ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ:

Ίνγκβαρ Σίγκουρντστον: «Ο ήρωάς μου είναι σαν τα πρόσωπα από τα ισλανδικά έπη των Βίκινγκς»

Του Νίνου Φένεκ Μικελίδη

Τον Ισλανδό ηθοποιό Ίνγκβαρ Σίγκουρντσον, παρόλο που έχει παίξει σε περισσότερες από 70 ταινίες και τηλεοπτικές σειρές, τον πρωτογνωρίσαμε το 2015 σ’ ένα δεύτερο ρόλο, εκείνο του Ρώσου Ανατόλι Μπούκρεβ στην ταινία «Έβερεστ» του συμπατριώτη του Μπαλτάσαρ Κορμακούρ.

Σήμερα, ο 56χρονος Ινγκβαρ ξεχωρίζει στον πρωταγωνιστικό ρόλο της πολύ καλής ταινίας «Μια λευκή, λευκή μέρα» του Χλίνουρ Πάλμασον, που πρωτοβλήθηκε στην «Εβδομάδα της Κριτικής» στο περσινό φεστιβάλ των Κανών, χαρίζοντας στον Σίγκουρντσον το βραβείο ερμηνείας. Ταινία που αρχίζει να προβάλλεται από σήμερα στις αίθουσες και η οποία, μέσα από την ιστορία ενός αστυνομικού, που προσπαθεί να ανακαλύψει την αλήθεια για την  ερωτική σχέση της γυναίκας του με έναν άλλο άντρα, καταπιάνεται με θέματα όπως ο έρωτας, ο πόνος, η εκδίκηση και η λύτρωση.

Συναντήσαμε τον ηθοποιό στην Αθήνα, που είχε έρθει για να παραστεί στην προβολή της ταινία του στις «Νύχτες πρεμιέρας». Απλός, ευχάριστος, έτοιμος να συζητήσει για όλα, ο Ίνγκβαρ μου μίλησε όχι μόνο για το ρόλο του στην ταινία αλλά και γενικότερα για τη δουλειά του στον κινηματογράφο (μαζί και την εμπειρία του Χόλιγουντ) και το θέατρο.

 

  • Η ταινία ασχολείται με την απώλεια, την εκδίκηση και τη λύτρωση, όπως βλέπουμε στο εξαιρετικό, πρέπει να πω, φινάλε… Πόσο δύσκολο ήταν για σένα να αναπαραστήσεις όλα αυτά τα συναισθήματα; Αντλείς από δικές σου εμπειρίες ή τα αντιμετωπίζεις ψυχρά, αποστασιοποιημένα;
  • Δεν ξέρω να εξηγήσω ποιο τρόπο χρησιμοποιώ. Αυτό που μπορώ να σου πω είναι πως δεν είμαι ηθοποιός που ακολουθεί τη Μέθοδο. Φτιάχνω το ρόλο αργά, ξεκινώντας από το σενάριο. Μας πήρε πέντε χρόνια για να ετοιμάσουμε το ρόλο. Όταν ο Χλίνουρ (Πάλμασον) έγραφε το σενάριο είχε εμένα υπόψη του από την αρχή. Μου έστελνε τη μουσική και ότι σκεφτόταν για το σενάριο. Αυτό χτίστηκε σταδιακά για να μπορέσω να καταλάβω αυτό τον άνθρωπο. Όταν αρχίσαμε τα γυρίσματα, ήταν πιο εύκολο να φτιάξουμε το χαρακτήρα του και να δημιουργήσω την ατμόσφαιρα. Είναι εύκολο να συναντήσεις τέτοιου τύπου ανθρώπους παντού. Ο ήρωάς μου είναι σαν τα πρόσωπα από τους ισλανδικά έπη των Βίκινγκς, πρόσωπα που πρέπει να δείχνουν δύναμη, δεν δείχνουν αδυναμίες, απλώς κρύβουν τα αισθήματά τους. Ίσως να άντλησα από αυτά, υπάρχει ένα έπος «Τα έπος του Έγκιλ», με ήρωα ένα δυνατό Βίκινγκ, που είναι αγρότης, με οικογένεια, με γυναίκα, με δυο κόρες και μερικούς γιους, έναν από αυτούς, τον αγαπημένο του, τον Μπάλβα, τον έχασε, είχε πνιγεί στο ποτάμι, και δεν μπορούσε να το αντιμετωπίσει. Είχε πάθει κατάθλιψη, κλειδώθηκε στην κρεβατοκάμαρά του και η κόρη του, μια μέρα, του είπε πως δεν μπορούσε να παραμένει κλειδωμένος και εκείνη αποφάσισε πως θα έγραφε ένα ποίημα για τη λύπη του, αλλά αυτό δεν είχε κανένα αποτέλεσμα στον Μπάλβα, και έτσι αυτός αποφασίζει να ξεκινήσει σε μια αποστολή…
  • Άντλησες απλώς από τέτοια έπη, όχι από ταινίες…
  • Ναι από έπη! Κατάλαβα πως ο χαρακτήρας μου εκφράζει τέτοιους τύπους από τα έπη, είναι άνθρωπος απλός, καθόλου περίπλοκος. Έχει ένα σπίτι, δουλειά, οικογένεια, και όταν του παίρνουν κάποιον, όπως τη γυναίκα του, δεν ξέρει πώς να το αντιμετωπίσει.
  • Εμένα μου θύμισε εν μέρει την «Πηγή της παρθένου» του Μπέργκμαν, όπου κι εκεί έχεις μια παρόμοια εκδίκηση και στο τέλος λύτρωση. Η προσέγγιση είναι βέβαια διαφορετική αλλά το θέμα και τα αισθήματα είναι τα ίδια…
  • Ναι, το καταλαβαίνω…
  • Στην ανάπτυξη του σεναρίου είχες κάποια συμμετοχή πριν το τελικό σενάριο;
  • Όχι έτσι όπως το ανάφερες. Αλλά συζητούσαμε με τον σκηνοθέτη, που θαυμάζω πολύ και που αισθανόμουν τυχερός το ότι έπαιρνα μέρος σ’ αυτό που έφτιαχνε.

  • Η ερμηνεία με το μικρό κορίτσι ήταν εξαιρετική. Πώς τα κατάφερες μαζί της;
  • Δεν ήταν πολύ εύκολο αλλά τα καταφέραμε. Δεν κάναμε πρόβες πιο πριν αλλά ενδιάμεσα στις σκηνές, οι δυο μας, εγώ και το κορίτσι, χωρίς το σκηνοθέτη, προβάραμε τις σκηνές μας, τους διαλόγους μας. Τη γνώρισα μόλις τρεις βδομάδες πριν αρχίσουμε τα γυρίσματα. Συναντηθήκαμε τυχαία στην πισίνα και εκείνη με πλησίασε και μου είπε, εσύ είσαι που θα ερμηνεύσεις τον παππού μου. Έτσι ξεκινήσαμε. Ταιριάξαμε αμέσως. Είναι εξαιρετικό κορίτσι, Ήταν πολύ κρύο όταν γυρίζαμε τις σκηνές. Τα γυρίσματα ήταν στο βουνό και παγώναμε και είχα και ένα ατύχημα. Ορισμένες φορές αυτή βλαστήμαγε κι έλεγε πως δεν θα γίνει ποτέ ηθοποιός. Αλλά όταν άρχιζε το γύρισμα ήταν εκεί εκατό της εκατό, κι έκανε αυτό που έπρεπε.
  • Πήρε πολύ διάστημα το γύρισμα;
  • Έξι βδομάδες, εκτός από την πρώτη σκηνή, που το γύρισμά της πήρε δυο χρόνια γιατί θέλαμε διαφορετικές εποχές του χρόνου.
  • Φαντάζομαι πως ο τίτλος «Λευκή, λευκή μέρα» αναφέρεται στο φινάλε, εκεί καταλαβαίνεις γιατί τον διάλεξε ο σκηνοθέτης. Εσύ είχες υπόψη σου αυτό από την αρχή, το ότι θα είχες ένας είδος επαφής με το νεκρό;
  • Δεν το είχα υπόψη μου από την αρχή, αλλά η ιδέα αυτή ξεκίνησε όταν ο Χλίνουρ βρήκε τη φράση σ’ ένα βιβλίο, γραμμένο από τον Γιον Κάλμαν, που αναφέρεται σε ένα παλιό ρητό, όταν η ατμόσφαιρα είναι λευκή, και δεν μπορείς να ξεχωρίσεις τον ορίζοντα εξαιτίας του χιονιού ή της ομίχλης, τότε είναι η στιγμή που μπορείς να μιλήσεις στους νεκρούς. Η ιδέα παραμένει μέσα σου αλλά δεν την σκέφτεσαι όλη την ώρα.
  • Φαντάζομαι ότι αυτό προσπάθησε να δώσει η Μάρτα φον Χάουσβολφ με φωτογραφία της, ιδιαίτερα στις εξωτερικές σκηνές…
  • Ναι, ακριβώς, περιμέναμε πάντα να υπάρχει ομίχλη κι έπρεπε να αντιδρούμε όταν τελικά την είχαμε.

  • Με τη μουσική τι ακριβώς έγινε; Τη γνωρίζατε από την αρχή των γυρισμάτων;
  • Αρχικά ο Χλίνουρ είχε άλλον συνθέτη, τον Κόλιν Στέτσον, πολύ καλό σαξοφωνίστα και πειραματιστή με τη μουσική του, αλλά δεν ήταν διαθέσιμος, κι έτσι βρήκε άλλον, τον Έντμοντ Φίνις, Άγγλο συνθέτη, που η μουσική του ταίριαζε τέλεια στην ταινία.
  • Έχεις παίξει και σε αμερικάνικες ταινίες, όπως το Justice League για παράδειγμα. Πώς ήταν η εμπειρία σου εκεί;
  • Είναι περίπου η ίδια αλλά στο Χόλιγουντ μοιάζει σαν να εργάζεσαι σε εργοστάσιο, εργοστάσιο που φτιάχνει ρούχα, για παράδειγμα. (γελάει) Έχεις ένα τέτοιο εργοστάσιο κι έχεις κι άλλα μικρότερα. Αλλά η εμπειρία είναι πάντα η ίδια και εργάζεσαι με διάσημους ηθοποιούς που ανακαλύπτεις πως είναι σαν κι εσένα, θέλουν να είναι καλοί και να δώσουν τον καλύτερο εαυτό τους όπως κι εσύ.
  • Μερικοί Ευρωπαίοι σκηνοθέτες που μίλησα στο παρελθόν μαζί τους και οι οποίοι εργάστηκαν στο Χόλιγουντ δεν ήταν καθόλου ευχαριστημένοι. Βέβαια αυτό αφορούσε βασικά τη σκηνοθεσία και όχι την ερμηνεία. Με τους ηθοποιούς φαντάζομαι να μην είναι τόσο δύσκολο…
  • Ναι. ‘Όταν βέβαια είναι τόσο μεγάλη και πολυέξοδη παραγωγή αισθάνεσαι τη δύναμη των παραγωγών και καταλαβαίνω τις δυσκολίες των σκηνοθετών να αντιμετωπίσουν μια τέτοια κατάσταση όπου εκείνο που γι’ αυτούς προέχει είναι το χρήμα. Αλλά σε χαμηλού κόστους ταινίες τα πράγματα είναι πιο εύκολα.

  • Πόσο δύσκολο ήταν να εργαστείς σε μια ταινία όπως το «Έβερεστ» του Μπαλτάσαρ Κορμακούρ;
  • Ήταν κάτι το καταπληκτικό. Ήταν μια μεγάλη πρόκληση. Δεν πήγα στα γυρίσματα στη Νεπάλ αλλά πήγα σ’ εκείνα που έγιναν στην Ιταλία, στις ιταλικές Άλπεις και στα στούντιο της Τσινετσιτά στη Ρώμη και σ’ εκείνα του Πάινγουντ στο Λονδίνο. Ήταν κάτι το ξεχωριστό. Ερμήνευα τον Ρώσο Ανατόλι Μπούκρεφ τον οποίο κατηγορούσαν υπεύθυνο για τις σκηνές με το ατύχημα όπου άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους. Τον κατηγορούσαν επειδή αρνιόταν να χρησιμοποιήσει οξυγόνο και δεν πήγαινε στην κορφή. Ο ίδιος έγραψε δυο βιβλία για την εμπειρία του αυτή όπου  εξηγούσε τι ακριβώς συνέβη, που δεν ήταν υπεύθυνος για το τραγικό ατύχημα.
  • Θα συνεργαζόσουν ξανά με τον Κορμακούρ;
  • Ναι, βέβαια, είμαστε φίλοι, σπουδάζαμε μάλιστα μαζί στη δραματική σχολή. Αλλά για το ρόλο στο «Έβερεστ» πήγα σε οντισιόν και συναγωνίστηκα με δυο Ρώσους ηθοποιούς αλλά τελικά πήρα το ρόλο.
  • Πρόσφατα, ο ισλανδικός κινηματογράφος, με το ‘Έβερεστ», με αυτή σήμερα την ταινία και μερικές άλλες, κατάφερε να γίνει παγκόσμια γνωστός, ενώ πριν δεν τον γνωρίζαμε…
  • Ναι, έγινε είδος μάρκας τώρα. Παλιότερα είχαμε κάθε τόσο μια ταινία που ξεχώριζε, ενώ τώρα, συνέχεια έχουμε εξαιρετικές ταινίες.
  • Παρακολουθείς τέτοιες ταινίες;
  • Όχι τις δικές μου. Τις άλλες τις βλέπω. Βλέπω όλες τις ισλανδικές ταινίες.
  • Τι σε έκανε να γίνεις ηθοποιός;
  • Ήθελα από μικρός, όταν ήμουνα τινέιτζερ. Οι γονείς μου δεν είχαν καμιά σχέση με την τέχνη αλλά τους άρεσε η τέχνη και πήγαινα από μικρός μαζί τους στο θέατρο. Ο πατέρας μου δεν παρακολουθούσε ποδόσφαιρο όπως έκαναν άλλοι γονείς, προτιμούσε καλλιτεχνικές εκδηλώσεις. Το ότι έγινα ηθοποιός ήταν τυχαία. Ένας φίλος μου ζήτησε να πάρω μέρος σε μια ερασιτεχνική ομάδα. Δεν δέχτηκα αλλά επέλεξα να πάω σε ένα εργαστήριο θεάτρου, και λίγο αργότερα ένας άλλος φίλος μου ζήτησε να παίξω μαζί του σ’ ένα έργο. Κι έτσι ξεκίνησα…
  • Έχεις εργαστεί και στο θέατρο;
  • Ναι, πάρα πολύ.
  • Ξεκίνησες στο θέατρο;
  • Ναι. Έπαιξα σε όλα τα είδη των έργων. Είχα συμβόλαιο για δέκα χρόνια με το Εθνικό Θέατρο του Ρέκιεβικ. Ύστερα ίδρυσα τη δική μου θεατρική ομάδα, μαζί με άλλα 13 πρόσωπα. Είχαμε επιτυχία και κάναμε διεθνή τουρνέ, από το 2001. Με έργα όπως το «Ρωμαίος και Ιουλιέτα», «Βόιτσεκ», «Φάουστ» «Μεταμόρφωση», και διάφορα άλλα.
  • Και μια τελευταία, πιο γενική, ερώτηση: η Ισλανδία είναι πολύ κοντά στην Αρκτική, όπου τελευταία τα χιόνια έχουν αρχίσει να λιώνουν και να δημιουργούν τεράστια προβλήματα. Φαντάζομαι αυτό να είναι ένα άμεσο και πιο ουσιώδες πρόβλημα για σας. Πώς το αντιμετωπίζουν οι συμπατριώτες σου;
  • Αλλάζουμε την άποψή μας, έχουμε αρχίσει να αντιμετωπίζουμε σοβαρά τη φύση. Οι παγετώνες λιώνουν αργά αλλά επικίνδυνα και πρέπει, σίγουρα, να πάρουμε ένα πιο ενεργό μέρος στις προσπάθειες που γίνονται παγκόσμια για να βρεθεί μια όσο το δυνατό πιο γρήγορα λύση, πριν είναι αργά.