Του Νίνου Φένεκ Μικελίδη

Ταινίες με μουσική και συζήτηση στο 10ο Φεστιβάλ του Κούστεντορφ, το οποίο διοργανώνει ο Εμίρ Κουστουρίτσα.

«Οι ταινίες πρέπει να γίνονται με όσα έχουμε στη διάθεσή μας και με ένα και μοναδικό σκοπό: να λένε την αλήθεια», ανέφερε ο διάσημος Φιλιππινέζος σκηνοθέτης Λαβ Ντίαζ, βραβευμένος πέρσι με το Χρυσό Λιοντάρι της Βενετίας για την ταινία του «Η γυναίκα που έφυγε» και με το βραβείο Άλφρεντ Μπάουερ καλύτερης ταινίας του Φεστιβάλ Βερολίνου, για την οκτάωρης διάρκειας ταινία του «Νανούρισμα για το θλιβερό μυστήριο».

 

Σχόλιο στη διάρκεια του master class που έδωσε το πλαίσιο του φετινού φεστιβάλ κινηματογράφου και μουσικής του Κούστεντορφ, που διευθύνει ο Σέρβος σκηνοθέτης Εμίρ Κουστουρίτσα. Ένα φεστιβάλ σε έναν απομονωμένο χώρο πάνω σ’ ένα οροπέδιο (χιονισμένο αυτή την εποχή) που δεν έχεις και πολλά να κάνεις και που, όπως μου είπε χαρακτηριστικά ο Κουστουρίτσα, σου δίνει την ευκαιρία «να βλέπεις ταινίες, να τρως, να βλέπει ταινίες και να κουβεντιάζεις γι’ αυτές».

 

2 koustedorf

 

Από τους φετινούς καλεσμένους του φεστιβάλ αυτού, που διοργανώνει εδώ και δέκα χρόνια ο σκηνοθέτης του «Underground», ο Ντίαζ  (φωτ. πάνω) μίλησε διεξοδικά για τις δυο βραβευμένες ταινίες του, που προβλήθηκαν στη διάρκεια του φεστιβάλ, τονίζοντας πως πιστεύει στη δύναμη της αφήγησης, μια και η ζωή του καθενός αποτελείται από μια αφήγηση, και πως γι’ αυτόν «η τάση για μεγάλη χρονική διάρκεια, στοιχείο που χαρακτηρίζει τις ταινίες μου, ξεκινά από την ανάγκη να βρω τον καλύτερο τρόπο να συνδυάσω το χώρο με το χρόνο», αναφέροντας, παράλληλα, πως οι ταινίες του «είναι εμπνευσμένες από τον Τολστόι και τον Ντοστογιέφσκι, γι’ αυτό και, βλέποντας τις ταινίες μου, σου δημιουργείται η αίσθηση πως διαβάζεις ένα μεγάλο μυθιστόρημα».

 

Στο δικό του master class, που έγινε μετά την προβολή της δικής του ταινίας «Στο δρόμο του Γαλαξία» (που είδαμε στο Φεστιβάλ της Βενετίας), o Κουστουρίτσα εξήγησε πως έφτιαξε τις τελευταίες του ταινίες από συνταγές του παρελθόντος, χρησιμοποιώντας την κινηματογραφική γλώσσα των δεκαετιών ’70 και ’80 και γενικότερα του 20ού αιώνα, με μια τεχνολογία που να αντιστοιχεί στους κινηματογραφικούς χώρους, με φακούς και βάθος πεδίου «που να επιδεικνύουν την ομορφιά της υπαίθρου και των τοπίων».

 

4 koustedorf

 

Η ιδιαιτερότητα του φεστιβάλ του Κούστεντορφ είναι πως μαζί με τις ταινίες επιλεγμένων, διάσημων σκηνοθετών, δίνεται η ευκαιρία σε νέους σκηνοθέτες, τελειόφοιτους κινηματογραφικών σχολών, που συμμετέχουν στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ, να έρθουν σε επαφή και να κουβεντιάσουν με γνωστούς σκηνοθέτες.

Εκτός από τον Λαβ Ντίαζ, ανάμεσα στους φετινούς καλεσμένους ήταν οι Κινέζοι σκηνοθέτες Ζανγκ Γιανγκ [φωτ. κάτω] (με την ταινία του «Η ψυχή σε αλυσίδα») και Λίου Τζίε («Ντε Λαν» – βραβείο καλύτερης ταινίας στο Φεστιβάλ της Σανγκάης), η Γαλλίδα Ζαστίν Τρίετ («Στο κρεβάτι με τη Βικτόρια») και ο Φινλανδός Άντι Τζόκινεν («Τα λουλούδια του κακού»).

 

3 koustedorf

 

 

Στο πρόγραμμα και ένα μικρό αφιέρωμα στον κλασικό γιουγκοσλάβικο κινηματογράφο με ταινίες όπως «Τα κοράκια» (1967) του Γκόρνταν Μίχιτς, «Όταν πεθάνω και χαθώ» (1969) και «Τα ποντίκια ξύπνησαν» (1967) του Ζίβοτις Πάβλοβιτς.

 

Στο διαγωνιστικό τμήμα πήραν μέρος σκηνοθέτες από Ιταλία, Γαλλία, Σερβία, Ισραήλ, Λίβανο, Ελβετία, Βρετανία, Αργεντινή, Πορτογαλία, Δανία, Ταϊβάν, Ρωσία, Ουγγαρία, Βοσνία-Ερζεγοβίνη, Νεπάλ, Ουκρανία, Κίνα, Μολδαβία και Χιλή. Ενώ, στο τμήμα μουσικής, στις μεταμεσονύχτιες συναυλίες (άλλη μια πρωτοτυπία του φεστιβάλ) ακούσαμε μουσική από τη No Smoking μπάντα του Κουστουρίτσα, τη Novi Sad Big Band, την κιθαρίστρια και τραγουδίστρια Άνα Πόποβιτς, τη σέρβικη μπάντα Van Gogh και τη διάσημη ισπανική Che Sukada, που ξεκίνησε παίζοντας στους δρόμους της Βαρκελώνης.