Του Συμεών Σολταρίδη

Ψηφίστηκε το πολυνομοσχέδιο με αντεγκλήσεις, αλληλοκατηγορίες, θεατρινισμούς, φωνασκίες, βαριές καρδιές, θρηνωδίες και ανεκπλήρωτες, και πάλι, υποσχέσεις από την πλευρά της κυβέρνησης.

«Μπετόν αρμέ» οι 153 κυβερνητικοί ψήφοι, συνέβαλαν στο να ψηφιστεί το καταστροφικό για τους πολίτες «μνημόνιο», με εισπράξεις φόρων, με κόφτες, με φορολογικές επιβαρύνσεις στα ακίνητα, στον ΦΠΑ στα νησιά, στα καύσιμα, στα τέλη κυκλοφορίας, στα… στα… στα!!!

 

Βέβαια, υπήρξε και βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, η Βασιλική Κατριβάνου, η οποία, παρουσιάζοντας ένα αντάρτικο και ταυτόχρονα μια συνειδησιακή κρίση, παραιτήθηκε, παραδίδοντας την έδρα της και τονίζοντας σε γραπτή επιστολή της: «Αποφάσισα, απόψε, έπειτα από πολλή σκέψη, να παραιτηθώ από βουλευτής. Είναι μια απόφαση πολύ δύσκολη, πολιτικά και προσωπικά, αλλά και αναγκαία για μένα. Υπάρχουν φορές που όσο κι αν προσπαθείς να εξορθολογήσεις κάτι, δεν μπορείς να το κάνεις. Είναι σημαντικό, πιστεύω, να ξέρουμε μέχρι πού μπορούμε να φτάσουμε, ώστε να κρατήσουμε μέσα μας την ελπίδα και την αίσθηση ότι ζούμε τη ζωή όπως της αξίζει, ακόμα και μέσα στην ήττα».

 

Ήταν μια πράξη γενναία, αλλά και σημειολογική, αφού αρχίζει και διαφαίνεται στους ιδεολόγους αριστερούς του ΣΥΡΙΖΑ, και όχι σε αυτούς τους «imitation» που περιβάλλουν το κόμμα και «περί άλλα τυρβάζουν» και άλλα τους ενδιαφέρουν, ότι αντιβαίνουν τα πιστεύω και τους οραματισμούς τους.

 

Με το πολυνομοσχέδιο ξεπουλιούνται τα πάντα, τα οποία κατηγορούσαν ο αντιπολιτευόμενος ΣΥΡΙΖΑ και οι ΑΝΕΛ, σημειώνοντας ότι «αυτό αποτελεί εθνική προδοσία». Επειδή δεν μου αρέσουν εκφράσεις τύπου «προδοσία», «γερμανοτσολιάδες» και τα συναφή, απλά θα επισημάνω ότι οι δανειστές δεν θα μπορούσαν να βρούνε καλύτερη κυβέρνηση για να περάσουν τα επώδυνα αυτά μέτρα, τα οποία ο πολίτης θα τα βιώσει στο πετσί του από το φθινόπωρο, μαζί με τα σχολικά έξοδα, την αγορά των καυσίμων, τα τέλη κυκλοφορίας, τις φορολογικές του πληρωμές.

 

Αυτό όμως που με θίγει ως απλό πολίτη είναι το γεγονός ότι αρκετές μετριότητες της Ελληνικής Βουλής υποβιβάζουν τη νοημοσύνη των πολιτών και σημειώνουν στις γραμμένες, από κονδυλοφόρους, ξένους προς τους ίδιους και τις ίδιες, ομιλίες τους, σημειώνοντας το πόσο αισθάνονται άσχημα που ψηφίζουν αντιλαϊκά μέτρα, πόσο ψηφίζουν δύσκολα, πόσο κλαίνε ή θρηνούν, πόσο θυμώνουν και πόσο διαφωνούν.

 

Όλα αυτά, βέβαια, δεν θα τα «υπέμεναν», αν έπρατταν σαν την άξια στις ιδέες της Βασιλική Κατριβάνου, η οποία υπό το βάρος «της επιτροπείας» δήλωσε «αδύνατη» και τα βρόντηξε, στέλνοντας ταυτόχρονα πολιτικά μηνύματα προς πάσαν κατεύθυνση. Ιδιαίτερα προς τον πρωθυπουργό, ο οποίος είχε ξεκινήσει διαφορετικά και τώρα βρίσκεται αλλού, μέσα στο συστημικό κέντρο, χωρίς να κατανοεί πού θα βρεθεί άμα λήξει το θέατρο του παραλόγου των επιθυμιών των δανειστών.

 

Ψήφισαν λοιπόν «τύπτοντας το στήθος» και «θρηνοδούντες γοερώς», αναμένοντας τη μετάνοια, η οποία μάλλον επήλθε με τη μεταφορά της εικόνας της Παναγίας στο υπουργείο Εθνικής Άμυνας, ζητώντας «άφεση αμαρτιών» και δηλώνοντας ταυτόχρονα «ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ/τη αμαρτωλή».

 

Το γιατί μεταφέρθηκε ή μεταφέρονται εικόνες και λείψανα αγίων, ποτέ δεν το κατάλαβα. Γιατί «εμπορευματοποιείται» η πίστη του ανθρώπου επίσης δεν το κατάλαβα. Αυτό που κατάλαβα στα τόσα χρόνια, είναι μόνο ότι μέσω της πίστης γίνεται μια άγρια εκμετάλλευση των ανθρώπων, που καταλήγει σε ψηφοθηρία.