Του Βασίλη Κ. Καλαμαρά [vasillis.kalamaras@gmail.com]

Θυμάμαι, πάνε πάνω από δεκαπέντε χρόνια, όταν μιά μαγιάτικη βραδιά του 2004, συνάντησα τον αείμνηστο Τζορτζ Στάινερ στον περίβολο του παλαιού Πανεπιστημίου της Αθήνας. Είχε προηγηθεί η αναγόρευσή του σε επίτιμο διδάκτορα της Φιλοσοφικής Σχολής.

Σβέλτος και κινητικός στο βραχύσωμο σώμα του, μ’ ένα βλέμμα που σπινθήριζε, σου προκαλούσε ευφροσύνη η συνομιλία μαζί του. Γιατί σε κρατούσε σε εγρήγορση ψυχοπνευματική, κάτι που σπανίως συμβαίνει σ’ εμάς, τους εξ επαγγέλματος ερωτώντες. Την ίδια αίσθηση ένοιωσα, όταν μού δόθηκε η ευκαιρία να συνομιλήσω με τον φιλόσοφο Κώστα Αξελό.

Πραγματικά, ήταν  σαν να ξαναδιάβαζες μαζί του τον ‘Ομηρο, τους αρχαίους τραγικούς και τον Σέξπιρ-τι μεγάλες του αγάπες-, γιατί γνώριζε ότι η σπουδή δεν είναι κάτι θεσμοθετημένο που περνάει αποκλειστικά μέσα από τον πανεπιστημιακό λόγο. ‘Ηταν άμεσος, με μια κάποια ειρωνεία ανάμεσα στα λόγια του, που όμως δεν ήταν αποδομητική, αλλά περισσότερο καταλάβαινες την προπάθειά του να κρατήσει από το ερώτημα σου το καίριο του.

«Τα ανθρώπινα όντα είναι ζώα που διακρίνονται για την ηλιθιότητα και το μίσος τους», είπε κι αν δεν είσαι έτοιμος να καταδικάσεις το συνομιλητή σου, πρέπει εκείνη τη στιγμή να σκεφτείς τη ναζιστική βιομηχανία του Ολοκαυτώματος.

« Ο άνθρωπος είναι πιο ωμός από τα ζώα και ότι οι μόνες δραστηριότητες που τον κάνουν να ξεχωρίζει, δηλαδή η μουσική, τα καθαρά μαθηματικά και ο ποιητικός φιλοσοφικός στοχασμός είναι δραστηριότητες παντελώς άχρηστες. Δεν μπορούν δε να αναπτυχθούν, όπως δείχνει η ιστορία, παρά ως δραστηριότητες σχόλης που έχουν χρεία δούλων για να υπάρξουν».

Παραδοξολογούσε; Μάλλον όχι. Γιατί όλοι οι πόλεμοι, όλοι οι εμφύλιοι, όλες οι γενοκτονίες, «μίλησαν» με την ποίηση και μουσική του αίματος και «μαθητοκοποίησαν» τον διαμελισμό και την καύση του σώματος.

Και ανάφερε ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα από την φιλολογία της μουσικής, την όπερα «Ριέντσι» του Ρίχαρντ Βαγκνερ: «Η μουσική μπορεί να καταστεί και επικίνδυνη.  Έτυχε να την παρακολουθούν ταυτόχρονα ο Αδόλφος Χίτλερ, πάμφτωχος ακόμη, στα πιο ψηλά θεωρεία, και ένας σημαντικός εκπρόσωπος του σιωνιστικού κινήματος που καθόταν σε καλύτερη θέση. Και οι δύο είπαν αργότερα, χωριστά ο καθένας, ότι η συναυλία εκείνη ενέπνευσε στον ένα το όραμα της καθολικής επικράτησης της αρίας φυλής, στον άλλο το όραμα ίδρυσης ενός εβραϊκού κράτους στην Παλαιστίνη».

Το «άλλο» του κόσμου

Ο Τζορτζ Στάινερ αναγνώριζε την οφειλή της δυτικής σκέψης στους αρχαίους τραγικούς, γιαυτό δεν μπορούσες να μην τον ρωτήσεις επ’ αυτού: «Το τραγικό δράμα μας διδάσκει ότι οι σφαίρες του λογικού, της τάξης και της δικαιοσύνης είναι τρομαχτικά πεπερασμένες κι ότι καμιά πρόοδος στην επιστήμη μας ή στα τεχνικά μας μέσα δεν κατορθώνει να μεταθέσει τα περιορισμένα όριά τους. Έξω και μέσα στον άνθρωπο υπάρχει το “άλλο” του κόσμου.

»Δώστε του όποιο όνομα σας αρέσει: αόρατο ή κακόβουλο θεό, τυφλή μοίρα, επιταγές της κόλασης ή ωμή λύσσα του κτηνώδους αίματός μας. Αυτό το “άλλο” μας στήνει καρτέρι στα σταυροδρόμια. Μας περιγελά και μας αφανίζει. Σε ορισμένες σπάνιες περιπτώσεις, μετά την καταστροφή, μας οδηγεί σε μιαν ακατανόητη λύτρωση.

»Ξέρω πως τίποτ’ απ’ όλα αυτά δεν αποτελεί ορισμό τραγωδίας. Όμως, δεν θ’ αποτελούσε ορισμό τραγωδίας κι οποιοσδήποτε αφηρημένος προσδιορισμός. Όταν λέμε “τραγικό δράμα” ξέρουμε περίπου για τι μιλάμε. Όχι ακριβώς, βέβαια, αλλά η φράση “τραγικό δράμα” είν’ αρκετή για να μας κάνει να καταλάβουμε με τι έχουμε να κάνουμε».

Αισθάνομαι μαθητής αυτού του δασκάλου, γιατί είναι από τους ελάχιστους που μ’ έμαθε να σκέφτομαι χωρίς βεβαιότητες, χωρίς ορισμούς, χωρίς δογματισμούς, χωρίς να στρατοπεδεύω στο «καλό» ή στο «κακό». Συνειδητοποίησα ότι το σταϊνερικό φάρμακο δεν θεραπεύει με την μία γιατί δεν έχει έτοιμες απαντήσεις. Συντονίστηκα μαζί του στο να σκέφτομαι την ανθρώπινη φύση προπαντός ως αγκιστρωμένη στο παράλογο, στο παράδοξο, στο απάνθρωπο.

«Με εκπλήσσει, όσο κι αν φαίνεται αφελές σε άλλους, ότι μπορείς να χρησιμοποιήσεις τον ανθρώπινο λόγο τόσο για να αγαπήσεις, να δημιουργήσεις και να συγχωρέσεις, όσο και για να βασανίσεις, να μισήσεις, να καταστρέψεις και να εξαφανίσεις», έλεγε και από κοινού έκπληξη νοιώθαμε.