Του Νίνου Φένεκ Μικελίδη

***** Η άγρια αχλαδιά

Ahlat Agaci. Τουρκία, 2018. Σκηνοθεσία: Νούρι Μπίλγκε Τσεϊλάν. Σενάριο: Ακίν Ακσού, Έμπρου Τσεϊλάν, Νούρι Μπίλγκε Τσεϊλάν. Ηθοποιοί: Ντόγκου Ντεμιρκόλ, Μουράτ Τσεμτσίρ, Μπένου Γιλντιριμλάρ, Χαζάρ Εργκουρτσλούρ. 188´

Στο μελαγχολικό τοπίο που μας γνώρισε με τις ταινίες του, «Χειμερία νάρκη» (Χρυσός Φοίνικας των Κανών, 2014) και «Κάποτε στην Ανατολία» (Μέγα Βραβείο της επιτροπής, Κάνες 2011), επιστρέφει με τη νέα του ταινία, «Η άγρια αχλαδιά», ο Νούρι Μπίλγκε Τσεϊλάν.

Μια ταινία που, όπως και οι άλλες ταινίες του πιο σημαντικού αυτού δημιουργού όχι μόνο του σύγχρονου τουρκικού κινηματογράφου αλλά και γενικότερα του παγκόσμιου κινηματογράφου, χρειάζεται μια διαφορετική, ήρεμη προσέγγιση, μια και η διάρκειας της (λίγο περισσότερο από τρεις ώρες), δεν ακολουθεί τη συνηθισμένη συνταγή των εμπορικών ταινιών αλλά απαιτεί μια διαφορετική αντιμετώπιση για να σε παρασύρει (αν είσαι έτοιμος να το δεχτείς) στον δικό της, όμορφο, ποιητικό ταυτόχρονα, συναρπαστικό δρόμο, ένα δρόμο που έχει πολλά να σου προσφέρει, ιδιαίτερα όλα εκείνα που δεν μπορεί, ούτε προσπαθεί, να σου προσφέρει ο υποτιθέμενος απλός, εύπεπτος, άδειος από ιδέες, χολιγουντιανός κινηματογράφος.

Η άγρια αχλαδιά του τίτλου της ταινίας του Τσεϊλάν παραπέμπει στο βιβλίο που θέλει να εκδώσει ο Σινάν, ο νεαρός ήρωας της ταινίας, απόφοιτος του πανεπιστημίου, που επιστρέφει στο πατρικό του σπίτι, στο Τσανακάλε, ένα παραλιακό χωριό του, κοντά στα ερείπια της Τροίας. Επιστροφή στις ρίζες αλλά και επανένωση τον πατέρα του, τη γη, τη φύση κι ένα διαφορετικό, πιο ανθρώπινο, τρόπο ζωής.

Ο Σινάν, που αρχικά βλέπει τη μελλοντική ζωή του στην  επαρχία με απογοήτευση (θα κάνει τη στρατιωτική θητεία του και θα γίνει δάσκαλος, όπως ο πατέρας του, σε κάποιο απόμερο χωριό), ιδιαίτερα όταν ανακαλύπτει πως ο πατέρας του ξοδεύει τα λεφτά του στο τζόγο, περιφέρεται, στην αρχή άσκοπα, στους χώρους, συναντά διάφορα πρόσωπα, μια πρώην συμμαθήτρια, τον παππού και τη γιαγιά του, παλιούς φίλους, με τους οποίους κάνει διάφορες (κάπως μεγάλης διάρκειας αν και πάντα ωραίες και έξυπνες) συζητήσεις και σταδιακά, μέσα από τις επαφές μαζί τους αρχίζει να ανακαλύπτει το μυστικό πίσω από την άγρια αχλαδιά του βιβλίου του (βιβλίο που όταν τελικά καταφέρνει να το εκδώσει, ανακαλύπτει πως κανένας στο χωριό δεν το έχει διαβάσει εκτός από τον πατέρα του), την αξία των βασικών παραδόσεων, της αξιοπρέπειας και της ζωής.

Με τον Τσεϊλάν να αντιμετωπίζει με το δικό του, εντελώς προσωπικό τρόπο, τα κοινωνικά και πολιτικά προβλήματα της χώρας του, πετυχαίνοντας να συνδυάζει, με τρόπο εξαίρετο τη λογοτεχνική, μαζί και τη φιλοσοφική, πλευρά του έργου του (πλευρά που έχει κάτι από τον Τσέχοφ), με μια το ίδιο, αβίαστη, εξαίρετη κινηματογραφική προσέγγιση (που, από κινηματογραφικής πλευράς δεν απέχει πολύ τόσο από εκείνη του Αντονιόνι όσο και του δικού μας Αγγελόπουλου), με ένα λιτό, καλαίσθητο, καταληπτό, διανθισμένο με χιούμορ, τρόπο, αποσπώντας, όπως πάντα εξαιρετικές ερμηνείες από τους πρωταγωνιστές του.

Συνολικά πρόκειται για μια από τις πιο δυνατές, όμορφες, μελαγχολικές μαζί και απολαυστικές (παρά τη μεγάλη της διάρκεια) ταινίες που είδαμε πρόσφατα. Αυτό που μπορώ να πω είναι πως η νέα χρονιά άρχισε με μια από τις πιο σημαντικές ταινίες της, πράγμα που δύσκολα θα ξεπεραστεί στους μήνες που θα ακολουθήσουν.