Στην δημοσιογραφία υπολειπόμαστε ως εγκωμιαστές. Συνήθως η φύση της εργασίας μας είναι να κρίνουμε, κατά κύριο λόγο, τ’ αρνητικά. Τσιμουδιά για συναδέλφους που υπηρετούν τo επάγγελμα υποδειγματικά, μ’ όλες τις δουλείες που προϋποθέτει αυτό. Ο λόγος για τον Βασίλη Αδαμόπουλο, ο οποίος από την ερχόμενη Δευτέρα θα πάρει θέση πίσω από τα μικρόφωνα του Πρώτου Προγράμματος (8-9 π.μ.), με την εκπομπή του «Πρωινές διαδρομές στο Πρώτο». Στο πλευρό του, θα βρίσκεται η Μαρία Γεωργίου.

Δεν τον γνωρίζουμε προσωπικά, άρα η κρίση μας δεν μπορεί να θεωρηθεί ιδιοτελής. Μιλάω δηλαδή ως μάρτυρας, δηλαδή ως ακροατής των λεγομένων του. Και τα λεγόμενα του εκφέρονται απλά, κατανοητά, χωρίς να στρατοπεδεύουν σε κομματικές επιλογές, χωρίς να σχολιάζουν την πρόσληψη της ειδησεογραφίας, με διάθεση να μειώσουν επί προσωπικού τον κρινόμενο.

Κριτική στις πράξεις, όχι στα πρόσωπα

Ο Βασίλης στέκεται πάντοτε στις πράξεις του πολιτικού προσώπου, με κάποια διάθεση ελευθεριότητας, που σημαίνει ηθική κρίση μακριά από προσβλητικούς χαρακτηρισμούς και χωρίς να του διαφεύγει ούτε δευτερόλεπτο -πρωινή εκπομπή γαρ-ότι το κήρυγμα βυθίζει την είδηση στην συσκότισή της.

Δεν θα τον ακούσετε πότε να εκφέρει νεοπλασθέντες γραμματικούς τύπους, όπως «δεξιούληδες» ή «αριστερούληδες», γι’ αυτό δεν έχει γίνει μονιμάς σε κανέναν ραδιοφωνικό σταθμό. «Πρέπει κάποτε όλοι να συνειδητοποιήσουν στην ΕΛ.ΑΣ ότι οι Έλληνες τους πληρώνουν για να είναι αστυνομικοί και όχι μπάτσοι», έχει γράψει στον προσωπικό του λογαριασμό.

Δεν προσπαθεί να κρατάει ίσες αποστάσεις από το ακροατήριο, αλλά πρωτίστως αντιμετωπίζει τον λόγο ως πράξη, καθώς ο δημοσιογράφος φέρει ακέραια την ευθύνη για το τι και πως το λέει. Μακριά από εμφυλιοπολεμικά σύνδρομα, τα οποία κατατρύχουν την ελληνική κοινωνία ως ένας ανειρήνευτος πόλεμος, τιμά την μνήμη των νεκρών της Δημοκρατίας, επιλέγοντας να μην τους σηκώνει από τους τάφους τους προς εξυπηρέτηση συναισθηματικών και ψυχολογικών ερμηνειών της τρέχουσας πολιτικής ζωής. Άλλωστε το παρελθόν, αν δεν διδάσκει τι εστί κακό, ας βυθίζεται στην λησμοσύνη του ασυνείδητου.

Σκέφτεται την είδηση στην πηγή της

Είναι σαφές από την αυτοβιογραφία του, η οποία εμμέσως αλιεύεται από τον χρονικό ορίζοντα των σχολίων του, ότι ανήκει στους νέους της Μεταπολίτευσης, προτού εισβάλλουν οι νέες τεχνολογίες και μετατρέψουν όλους μας σε ειδησεογράφους του πληκτρολογίου μπροστά στη φωτεινή οθόνη του υπολογιστή.

Εν τούτοις, κατάφερε να ξεπεράσει την παλαιά και την νέα εποχή, επιμένοντας να είναι ο ολοκληρωμένος εαυτός του που καταλαβαίνει ότι δεν μπορεί να τα γνωρίζει όλα, τουλάχιστον έχει την δυνατότητα να σκέφτεται την είδηση στην πηγή της, στο ποιος δηλαδή την δημιούργησε ή την προκάλεσε και γιατί.

Κι όταν πηγαίνεις στην πηγή, ασχέτως αν άλλαξαν οι τρόποι εκπομπής, διάδοσης, αποθήκευσης και διαχείρισης της, τότε καταλαβαίνεις πώς πρέπει να βρεις τον τρόπο για να την μεταδώσεις στον ακροατή. Κι αυτός είναι κουρασμένος πολύ κουρασμένος για να ακούει πολλές αλήθειες κι ακόμη περισσότερα ψέματα.

Ο Βασίλης έχει διαγράψει τα ψέματα από τις σημειώσεις του, προτού μιλήσει στο μικρόφωνο, ακόμη και τα κατά συνθήκη, γιατί δεν θέλει να παρηγορήσει κανέναν και καμία. Δεν πουλάει πόνο, γηρατειά, ανεργία, επιδόματα, γιατί σ’ όλα αυτά και σ’ άλλα μ’ εξίσου αρνητικό πρόσημο, κρατάει μία διακριτική στάση, αναζητώντας λύσεις, όταν όμως το καλεί η ειδησεογραφία. Δεν προκαλεί το συναίσθημα, δεν παίζει με την ψυχολογία, δεν ενθαρρύνει την ίαση. Και οι αλήθειες μέτρο διαθέτουν: δεν δογματίζει, δεν κουνάει το δάχτυλο, δεν τις εξαργυρώνει με δημοφιλία.