Του Βασίλη Διαμαντάκη

Υπήρξε ο άνθρωπος που ενέπνευσε ένα ολόκληρο υποδουλωμένο έθνος απέναντι στην τουρκική σκλαβιά για σχεδόν 400 ολόκληρα χρόνια. Ο ηγέτης της Επανάστασης. Ο οπλαρχηγός. Ο αρχιστράτηγος. Ο εμψυχωτής. Η φυσιογνωμία που καταδικάστηκε από την ίδια του την πατρίδα για εσχάτη προδοσία. Ο Γέρος του Μοριά.

Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης γεννήθηκε στο Ραμοβούνι της Μεσσηνίας, στις 3 Απριλίου του 1770. Καταγόταν από το Λιμποβίσι της Καρύταινας και πέρασε τα παιδικά του χρόνια στην Αλωνίσταινα της Αρκαδίας, που ήταν τόπος καταγωγής της μητέρας του, Ζαμπίας Κωτσάκη. Ο πατέρας του Θεόδωρου, Κωνσταντής Κολοκοτρώνης, πήρε μέρος στην ένοπλη εξέγερση η οποία υποκινήθηκε από την Αικατερίνη Β’ της Ρωσίας το 1770 και σκοτώθηκε μαζί με δύο αδελφούς και τον φημισμένο Παναγιώταρο στον πύργο της Καστάνιτσας από τους Τούρκους.

 

Από μικρός, ο Κολοκοτρώνης ακολούθησε τον πατέρα του στις διάφορες περιπέτειές του. Σε ηλικία μόλις 15 ετών έγινε αρματολός εναντίον των κλεφτών που λυμαίνονταν την περιφέρεια του Λεονταρίου. Η δράση του Κολοκοτρώνη σιγά σιγά απλώθηκε, μαζί με τη φήμη του, σ’ όλη την Πελοπόννησο. Το 1802 είχε γίνει τόσο επικίνδυνος στους κατακτητές, ώστε ο βοεβόδας της Πάτρας πέτυχε να εκδοθεί σουλτανικό φιρμάνι που τον καταδίκαζε σε θάνατο και ανέθετε την εκτέλεση στους προεστούς, που αν δεν κατόρθωναν να τον σκοτώσουν θα εκτελούνταν οι ίδιοι.

 

Έχοντας αποκτήσει πείρα και στη θάλασσα ως κουρσάρος, το 1805 ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης πήρε μέρος στις ναυτικές επιχειρήσεις του ρωσικού στόλου κατά το Ρωσοτουρκικό πόλεμο.

 

Τον Ιανουάριο του 1806 και ενώ βρισκόταν στην Πελοπόννησο βγήκε διάταγμα δίωξής του. Αποτέλεσμα αυτού ήταν να ακολουθήσει πολύμηνη περιπετειώδης και δραματική καταδίωξή του από τους Τούρκους σε πολλά χωριά και πόλεις της Πελοποννήσου. Κατάφερε μαχόμενος να διαφύγει τελικά με πλοιάριο, φεύγοντας από περιοχή στα δυτικά του Λακωνικού κόλπου και περνώντας στα κρατούμενα από τους Ρώσους Κύθηρα, με ενδιάμεση στάση στην Ελαφόνησο. Από το 1810 υπηρέτησε στο ελληνικό στρατιωτικό σώμα του αγγλικού στρατού στη Ζάκυνθο, όπου γρήγορα διακρίθηκε για τη δράση του εναντίον των Γάλλων και έφτασε μέχρι και τον βαθμό του ταγματάρχη.

 

2 kolok

 

Το 1818 μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και τον Ιανουάριο του 1821 ξαναγύρισε στη Μάνη, όπου άρχισε να προετοιμάζει την Επανάσταση στην Πελοπόννησο γνωρίζοντας ότι η ημέρα έναρξης ήταν η 25η Μαρτίου. Βρέθηκε στην Καλαμάτα κατά την αναίμακτη κατάληψη της πόλης στις 23 Μαρτίου 1821 υπό τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη.Την επομένη κινήθηκε προς Μεγαλόπολη με τον Νικηταρά και την 25η Μαρτίου το πρωί βρίσκονταν στον Κάμπο της Καρύταινας ή της Μεγαλόπολης. Ο Κολοκοτρώνης έμεινε στο χωριό Τετέμπεη, ενώ ο Νικηταράς στα πίσω χωριά. Είχε οριστεί στις 25 Μαρτίου να βρίσκονται όλοι οι οπλαρχηγοί στις επαρχίες τους ώστε να κηρυχθεί η Επανάσταση, όπως και έγινε.

 

Πρωταγωνίστησε σε πολλές στρατιωτικές επιχειρήσεις του αγώνα, όπως στη νίκη στο Βαλτέτσι στις 14 Μαΐου 1821, στην άλωση της Τριπολιτσάς στις 23 Σεπτεμβρίου 1821, στην καταστροφή της στρατιάς του Δράμαλη στα Δερβενάκια στις 26 Ιουλίου 1822, όπου διέσωσε τον Αγώνα στην Πελοπόννησο. Οι επιτυχίες αυτές τον ανέδειξαν σε αρχιστράτηγο της Πελοποννήσου. Στη διάρκεια του Εμφυλίου πολέμου πολλές φορές προσπάθησε να αμβλύνει τις αντιθέσεις ανάμεσα στους αντιπάλους, αλλά παρόλα αυτά δεν απέφυγε τη ρήξη. Μετά από ένοπλες συγκρούσεις, ο ίδιος και ο γιος του συνελήφθησαν και φυλακίστηκαν στο Ναύπλιο.

 

Αξιοσημείωτη είναι η αναφορά του Κολοκοτρώνη στα απομνημονεύματά του σχετικά με την κατάληψη της Τριπολιτσάς:

«Όταν βγήκα εις την Τριπολιτσά, με έδειξαν τον Πλάτανο εις το παζάρι όπου κρέμαγαν τους Έλληνας. Άιντε, πόσοι από το σόι μου και από το έθνος μου κρεμάσθηκαν εκεί, και διέταξα και το έκοψαν».

 

Ο σουλτάνος ζήτησε τη βοήθεια της Αιγύπτου για να σταματήσει την Επανάσταση, οπότε ο γιος του Μεχμέτ Αλή και διάδοχος του αιγυπτιακού θρόνου Ιμπραήμ αποβιβάστηκε το 1825 στην Πελοπόννησο. Η Σφακτηρία και το Ναβαρίνο έπεσαν στα χέρια των Αιγυπτίων και τότε ο Κολοκοτρώνης αποφυλακίστηκε για να αντιμετωπίσει τον Ιμπραήμ μαζί με τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη. Χωρίς πολυάριθμο στρατό ξεκίνησε και πάλι τον κλεφτοπόλεμο, που διήρκεσε ώς το 1828, όταν στην Ελλάδα έφτασε το στράτευμα του στρατηγού Μεζόν με εντολή του Καρόλου Ι´ της Γαλλίας για να διασώσει την Ελλάδα από τα αιγυπτιακά στρατεύματα.

 

Ο ίδιος λέει στα θρυλικά απομνημονεύματά του:

«O Ιμπραήμ μου παράγγειλε μια φορά γιατί δεν στέκω να πολεμήσουμε. Εγώ του αποκρίθηκα, ας πάρει πεντακόσιους, χίλιους, και παίρνω και εγώ άλλους τόσους, και τότε πολεμούμε, ή αν θέλει ας έλθει και να μονομαχήσουμε οι δύο. Αυτός δεν με αποκρίθηκε εις κανένα. Και αν ήθελε το δεχθεί το έκαμνα με όλη την καρδιά, διότι έλεγα αν χανόμουν, ας πήγαινα, αν τον χαλούσα, γλύτωνα το έθνος μου».

 

maxi

 

Υπήρξε ένθερμος οπαδός της πολιτικής του Καποδίστρια και πρωτοστάτησε στα γεγονότα για την ενθρόνιση του Όθωνα. Το 1833, όμως, οι διαφωνίες του με την Αντιβασιλεία τον οδήγησαν, μαζί με άλλους αγωνιστές, πάλι στις φυλακές του Ιτς-Καλέ στο Ναύπλιο με την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας και στις 25 Μαΐου του 1834, μαζί με τον Πλαπούτα, καταδικάστηκε σε θάνατο. Έλαβε χάρη μετά την ενηλικίωση του Όθωνα το 1835, οπότε και ονομάστηκε στρατηγός και έλαβε το αξίωμα του Συμβούλου της Επικρατείας. Στα τελευταία χρόνια της ζωής του ο Κολοκοτρώνης υπαγόρευσε στον Γεώργιο Τερτσέτη τα Απομνημονεύματά του, που κυκλοφόρησαν το 1851 και τα οποία αποτελούν πολύτιμη πηγή για την Ελληνική Επανάσταση.

 

Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης πέθανε στις 4 Φεβρουαρίου του 1843 το πρωί, από εγκεφαλικό επεισόδιο, έχοντας επιστρέψει από γλέντι στα βασιλικά ανάκτορα σε ηλικία 73 χρόνων περνώντας στο πάνθεον των μεγάλων Ελλήνων στην ιστορία της Ελλάδας. Εκτέθηκε μια εβδομάδα σε λαϊκό προσκύνημα από πλήθος κόσμου. Η κηδεία του ήταν μεγαλοπρεπής. Κηδεύτηκε στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών με όλες τις τιμές αρχηγού κράτους.

 

Σημείο της μνημειώδους ομιλίας του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη στην Πνύκα το 1838, απευθυνόμενος προς τους μαθητές ενός Γυμνασίου, αποτελεί το κάτωθι απόσπασμα:

«Όταν αποφασίσαμε να κάμωμε την Επανάσταση, δεν εσυλογισθήκαμε, ούτε πόσοι είμεθα, ούτε πως δεν έχομε άρματα, ούτε ότι οι Τούρκοι εβαστούσαν τα κάστρα και τας πόλεις, ούτε κανένας φρόνιμος μας είπε: «Που πάτε εδώ να πολεμήσετε με σιταροκάραβα βατσέλα;», αλλά, ως μία βροχή, έπεσε σε όλους μας η επιθυμία της ελευθερίας μας, και όλοι, και οι κληρικοί, και οι προεστοί, και οι καπεταναίοι, και οι πεπαιδευμένοι, και οι έμποροι, μικροί και μεγάλοι, όλοι εσυμφωνήσαμε εις αυτό το σκοπό και κάμαμε την Επανάσταση».

 

Ο Κολοκοτρώνης παντρεύτηκε το 1790 την Αικατερίνη Καρούτσου. Παιδιά του με την Αικατερίνη ήταν ο Γενναίος, που έγινε στρατιωτικός και μετέπειτα πρωθυπουργός, ο Κωνσταντίνος, ο Πάνος, που δολοφονήθηκε το 1824, και η Ελένη. Ο Κολοκοτρώνης είχε έναν ακόμη γιο, τον Πάνο Κολοκοτρώνη, που τον απέκτησε εκτός γάμου με τη Μαργαρίτα Βελισσάρη.

 

Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης έδειξε με τον πιο εμβληματικό τρόπο μέχρι και σήμερα, 195 ολόκληρα χρόνια μετά την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, ότι όταν υπάρχουν άνθρωποι σαν τον ίδιο όλα είναι πιθανά και δυνατά. Σε αυτούς τους χαλεπούς καιρούς που διανύει η Ελλάδα όλοι οι ήρωες του 1821 είναι ο φωτεινός φάρος και ο οδηγός για να μπορέσει ο ελληνικός λαός να ξανασταθεί στα πόδια του.