Άποψη πάνω στην «Περσεφόνη» του Γιάννη Ρίτσου, σε σκηνοθεσία της Άσπας Τομπούλη, στο θέατρο Φούρνος.

Η «Περσεφόνη», (1965- 1970 ), κείμενο – μονόλογος του Γιάννη Ρίτσου από την Τέταρτη Διάσταση, είναι ελευθερόστιχο ποίημα για την ελευθερία της επιλογής και το ερωτικό πάθος. Αφορά στην απελευθέρωση του ανθρώπου μέσα από την εκπλήρωση της ερωτικής επιθυμίας.

Το θέμα του μύθου δίνει την ευκαιρία στον Ρίτσο να το ανατρέψει, καθώς ακολουθεί την εκδοχή του Andre Gide, σύμφωνα με το οποίο η Περσεφόνη κατεβαίνει στον Άδη οικειοθελώς. Το κείμενο είναι τολμηρό, ρέον, καίριο, καλαίσθητο και αισθησιακό.
Η παράσταση ορίζεται ως ζεστή, πολύχρωμη, με καλλιέπεια και εύγλωττη απλότητα, καθώς προβλήθηκαν επαρκώς οι νοηματικοί άξονες και η δομή της θεατρικής συνθήκης χαρακτηρίζεται αβίαστα συμπαγής.

Σκηνοθεσία:

Η σκηνοθέτιδα Άσπα Τομπούλη «χρησιμοποίησε» το κείμενο, με πίστη και ευαισθησία, αλλά κυρίως με έμπνευση, αναδεικνύοντας την ισχυρή ερωτική διάθεση της ενήλικης Περσεφόνης που επισκέπτεται την εξοχική της κατοικία, αλλά και της έφηβης Περσεφόνης, [υδάτινη Κυανή ]. Η σκηνοθετική οργάνωση υλοποιείται με μία «χορογραφική» εύπλαστη κίνηση, διαπνεόμενη από βαθιά εσωτερικότητα και λυρισμό.

Αυτά τα στοιχεία συνομιλούν με το θεατή, ο οποίος εισπράττει την χειμαρρώδη εξομολόγηση των δύο πρωταγωνιστριών, καθώς τον ακουμπά η αφήγηση του λόγου. Λόγος, έκφραση και κίνηση ενοποιούνται σε ένα κρεσέντο ιστορικής μνήμης, υπαρξιακού προβληματισμού, αντιθέσεων, μεταφορών και συμβολισμών. Έτσι το κοινό γεύεται την αύρα ενός πολυφωνικού καλλιτεχνικού προϊόντος με προσεγμένη αισθητική.

Οι αναφορές στον θείο της ηρωίδας, τον αδελφό της μητέρας της και στους άνδρες υπηρέτες, μέσα στη θερινή κατοικία, υμνούν τη μυστική δύναμη του έρωτα, ως δώρο, απέναντι σε κάθε σκοτάδι, αλλά και ως λύση στο υπαρξιακό δράμα της ζωής, επαναλαμβανόμενο μέσα στο χώρο και το χρόνο. Μέσα σε όλο αυτό το μοτίβο, βέβαια, μπορεί κάποιος να διακρίνει και αρκετές υπαινικτικές μνείες για άλλα θέματα ιδεολογικού / πολιτικού ή φιλοσοφικού χαρακτήρα, δείγματα όμως που δεν επισκιάζουν τον κεντρικό πυρήνα του θεματικού ιστού.

Υπό αυτή την έποψη, ο μονόλογος μεταποιείται σε κλασικό κείμενο, διαχρονικής εμβέλειας.
Σημαντικά σκηνικά αντικείμενα, η ανοιχτή σκάλα και ο καθρέφτης, πλην των άλλων, αποτελούν άρτιο μέρος ενός οργανικού συνόλου, με τα βαθύτερα νοήματα και τις συνυποδηλωτικές προεκτάσεις του μύθου να λειτουργούν, μέσα σε ένα διαμορφωμένο ζωντανό εικαστικό περιβάλλον.

Να σημειωθεί πως η Τομπούλη, με αυτή τη σκηνική της πρόταση μάς μεταφέρει σε ένα αέρινο και ονειρικό σύμπαν, όπου κυριαρχούν τα δίπολα ζωή – θάνατος, φως – σκοτάδι, υποταγή – ελευθερία, διερευνώντας τα όρια του δικαιώματος της ελεύθερης προσωπικής επιλογής και της σφοδρότητας του έρωτα.

Ερμηνείες:

Οι Άντρια Ράπτη και Μιράντα Ζησιμοπούλου, ένα εναρμονισμένο δίδυμο, υπηρετούν το ποιητικό κείμενο με ευστοχία, δυναμισμό και λυρικότητα. Η Άντρια Ράπτη ξεχωρίζει, όπως ο ρόλος της το επιτρέπει. Μεστή, άμεση, αυθεντική, κινείται με πνοή, γοητεία, τρυφερότητα, γνησιότητα και υποκριτική αξιοπιστία, απέναντι σε ένα δύσκολο ποιητικό πόνημα. Εξαιρετικά φωτεινή και ολοκληρωμένη η σκηνική της δράση και αντίδραση. Αψεγάδιαστη η ερμηνεία της μέχρι το τέλος. Η Μιράντα Ζησιμοπούλου αφοπλιστική, στέκεται επάξια στη σκηνή, με το ταλέντο και την ευθυβολία της.

 

Συντελεστές:

Υποβλητική η κίνηση της Άσπας Τομπούλη, λειτουργικά τα σκηνικά – κοστούμια της Χαράς Κονταξάκη, φανταστικά τα visuals και οι ατμοσφαιρικές μουσικές συνθέσεις του Διονύση Σιδηροκαστρίτη και εύφορες οι φωτοσκιάσεις του Αποστόλη Τσατσάκου. Παραγωγή Θεατρική Εταιρεία Όψεις. Όλοι τους βοήθησαν στην τελειοποίηση αυτού του θεατρικού εγχειρήματος.

 

Συμπέρασμα:

Η «Περσεφόνη» του Γιάννη Ρίτσου, σε σκηνοθεσία και δραματουργική επεξεργασία της Άσπας Τομπούλη, στο θέατρο Φούρνος, είναι ένα μανιφέστο για την χειραφέτηση του ανθρώπου και την ερωτική του αυτοδιάθεση, μακριά από στερεότυπα και αναχρονιστικά διλήμματα.