Την οριστική παραίτησή του τόσο από την κυβέρνηση συνασπισμού όσο και από την ηγεσία των Σοσιαλδημοκρατών (SPO) ανακοίνωσε ο Αυστριακός καγκελάριος Βέρνερ Φάιμαν σε συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε το πρωί της Δευτέρας, προμηνύοντας καταιγιστικές εξελίξεις εν όψει του επικείμενου δεύτερου γύρου των επαναληπτικών προεδρικών εκλογών στις 22 Μαΐου στη χώρα.

Κύρια αιτία της παραίτησης, κατά τους διεθνείς αναλυτές, είναι ότι ο Φάιμαν το τελευταίο διάστημα βρισκόταν κάτω από την τρομακτική πίεση των συνδικάτων και τη νεολαία των Σοσιαλδημοκρατών για τη σκληρή γραμμή με την αμφιλεγόμενη νομοθεσία για το άσυλο. Επίσης είχε βρεθεί σε ακόμα πιο δεινή θέση μετά την καταβαράθρωση των Σοσιαλδημοκρατών στον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών που είχαν γίνει στις 24 Απριλίου, με την ιστορική νίκη-ορόσημο της ακροδεξιάς, με τον Χόφερ του Κόμματος των Ελευθέρων (FPO) να συγκεντρώνει το συντριπτικό 36,7%, προκαλώντας σοκ σε ολόκληρη την Ευρώπη.

 

Προσωρινός καγκελάριος αναλαμβάνει ο αντικαγκελάριος και αρχηγός του συγκυβερνώντος -με τους Σοσιαλδημοκράτες- συντηρητικού Λαϊκού Κόμματος, Ράινχολντ Μιτερλένερ, σύμφωνα με την ανακοίνωση του προέδρου Χάιντς Φίσερ.

 

Ο Ράινχολντ Μιτερλένερ δήλωσε ότι δεν βλέπει ανάγκη διεξαγωγής πρόωρων εκλογών στη χώρα μετά την παραίτηση Φάιμαν. Οι επόμενες βουλευτικές εκλογές είναι προγραμματισμένες να διεξαχθούν κανονικά το προσεχές 2018.

 

O Xόφερ θεωρείται πλέον το αδιαφιλονίκητο φαβορί για τον επόμενο γύρο των προεδρικών εκλογών που θα διεξαχθούν στις 22 Μαΐου, έπειτα από τη νίκη-ορόσημο της Ακροδεξιάς, έχοντας απέναντί του την ανεξάρτητη υποψηφιότητα του Οικολόγου Αλεξάντερ φαν ντερ Μπέλεν.

 

Οι υποψήφιοι των δυο μεγάλων κομμάτων, του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος και του Λαϊκού Κόμματος (ÖVP) δεν μπόρεσαν να περάσουν στον επόμενο γύρο. Τα δύο κυβερνώντα κόμματα κατάφεραν να συγκεντρώσουν μαζί μόλις το 22% των ψήφων, και ο Ρούντολφ Χουντστόρφερ του σοσιαλδημοκρατικού SPÖ κατακρημνίστηκε στην τέταρτη θέση με μόλις 11,3%.

 

Η ανακοίνωση Φάιμαν ήλθε λίγες ώρες πριν από την έναρξη της κρίσιμης συνεδρίασης της Διοικούσας Επιτροπής του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος, η οποία επρόκειτο να αποφασίσει ως προς την περαιτέρω παραμονή του στην κορυφή της ηγεσίας του κόμματος.

 

Στη σύντομη δήλωσή του, έπειτα από τη συνάντησή του με ορισμένους επικεφαλής του κόμματος στα εννέα αυστριακά κρατίδια, ο απερχόμενος πλέον καγκελάριος και αρχηγός των Σοσιαλδημοκρατών αιτιολόγησε την απόφασή του για παραίτηση με την απώλεια της πλήρους στήριξης προς το πρόσωπό του, που υπήρξε εμφανής τις τελευταίες ημέρες.

 

«Αυτή η χώρα χρειάζεται έναν καγκελάριο που έχει την πλήρη στήριξη του κόμματος. Η κυβέρνηση χρειάζεται μία νέα αρχή με δύναμη. Οποιος δεν έχει αυτή τη στήριξη, δεν μπορεί να ανταποκριθεί σε αυτό το καθήκον. Πρόκειται για το μέλλον της Αυστρίας και είμαι ιδιαίτερα ευγνώμων που μπόρεσα να προσφέρω τις υπηρεσίες μου».

 

«Είμαι υπερήφανος για την Αυστρία, η χώρα προσέφερε αρκετά και έδωσε άσυλο σε δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους και θα ήταν ανεύθυνο να μη λάμβανε και τα δικά της μέτρα», σημείωσε ο απερχόμενος καγκελάριος αναφερόμενος στην προσφυγική πολιτική της κυβέρνησης συνασπισμού των Σοσιαλδημοκρατών με το συντηρητικό Λαϊκό Κόμμα, η οποία είχε δεχθεί τελευταία έντονη κριτική.

 

Στον Βέρνερ Φάιμαν ασκείτο δριμεία κριτική για την ξαφνική του στροφή 180 μοιρών στο προσφυγικό, για την υποχωρητικότητά του απέναντι στον κυβερνητικό εταίρο, για την υιοθέτηση της ρητορικής και για την εφαρμογή της πολιτικής του ακροδεξιού εθνικιστικού Κόμματος των Ελευθέρων.

 

Δεν ήταν λίγα τα ανώτερα στελέχη των Σοσιαλδημοκρατών που ζητούσαν επίσπευση του προγραμματισμένου για τον ερχόμενο Νοέμβριο συνεδρίου του κόμματος και για την πραγματοποίησή του ήδη πριν το καλοκαίρι, ενώ πολλές κομματικές οργανώσεις στα εννέα αυστριακά ομόσπονδα κρατίδια φέρονταν να θέτουν θέμα όχι μόνον αλλαγής πορείας, αλλά και αλλαγής προσώπων.

 

Σύμφωνα με τους πολλούς επικριτές του Βέρνερ Φάιμαν, το προσφυγικό δεν ήταν και η μόνη αιτία για το εκλογικό φιάσκο, αλλά οι λόγοι για την πρωτοφανή δυσαρέσκεια των ψηφοφόρων που οδήγησαν στην αναπάντεχη για το ύψος της επικράτηση του ηγέτη των Ελευθέρων, Χόφερ, βρίσκονται πολύ πιο βαθιά.

 

Και αυτοί οι λόγοι είναι που έχουν να κάνουν με τους χειρισμούς του Σοσιαλδημοκράτη καγκελάριου στο πλαίσιο της κυβέρνησης συνασπισμού και την ενδοτικότητά του απέναντι στον -σε πολλές περιπτώσεις νεοφιλελεύθερο- εταίρο του, το Λαϊκό Κόμμα, όπως έχουν να κάνουν γενικότερα και με την παραμέληση και την απομάκρυνση του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος από τις αρχές και τις αξίες της Σοσιαλδημοκρατίας, με αποτέλεσμα η Ακροδεξιά να αυτοεμφανίζεται ως κόμμα των κοινωνικών διεκδικήσεων και της προάσπισης των δικαίων του πολίτη για πρώτη φορά στη σύγχρονη ιστορία της Αυστρίας.