ΜΠΕΡΛΙΝΑΛΕ 73: Η ομορφιά του γουέστερν και η ατμόσφαιρα του νουάρ κυριαρχούν στην αυστραλέζικη ταινία «Limbo»

Του Νίνου Φένεκ Μικελίδη

Από το αμερικανικό γουέστερν, ιδιαίτερα στη χρήση των απέραντων, γυμνών τοπίων, με μια φλέβα φιλμ νουάρ, εμπνέεται από Αυστραλός σκηνοθέτης Ίβαν Σεν, για την ταινία του «Limbo», που είδαμε στο διαγωνιστικό τμήμα της φετινής Μπερλινάλε.

Ο ντετέκτιβ Τράβις Χάρλεϊ (εξαιρετικός στο ρόλο ο Σάιμον Μπέικερ, που είχαμε πρωτογνωρίσει στην ταινία «Λος Άντελες, άκρως εμπιστευτικό») φτάνει στο ξενοδοχείο Limbo, χαμένο σε μια απόμακρη βραχώδη περιοχή της Αυστραλίας για να επανεξετάσει την εξαφάνιση και πιθανή δολοφονία της Σάρλοτ Χέινς, ενός ιθαγενούς κοριτσιού, πριν από 20 χρόνια, με βάση τις ηχογραφήσεις των τότε μαρτύρων. Δυσκολεύεται όμως, όντας όχι απλώς αστυνομικός αλλά και λευκός, να πείσει τη τη διαλυμένη οικογένεια του κοριτσιού να του μιλήσει.

Οι συναντήσεις του με τα διάφορα μέλη της (τη μητέρα, τα γεμάτα ερωτήματα κορίτσι της, μαζί κι ένα έφηβο αγόρι που κινδυνεύει να αφεθεί σε μια άχρηστη ζωή, τον ηλικιωμένο αδερφό ενός από τους ύποπτους για την εξαφάνιση της Σάρλοτ) δίνουν την ευκαιρία για ωραίες σκηνές και τη δημιουργία ενός μυστηρίου, δεμένου όμως με την θλιβερή κατάσταση των αυτόχθονων, εγκαταλειμμένων στη μοίρα τους κατοίκων. Ανθρώπων λησμονημένων, αφημένων σε ένα limbo, όπως και ο ίδιος ο Τράβις, ένα χώρο μέσα από τον οποίο αναζητούν την ελευθερία και τη λύτρωση.

Με φόντο τα βουνά του οπάλιου, με τα απέραντα γυμνά τοπία και τους κάτασπρους σωρούς από χώμα, που θυμίζουν τόσο τοπία του γουέστερν (που θυμίζουν ταινίες του Μπαντ Μπέτικερ και του Ραούλ Γουόλς), φωτογραφημένα σε μαυρόασπρο φιλμ από τον ίδιο τον σκηνοθέτη (που έγραψε και το σενάριο και έκανε και το μοντάζ της ταινίας), όσο και την ατμόσφαιρα του φιλμ νουάρ (που τονίζει ο με διάφορα ψυχολογικά προβλήματα ο χαρακτήρας του ντετέκτιβ), ο Ίβαν Σεν έφτιαξε μια από τις πιο συναρπαστικές, με ωραίο σενάριο και εξαιρετική ατμόσφαιρα ταινία.

Τακτικός επισκέπτης της Μπερλινάλε, με πέντε ήδη ταινίες του στο διαγωνιστικό (ανάμεσά τους και «Η νύφη του νερού» το 2020), ο Κρίστιαν Πέτζολντ εκπροσωπήθηκε φέτος με την ταινία του «Κόκκινος ουρανός» (Roter himmel). Η ιστορία τεσσάρων νεαρών φίλων που περνούν τις διακοπές τους σ’ ένα σπίτι στο δάσος, κοντά στη Βαλτική θάλασσα, και που κινδυνεύουν όταν το δάσος αρπάζει φωτιά.


Η ιστορία αρχίζει με δυο φίλους, τον Λέον και τον Φέλιξ, που φτάνουν στο σπίτι με στόχο, εκτός από τις διακοπές, να εργαστούν: ο Λέον για να γράψει το δεύτερο μυθιστόρημά του και ο Φέλιξ να ετοιμάσει ένα φωτογραφικό πορτφόλιο. Στο σπίτι βρίσκονται ήδη η Νάντια και ο Ντέβιντ, που, αν και ο Φέλιξ είναι πρόθυμος να τους δεχτεί, η παρουσία τους προκαλεί προβλήματα στον Λέον. Ο θόρυβος όταν το ζευγάρι κάνει έρωτα τη νύχτα, η φιλία που αρχίζει να αναπτύσσεται ανάμεσα στον Φέλιξ και τον Ντέβιντ, κάνουν τον Λέον να συμπεριφέρεται απότομα, σ έχουν εχθρικά. Ο βασικός λόγος βέβαια είναι ο φόβος του πως το μυθιστόρημά του δεν άρεσε στον εκδότη του, που τώρα περιμένει την επίσκεψη και τα σχόλια του.

Με βάση ένα καλογραμμένο σενάριο, ο Πέτσολντ εστιάζει την κάμερά του στην ανάπτυξη των χαρακτήρων, ιδιαίτερα του Λέον, ανθρώπου που πιστεύει πως όλα στρέφονται γύρω από τον εαυτό του και πως οι άλλοι ειτε τον αγνοούν είτε τον αντιμετωπίζουν ως ηλίθιο.

Ώσπου φτάνει στο σημείο να παρεξηγεί την ευγένεια, την κατανόηση και τη συμπάθεια που του δείχνουν τα άλλα τρια πρόσωπα (ιδιαίτερα η Νάντια), αντίθετα πιστεύοντας πως τον θεωρούν ατάλαντο και ηλίθιο. Η εξέλιξη όμως της πυρκαγιάς και και το δράμα που ακολουθεί θα ανατρέψει τα πάντα. Ο Πέτσολντ καταγράφει με το σωστά ελεγχόμενο ρυθμό, την πορεία αυτή των τεσσάρων φίλων, συνδυάζοντας αρμονικά το χιούμορ με το δράμα και αποσπώντας καλές ερμηνείες από όλους τους ηθοποιούς του, με επικεφαλής τον Τόμας Σούμπερτ που εκφράζει με την ίδια ευαισθησία και δύναμη τις διάφορες ψυχολογικές φάσεις του Λέον.