Του Νίνου Φένεκ Μικελίδη

Σε μια από τις καλύτερες χρονιές των τελευταίων χρόνων είναι πολύ δύσκολο να κάνεις πρόγνωση για ποια ταινία θα κερδίσει το Χρυσό Φοίνικα του φετινού 76ου φεστιβάλ των Καννών.

Ταινίες που θέτουν διάφορα προβλήματα και αναπτύσσουν το δικό τους, πάντα συναρπαστικό στιλ: Από τη μια ο Βιμ Βέντερς με τον δοσμένο με ποιητική πνοή ύμνο του στον απλή ζωή και τις χαρές της στην ταινία του, «Υπέροχες μέρες», ο Κεν Λόουτς με την κοινότητα ενός ήσυχου βρετανικού χωριού να αντιμετωπίζει ξαφνικά το ρατσισμό με αφορμή την άφιξη Σύριων μεταναστών στην ταινία The Old Oak και ο Νούρι Μπίλγκε Τσεϊλάν να μας δίνει τις τρεις διαφορετικές πλευρές μιας αλήθειας σχετικά με τη συμπεριφορά ενός δασκάλου σε μια απομακρυσμένη περιοχή της Ανατιλίας στην ταινία «Τα ξερά χόρτα», και από την άλλη ο Άκι Καουρισμάκι να καταγράφει με λεπτότητα και χιούμορ τον έρωτα ανάμεσα σε δυο μοναχικούς ανθρώπους στα «Πεσμένα φύλλα», τον Μάρκο Μπελόκιο να καταδικάζει τον βίαιο θρησκευτικό προσηλυτισμό στην «Απαγωγή» και τον Νάνι Μορέτι να φτιάχνει, μεψ5ο γνωστό του χιούμορ, έναν ύμνο στον κινηματογράφο μέσα από μια ιστορία έρωτα στην ταινία «Προς ένα λαμπερό μέλλον», χωρίς να ξεχνάμε αουτσάιντερ όπως «Η ζώνη ενδιαφέροντος» του Τζόναθαν Γκλέιζερ, γύρω από και άλλη, που σου παγώνει το αίμα, εικόνα του Άαναουσβιτς μέσα από την καθημερινή, ειδυλλιακή ζωή του ναζί εγκληματία Ρούντολφ Χες και της οικογένειας του, καθώς και την ιαπωνική ταινία «Τέρας» τουανα Χιροκάζου Κόρε-Έντα, που, μέσα από τρεις διαφορετικές πλευρές, προσπαθεί να μας αποκαλύψει την αλήθεια γύρω από την έρευνα μιας μητέρας που αναζητεί να μάθει τι ακριβώς συνέβη στο γιο της στο σχολείο του.

Ταινίες που σίγουρα θα προβληματίσουν την διεθνή κριτική επιτροπή με πρόεδρο τον Ρούμπεν Όστλουντ, βραβευμένο πέρσι με τον Χρυσό Φοίνικα των Καννών για ταινία του, «Το τρίγωνο της θλίψης».

Σε ένα δικαστικό δράμα μυστηρίου,, γύρω από μια γυναίκα συγγραφέας που κατηγορείται για το θάνατο του συζύγου της, στρέφεται στην ταινία της, «Ανατομία μιας πτώσης» η Ζιζτίν Τρίετ, που είδαμε στο διαγωνιστικό τμήμα. Η ταινία αρχίζει με τη συγγραφέα, τη Γερμανίδα Σάντρα (μια πολύ καλή Σάντρα Χούλερ, ανάμεσα στα φαβορί για το βραβείο ερμηνείας), να δίνει συνέντευξη σε μια νεότερη γυναίκα, συνέντευξη που διακόπτεται εξαιτίας της εκκωφαντικής μουσικής που παίζει ο Γάλλος άντρας της στο πάνω δωμάτιο του σαλέ στις γαλλικές Άλπεις όπου ζουν. Στην επόμενη σκηνή παρακολουθούμε το γιο τους να βγάζει βόλτα το σκύλο τους, σκηνή που την ακολουθεί με το γιο να επιστρέφει και να ανακαλύπτει τον πατέρα νεκρό, πάνω στο χιόνι, με τραύμα στο κεφάλι, μπροστά στο σαλέ.

Στη δίκη που ακολουθεί, με δικηγόρο της Σάντρα, ένα παλιό φίλο, που ήταν ερωτευμένος μαζί της, προσπαθούμε ν’ ανακαλύψουμε αν το τραύμα συνέβη με το πέσιμο του συζύγου ή αν κάποιος (με μοναδική ύποπτο τη σύζυγο) τον χτύπησε και τον έσπρωξε από το παράθυρο από όπου έπεσε. Σίγουρα υπήρχαν υποψίες εξαιτίας των καβγάδων που σταδιακά αποκαλύπτονται και τη στάση του ακαδημαϊκού, αποτυχημένου όμως συγγραφέα, συζύγου, μπροστά σε μια πετυχημένη σύζυγο, ενώ η κατάθεση του σχεδόν τυφλού γιου δεν βοηθά στην εξιχνίαση.

Η Τρίετ, με τη βοήθεια ενός καλογραμμένου και με αρκετές ανατροπές, σεναρίου, στήνει μεθοδικά την όλη εξέλιξη χρησιμοποιώντας τη πτώση του θύματος για να παρουσιάσει μεταφορικά και τη πτώση στις σχέσεις του ζευγαριού, ενώ παράλληλα χρησιμοποιεί την παρουσία και κατάθεση του μικρού γιου του ζευγαριού στο δικαστήριο για να δίκει 5ο βίαιο πέρασμα του από την παιδική στην εφηβική ηλικία.

Στα θετικά της σκηνοθεσίας και η εξαιρετική, με μαεστρία, διεύθυνση των ηθοποιών, ιδιαίτερα της Χούλερ (η οποία καταφέρνει να δείξει με τον πιο φυσιολογικό τρόπο πως ακόμη και τα διάφορα ψέματα που λέει μπορούν εύκολα να περάσουν για αλήθειες), με την Τρίετ να αναπτύσσει με πειστικότητα τις λεπτομερείς καταθέσεις, παραμένοντας μέχρι και το φινάλε αντικειμενική, χωρίς ποτέ να παίρνει τη θέση της Σάντρας, αφήνοντας μας να διερωτόμαστε αν τελικά η Σάντρα είναι αθώα ή ένοχη.