Ο Οκτώβρης ήταν ο μήνας της Σοφίας Βέμπο. Πριν ακόμη ανακηρυχτεί από τον ελληνικό λαό “Τραγουδίστρια της Νίκης” και συνδεθεί η φωνή της με την επέτειο της 28ης Οκτωβρίου 1940, ένας άλλος Οκτώβριος υπήρξε ορόσημο στη ζωή της.

Ηταν 25 Οκτωβρίου του 1933 όταν ντεμπουτάρισε στην αθηναϊκή σκηνή του θεάτρου “Κεντρικόν” του Φώτη Σαμαρτζή στην πλατεία Κολοκοτρώνη με την επιθεώρηση “Παπαγάλος 33”. Εκείνα τα πρώτα βήματα που έκανε στη σκηνή την συνόδευαν σε όλη της τη ζωή.

Ετσι, τον Οκτώβριο του 1973 που η Σοφία Βέμπο συμπλήρωνε 40 χρόνια λαμπρής καριέρας -ήταν τότε 63 χρόνων, στα 68 της πέθανε από εγκεφαλικό- με είχε δεχθεί στο διαμέρισμα της επί της οδού Στουρνάρη 23 για μια συνέντευξη που δημοσιεύθηκε σε μια συνδρομητική μικρή εφημερίδα. Ηταν μια από τις πρώιμες ενασχολήσεις μου με τη δημοσιογραφία πριν αρχίσω το επάγγελμα. Λίγες μέρες αργότερα στις 14-17 Νοεμβρίου στο σαλόνι του διαμερίσματός της θα έβρισκαν καταφύγιο κυνηγημένοι φοιτητές που συμμετείχαν στην εξέγερση του Πολυτεχνείου. Η Βέμπο είχε ανοίξει και πάλι την αγκαλιά της στα παιδιά, όπως τότε που τραγουδούσε στο μέτωπο “Παιδιά της Ελλάδος παιδιά που μαζί πολεμάτε..”

Ενας απλός, λαϊκός άνθρωπος πρόβαλε μπροστά μου όταν άνοιξε η πόρτα του σπιτιού της. Καθίσαμε στην τραπεζαρία για να μπορώ να σημειώνω όταν ο Μίμης Τραϊφόρος, ο σύζυγός της, ασχολιόταν με τα δικά του.

Στη συνέντευξη που βρήκα ψάχνοντας για κάτι άλλο στο αρχείο μου, έγραφα: “Φέτος τον Οκτώβρη η τραγουδίστρια της Νίκης γιορτάζει διπλά. Μια κάποια μέρα του Οκτώβρη πριν 40 χρόνια η μεγάλη Σοφία Βέμπο, μικρό κοριτσάκι τότε, έκανε δειλά το ντεμπούτο της στο πάλκο. Οσο κι αν πέρασε ο χρόνος κι αν ήρθαν τα 40χρονα της ένδοξης καριέρας της, η μεγάλη ντίβα του τραγουδιού δεν ξεχνά εκείνα τα πρώτα βήματα που έκανε στο θέατρο Σαμαρτζή όταν της είπαν: “Βέμπο, η σκηνή είναι δική σου”.

Ηταν η πρώτη φορά που έβλεπα επιθεώρηση. Πριν βγω στη σκηνή, μου δώσανε ένα τσιγγάνικο φόρεμα, ένα γιλέκο με πούλιες, δυο καλτσοδέτες, γοβάκια από σεβρό και μου είπαν πως θα μου φέρουν γούρι αν τα φορέσω.

Με βάψανε φοβερά και μου είπαν να βγάλω το κομπινεζόν. Εκεί, θυμάμαι, έγινε καβγάς. “Βγάλτο παιδί μου”, μου έλεγαν “και μετά το ξαναφοράς”, αλλά εγώ ήμουν ανένδοτη. Βγήκα τελικά φορώντας και το κομπινεζόν. Από τότε ντύθηκα πολλές φορές τσιγγάνα. Και πάντα συνέβαινε το εξής αξιοπερίεργο. Κάθε φορά είχα και μια καινούρια πρόταση γάμου”.

Στην ερώτηση αν γυρίζει πίσω στις ένδοξες μέρες του παρελθόντος, είχε να πει:”Ποτέ δεν γυρίζω πίσω και ποτέ δεν ζήλεψα τα νιάτα, τη δόξα και την ομορφιά εκείνων των χρόνων, γιατί και τώρα ζω με την ίδια ένταση τη ζωή της νοικοκυράς που ξέρει να πολεμάει μέσα στην οικογένεια, όπως πολεμούσε και έξω από αυτήν για την κατάκτηση της τέχνης”.

Ο Μίμης Τραϊφόρος που ακούει την κουβέντα μας, συμπληρώνει: “Είναι καταπληκτική μαγείρισσα η Βέμπο. Διακηρύττω δημόσια ότι είναι καλύτερη μαγείρισσα και από τραγουδίστρια. Σπεσιαλιτέ της οι σούπες…”.

-Η πρώτη σας αμοιβή ήταν ικανοποιητική για τον καιρό εκείνο;

-Να σας πω. Από τα πρώτα καλλιτεχνικά μου βήματα με φρόντιζε ο Φώτης Σαμαρτζής που διατηρούσε θεατρικές επιχειρήσεις. Ηταν για μένα δεύτερος πατέρας, έτσι άβγαλτο και σεμνό κορίτσι όπως ήμουνα.

Οταν με προσέλαβε στο θέατρο “Κεντρικόν” που το είχε τότε με τον Μακέδο, μου έδωσε δεκατέσσερις χιλιάδες ημερομίσθιο. Ο Μακέδος που πιέστηκε να υπογράψει την πρόσληψή μου, είπε χαρακτηριστικά: “Αγοράζω γουρούνι στο σακί”. Μέσα σε δεκαπέντε μέρες όμως είχα γίνει φίρμα και οι δύο επιχειρηματίες έπλεαν σε πελάγη ευτυχίας”.

Σε εκείνη την επιθεώρηση η Βέμπο έβγαινε στη σκηνή σαν τσιγγάνα με την κιθάρα της και τραγουδούσε το “Μια γυναίκα πέρασε”. Στην πρεμιέρα ο κόσμος παραληρούσε. Υποκλήθηκε, έρριξε την κιθάρα στον ώμο κι έκανε μεταβολή προς τα παρασκήνια όταν οι άλλοι ηθοποιοί της φώναζαν από μέσα “Πού πας, δεν ακούς που ο κόσμος φωνάζει “μπιζ”;”Και τι με νοιάζει εμένα που φωνάζουν “μπιζ” απάντησε εκείνη αγνοώντας τον όρο. Τέσσερις φορές επανέλαβε το τραγούδι. Το κοινό την χειροκροτούσε όρθιο. Εκείνη τη βραδιά ο Πολ Νορ την βάφτισε Σοφία Βέμπο από Εφη Μπέμπο που ήταν το πραγματικό της όνομα.

Ακολούθησε η μεγάλη άνοδος στην καριέρα της. Με την κήρυξη του πολέμου στις 28 Οκτωβρίου 1940 οι επιθεωρήσεις προσάρμοσαν τη θεματική τους στην πολεμική επικαιρότητα. Η Βέμπο τραγουδούσε σατυρικά και πατριωτικά τραγούδια και έγινε η φωνή που συντρόφευε τους στρατιώτες στο μέτωπο. Προσέφερε τότε 2.000 χρυσές λίρες στο Πολεμικό Ναυτικό. Οταν μπήκαν οι Γερμανοί στην Αθήνα “ντύθηκε” καλόγρια και φυγαδεύτηκε στη Μέση Ανατολή. Για εκείνες τις ηρωϊκές μέρες στη Μέση Ανατολή είχε να μου πει:

Είχαμε φτιάξει μια ομάδα Βέμπο – Τραϊφόρου (είμαστε ερωτευμένοι τότε με το Μίμη, όπως είμαστε άλλωστε ακόμη) και ψυχαγωγούσαμε τις ένοπλες δυνάμεις που είχαν καταφύγει στη Μέση Ανατολή κάνοντας εκεί πόλεμο. Είμαστε δίπλα στα χαρακώματα. Το πρωί μαγείρευα να φάμε και το σούρουπο που σώπαινε ο πόλεμος, πηγαίναμε στον καταυλισμό και απαλύναμε τον πόνο του στρατιώτη. Δεν ξέρετε τι δύναμη παίρνανε από αυτή την ψυχαγωγία. Την επομένη τους έβλεπες και πολεμούσαν σαν λιοντάρια. Και τι ικανοποίηση για εμάς! Πετύχαινε η αποστολή μας, καταλαβαίνετε… Εβλεπες να μου ζητάει ένα παλικάρι σαν τελευταία επιθυμία να τραγουδήσω στο ξεψύχισμά του το “Παιδιά της Ελλάδος παιδιά” κι άφηνε χαμογελαστό το κορμί του.

Τι να πρωτοθυμηθείς; Δράση και μεγαλοψυχία ενός αιώνος κλεισμένη μέσα σε λίγα χρόνια στα χρόνια του 1943 και λίγο μετά. Ενα βιβλίο ολόκληρο θα μπορούσε να γράψει κανείς γι αυτά τα χρόνια. Είμασταν ανιδιοτελείς και τίμιοι. Αγωνιζόμασταν για την πατρίδα και όχι για τα πλούτη και τη δόξα. Υπερηφανεύομαι όταν σκέφτομαι, ότι ποτέ δεν γράφτηκα στον προϋπολογισμό της Μέσης Ανατολής τη στιγμή που άλλες εισέπρατταν άνω των 23 λιρών. Είμασταν πάντως ευτυχείς γιατί πράξαμε το χρέος μας προς την πατρίδα”.

Ενα χρόνο μετά από αυτή την κουβέντα η Βέμπο έκανε το χρέος της και προς την δημοκρατία για την οποία πολεμούσαν τότε τα νιάτα ενάντια στο καθεστώς των Συνταγματαρχών. Βλέποντας από το παράθυρό της τον αγώνα τους μέσα κι έξω από το Πολυτεχνείο, άνοιξε την πόρτα της και πρόσφερε στους κυνηγημένους φοιτητές ένα ασφαλές άσυλο, αποδεικνύοντας για άλλη μια φορά το μεγαλείο της ψυχής της.