερικανικό, που τα τελευταία χρόνια, με ελάχιστες εξαιρέσεις, δείχνει να βρίσκεται σε αδιέξοδο: «Περιφρόνηση» του Ζαν-Λικ Γκοντάρ, «Τα μυστήρια του οργανισμού του Ντούσαν Μακαβέγιεβ και «Στην τύχη ο Μπαλταζάρ» του Ρομπέρ Μπρεσόν.

Στις νέες ταινίες αναφέρω το γαλλικό πολιτικό θρίλερ «Εύκολος στόχος» του Ζαν-Πολ Σαλομέ και το θρίλερ μυστηρίου του Μαρκ Ρομέρο, γύρω από ένα ανεξιχνίαστο έγκλημα σε μια μικρή ισπανική πόλη. 

***** Η περιφρόνηση 

Le mepris. Γαλλία, 1963. Σκηνοθεσία-σενάριο: Ζαν-Λικ Γκοντάρ. Ηθοποιοί : Μπριζίτ Μπαρντό,  Μισέλ Πικολί, Τζακ Πάλανς,  Φριτς Λανγκ, Τζόρτζια Μολ. 103´

«Η περιφρόνηση» είναι ίσως η καλύτερη ταινία του Ζαν-Λικ Γκο-ντάρ. Παρμένη από το μυθιστόρημα του Αλμπέρτο Μοράβια, η ταινία του Γκοντάρ (Με κομμένη την ανάσα/À bout de souffle, Ο στρατιωτάκος/Lepetit soldat, Να ζήσει τη ζωή της/Vivre sa vie) περιγράφει τις σχέσεις ενός ζευγαριού, που, όταν η γυναίκα βλέπει ξαφνικά τον άντρα της να συμπεριφέρεται δουλικά, αρχίζει να τον περιφρονεί.

Εκείνος είναι συγγραφέας, που δέχεται να γράψει το σενάριο μιας ταινίας για έναν Αμερικανό παραγωγό (που υποδύεται ο Τζακ Πάλανς), που δεν είναι ικανοποιημένος με τη δουλειά του σκηνοθέτη του (το ρόλο του εαυτού του υποδύεται ο γνωστός Γερμανός σκηνοθέτης Φριτς Λανγκ). Πρόκειται για το σενάριο της Οδύσσειας, που ο παραγωγός βρίσκει πολύ ξεπερασμένο και θέλει να του δώσει μια μοντέρνα εξήγηση. Για να πληρώσει το ακριβό διαμέρισμά του και να μπορεί να συντηρεί τη γυναίκα του, ο σεναριογράφος (Μισέλ Πικολί) δέχεται την πρόταση. 

Η ταινία του Γκοντάρ στρέφεται κυρίως γύρω από τρία σημεία. Τις σχέσεις του ζευγαριού, ιδιαίτερα από τη στιγμή που η γυναίκα (Μπριζίτ Μπαρντό) αρχίζει να αισθάνεται περιφρόνηση για τον άντρα της, σχέσεις που περιγράφονται σχεδόν με αντονιονικό τρόπο –ταυτόχρονα ο Γκοντάρ μας θυμίζει με αφίσες στους τοίχους και άλλα μέσα το Ταξίδι στην Ιταλία (Viaggio in Italia) του Ροσελίνι, ταινία με παρόμοιο θέμα που είναι από τις αγαπημένες ταινίες του Γάλλου αυτού σκηνοθέτη της νουβέλ βαγκ

Δεύτερο σημείο, τα προβλήματα ενός σκηνοθέτη, που ο Φριτς Λανγκ ερμηνεύει θαυμάσια. Και τρίτο σημείο, ο κόσμος του κινηματογράφου, που ο Γκοντάρ περιγράφει με αρκετή αλήθεια, χωρίς να παραγνωρίζει τη σκληρότητα, τον κυνισμό και τις αρριβίστικες διαθέσεις των ανθρώπων που τον αποτελούν. Κεντρικός πυρήνας του κόσμου αυτού, ο παντοδύναμος παραγωγός που κατευθύνει τον σκηνοθέτη, αλλάζει όποτε θέλει το σενάριο, και όλα αυτά χάρις στα λεφτά του.

Η ταινία του Γκοντάρ είναι συνάμα ένας ύμνος στο κορμί της Μπαρντό. Οι σκηνές του γυμνού, χωρίς να πέφτουν ποτέ στο χυδαίο, περιγράφουν με θαυμασμό την ομορφιά της γυναίκας και δίνουν στο κορμί της την ομορφιά που συναντούμε στα αρχαία αγάλματα, που παραβάλλονται κάθε τόσο στην ταινία. Η σινεμασκοπική οθόνη, τα χρώματα, το τοπίο (πρόκειται για το Κάπρι και τη μεσογειακή θάλασσα) συντείνουν, ώστε να δοθεί όλη η ατμόσφαιρα του βιβλίου του Μοράβια και ο Γκοντάρ αποδεικνύεται πως και με πολλά λεφτά –η ταινία είναι αμερικανο-ιταλική παραγωγή– μπορεί να φτιάξει εκείνο ακριβώς που θέλει ο ίδιος. Κρίμα όμως, γιατί, όπως μαθαίνουμε, στην ιταλική κόπια, ο ιταλός παραγωγός άλλαξε εντελώς το μοντάζ του σκηνοθέτη, πρόσθεσε δική του μουσική, έτσι που ο σκηνοθέτης αρνήθηκε να την υπογράψει. Να που, τελικά, οι καταστάσεις που ο Γκοντάρ περιγράφει στην ταινία του έγιναν πραγματικότητα… .

***** Τα μυστήρια του οργανισμού

W.R. – Misterije organizma. Γιουγκοσλαβία/Δυτική Γερμανία. Σκηνοθεσία-σενάριο: Ντούσαν Μακαβέγιεβ. Ηθοποιοί: Μιλένα Ντράβιτς, Ιβίκα Βίντοβιτς, Γιάγκοντα Κάλοπερ. 84´ 

Ο Γιουγκοσλάβος Ντούσαν Μακαβέγιεφ, του οποίου η ταινία Η τραγωδία μιας τηλεφωνήτριας (1967) μας είχε τόσο εντυπωσιάσει όταν πρωτοπροβλήθηκε, παρουσιάζεται με την  ταινία του,  Β.Ρ. – Τα μυστήρια του οργανισμού (W.R. – Mysteries of the Organism), ως ο πιο σημαντικός σκηνοθέτης που εργάστηκε στις δεκαετίες του ‘60 και ‘70 στην κινηματογραφία της Γιουγκοσλαβίας, που αποτελούσε τμήμα του τότε λεγόμενου ανατολικού μπλοκ. 

Τα αρχικά στον τίτλο της ταινίας, W.R. (Β.Ρ), αναφέρονται στον Γερμανό θεωρητικό Βίλχελμ Ράιχ που την περίοδο της προσωπολατρείας έφυγε από τη Ρωσία και πήγε στην Αμερική για να πέσει, στη συνέχεια, θύμα του μακαρθισμού και να πεθάνει σε φυλακή της Πενσυλβάνιας, ενώ τα βιβλία του έμειναν απαγορευμένα μέχρι σχεδόν το 1960. «Το 1950, ενώ ήμουν ακόμα φοιτητής», εξηγούσε σε μια συνέντευξή του ο Μακαβέγιεφ, «ανακάλυψα ένα βιβλίο του Ράιχ, «Διαλεκτικός ματεριαλισμός και ψυχανάλυση». Μου προξένησε κατάπληξη ο συνδυασμός του Μαρξ με τον Φρόιντ, που παρουσιάζονταν σαν δυο μεγάλοι άντρες που δίδαξαν το ίδιο πράγμα, την απελευθέρωση του ανθρώπου. Εκείνο που έκανε ο Μαρξ με οικονομικούς όρους μέσα στο πλαίσιο της κοινωνίας, ο Φρόιντ προσπάθησε να το κάνει μέσα από τον ανθρώπινο οργανισμό, να σπάσει τους φραγμούς, ν’ ανοίξει τα σύνορα που περιορίζουν τη δημιουργικότητα».

Φιλμ-ντοκιμαντέρ, λοιπόν, η ταινία του Μακαβέγιεφ γύρω από τη ζωή και τις θεωρίες του Ράιχ. Ταυτόχρονα όμως και φιλμ-ντοκιμαντέρ γύρω τόσο από τη σύγχρονη Αμερική όσο και την περίοδο της προσωπολατρείας στη Ρωσία. Αλλά και φιλμ-μυθιστορία γύρω από τη Γιουγκοσλάβα ηρωίδα Μιλένα και τη φίλη της που προσπαθούν να κάνουν πράξη τα διδάγματα του Ράιχ.

Χρησιμοποιώντας τον τρόπο του «κολάζ», που τόσο έντεχνα είχε πρωτοπαρουσιάσει στην Τραγωδία της τηλεφωνήτριας για να συνεχίσει και να τελειοποιήσει στην Απροστάτευτη αθωότητα (InnocenceUnprotected, 1967), ο Μακαβέγιεφ παρατάσσει σκηνές που επιφανειακά φαίνονται ασύνδετες και άσχετες αλλά που τελικά αποδεικνύεται να έχουν μια βαθύτερη και πραγματικά συγκλονιστική –με τον τρόπο που το επιδίωκαν οι  σουρεαλιστές– σχέση: ερωτικές σκηνές από την ομάδα του Σέξπολ (την αμερικανική ομάδα που προπαγάνδιζε την «πολιτική του σεξ» μέσα από ταινίες και άλλους τρόπους), συνεντεύξεις με μαθητές και συνεργάτες του Ράιχ ή και ανθρώπους που τον γνώρισαν (ο παντοπώλης, ο σερίφης κ.λπ.), συνεντεύξεις μ’ έναν ομοφυλόφιλο και ηθοποιό της ομάδας του Γουόρχολ, μια ζωγράφο ερωτικών πινάκων, σκηνές από ένα ναζιστικό προπαγανδιστικό φιλμ για την ευθανασία, σκηνές από την πιο αντιπροσωπευτική ταινία της περιόδου της προσωπολατρείας, την ταινία του Τσαουρέλι «Ο όρκος», σκηνές από μαζικές συγκεντρώσεις στην Κίνα του Μάο, σκηνές όπου ο ηθοποιός του «επαναστατικού θεάτρου», Τούλι Κούπφερμπεργκ, γυρνάει τους δρόμους της Νέας Υόρκης ντυμένος στρατιωτικά και κρατώντας ένα μυδραλιοβόλο, ψάχνοντας να σκοτώσει τους αναρχικούς, τους κομμουνιστές και τους φοιτητές.

 

***** Στην τύχη ο Μπαλταζάρ 

Au hasar Balthazar. Γαλλία, 1966. Σκηνοθεσία-σενάριο: Ρομπέρ Μπρεσόν. Ηθοποιοί: Αν Βιαζέμσκι, Βάλτερ Γκριν,  Φρανσουά Λαφάρζ, Ζαν-Κλοντ Ζιλμπέρ.  95´

Την κακομεταχείριση ενός γαϊδουριού χρησιμοποιεί στην ταινία του αυτή (έβδομη από συνολικά εννέα ταινίες που γύρισε στη διάρκεια της καριέρας του) ο Ρομπέρ Μπρεσόν σαν ένα είδος παραβολής για να μας μιλήσει για τη σκληρότητα της κοινωνίας μας στα ζώα και τους ανθρώπους, ιδιαίτερα τις γυναίκες σε ένα επικίνδυνο, ανδροκρατούμενο  στραμμένο στο χρήμα και τα υλικά κέρδη, φτωχό πνευματικά κόσμο.



Η ζωή του Μπαλταζάρ ξεκινάει όμορφα, με τα παιδιά να τον χαϊδεύουν, να παίζουν μαζί του και να τον «βαπτίζουν». Κάποτε όμως θα μεγαλώσουν και θ´ αλλάξουν, θα μπουν σε μια κοινωνία που βασανίζει τα ζώα αλλά και τους ίδιους τους ανθρώπους.  Ο Καθολικός Μπρεσόν καταγράφει τη δραματική πορεία του Μπαλτάζαρ (ακόμη και το όνομα παραπέμπει στους τρεις μάγους με τα δώρα), σαν είδος Γολγοθά, που περνάει από εφτά σαδιστές  αφεντικά (με τον αριθμό 7 να έχει θρησκευτικές αναφορές),  από χτυπήματα, μεταφορές πολύ βαριών αντικειμένων, μαστιγώσεις, κάψιμο, ώσπου πυροβολημένο τον αφήνουν να ξεψυχήσει, σύμβολο της αθωότητας, στην άκρη ενός λόφου, με τα πρόβατα που μαζεύονται γύρω του και με συνοδεία τη Σονάτα για πιάνο του Σούμπερτ να προσφέρει στο ταλαίπωρο ζώο τη λύτρωση.

Γολγοθά που περνάει και η μικρή φίλη του, Μαρί, που μεγαλώνει μαζί του, φίλη που περνάει από πατέρα σε φίλο, για να υπακούει και να εξυπηρετεί τις ανδρικές τους απαιτήσεις  – ας μη ξεχνάμε τον παρόμοιο Γολγοθά του μικρού κοριτσιού στη «Μουσέτ», ένα ακόμη θύμα της ανδροκρατούμενης, βίαιης, αυτοκαταστροφικής κοινωνίας μας. 

Δεν χρειάζεται όμως να είσαι χριστιανός για να απολαύσεις την ταινία. Με το λιτό, μινιμαλιστικό, ελλειπτικό, αυστηρό, διανθισμένο με ποίηση (εδώ και με ατόφια συγκινηση), στιλ που τον χαρακτηρίζει, με ένα ιδιαίτερα προσεγμένο μοντάζ, με θρησκευτικές, ντοστογιεφσκικές αναφορές (πολλοί μίλησαν ήδη για τον «Ηλίθιο»), με τα ωραία, πολύ κοντινά πλάνα της μαυρόασπρης φωτογραφίας του Γκισλέν Κλοκέ να μετατρέπουν τον Μπαλταζάρ και τα πρόσωπα γύρω του σε πρόσωπα (φτάνει να θυμηθούμε εκείνο της μικρής Μαρί) και όντα από αναγεννησιακού πίνακες, σε αντίθεση με τα διάφορα σύγχρονα αντικείμενα, αυτοκίνητα, τρανζίστορ, όπλα, αλυσίδες και πολλά άλλα, που δεν εκφράζουν καθόλου το πνεύμα και τον αληθινό πολιτισμό, ο μοραλίστας Μπρεσόν μας δίνει μια απαισιόδοξη εικόνα της ματαιόδοξης  κοινωνίας μας, θέμα επίκαιρο (ο Σκολιμόφσκι κάτι γνώριζε όταν έφτιαξε το δικό του «Έο»), όπου ο άνθρωπος, αποξενωμένος από την κοινωνία, έχει μετατραπεί σε ένα κυνικό, απάνθρωπο άτομο (προαναγγέλλοντας και την πτελευταία  του ταινία, «Το χρήμα»), που ο μοναδικός του στόχος είναι το χρήμα και οι κίνδυνοι που το περιβάλλουν.

 

*** Εύκολος στόχος 

La syndicaliste. Γαλλία/Γερμανία, 2022. Σκηνοθεσία: Ζαν-Πολ Σαλομέ. Σενάριο: Φαντέντ Τρουάρ, Καρολίν Μισέλ-Αγκίρ. Ηθοποιοί: Ιζαμπέλ Ιπέρ, Γκρέγκορι Γκαντμπουά, Φρανσουά Ξαβιέ-Ντεμεζόν. 121´

Όταν απειλούνται οι θέσεις εργασίας στην πολυεθνική εταιρεία πυρηνικής ενέργειας, η ισχυρή συνδικαλίστρια Μορίν Κίρνι προσπαθεί με κίνδυνο     Σ της ζωής της, να διατηρήσει την ισορροπία ανάμεσα στο εργατικό δίκαιο και τα σχέδια της πανίσχυρης πολυεθνικής. Μια αληθινή ιστορία, πολιτικό θρίλερ με θαυμάσια ερμηνεία από την Ιζαμπέλ Ιπέρ, στο ρόλο της γυναίκας που έβγαλε στη φόρα το σχέδιο της τότε κυβέρνησης να πουλήσει κρυφά την πυρηνική τεχνολογία της στην Κίνα.

Παρόλο που ο ρυθμός δεν πετυχαίνει πάντα και το σενάριο προσπαθεί χωρίς αποτέλεσμα να συνδυάσει διάφορα γεγονότα, η ταινία κερδίζει  χάρις βασικά στην ερμηνεία της Ιπέρ.