Στον διεισδυτικό τρόπο παρουσίασης των επιπτώσεων της αποικιοκρατίας και των βιωμάτων της προσφυγιάς οφείλει την βράβευση του με το φετινό Νόμπελ Λογοτεχνίας ο Τανζανός μυθιστοριογράφος Αμπντουλραζακ  Γκούρνα σύμφωνα με το σκεπτικό βράβευσής του από την Σουηδική Ακαδημία.

Γεννημένος το 1948 στη Ζανζιβάρη πήγε ως μετανάστης στη Βρετανία  μιλώντας τη μητρική του γλώσσα σουαχίλι. Στα 21 του χρόνια ως φοιτητής μιλούσε και έγραφε στα αγγλικά. Σπούδασε  και πήρε το διδακτορικό του από το Πανεπιστήμιο του Κεντ,  το 1982.Μέχρι την πρόσφατη συνταξιοδότησή του  ήταν Καθηγητής και Διευθυντής Μεταπτυχιακών Σπουδών στο Τμήμα Αγγλικών του ίδιου πανεπιστημίου.

Εστίασε το ενδιαφέρον του στην  μετα-αποικιακή γραφή και την  αποικιοκρατία, ιδιαίτερα  στην Αφρική, την Καραϊβική και την Ινδία. Εχει γράψει 10 μυθιστορήματα έχει επιμεληθεί δύο τόμους «Δοκίμια για την Αφρικανική Γραφή», έχει δημοσιεύσει άρθρα για μια σειρά σύγχρονων συγγραφέων, συμπεριλαμβανομένων των V. S. Naipaul, Salman Rushdie και Zoë Wicomb. Κατοικεί στο Brighton του Ηνωμένου Βασιλείου.

Από τα πιό γνωστά μυθιστορήματά του είναι το Paradise (1994) που βρέθηκε στη βραχεία λίστα για το βραβείο Booker. Στα ελληνικά  δεν έχει μεταφραστεί  κανένα από τα έργα του. Είναι όλα αφιερωμένα σε προσωπικά βιώματα σχετικά με την ταυτότητα και τον εκτοπισμό και πώς αυτά διαμορφώνονται από τις κληρονομιές της αποικιοκρατίας και της δουλείας.

 Οι χαρακτήρες των μυθιστορημάτων του ανατέμνουν την ψυχή αυτού που άφησε πίσω την πατρίδα του με ανάμεικτα αισθήματα πικρίας και ενοχής κόβοντας τους δεσμούς αίματος με την γη που τον γέννησε, τον πολιτισμό και τα πρόσωπα της οικογένειάς του. Στα έργα του αναφέρεται  στον καταστροφικό αντίκτυπο που έχει η μετανάστευση με την έννοια του εκτοπισμού που ο ίδιος γνώρισε στα 17 του χρόνια.