Του Γιάννη Παγουλάτου

Κατά τη δεκαετία του 1980, στις προεκλογικές ομιλίες του Ανδρέα Παπανδρέου, οι συγκεντρωμένοι οπαδοί του ΠΑΣΟΚ άκουγαν κάτι πρωτόγνωρο να βγαίνει από τα μεγάφωνα.

Επρόκειτο για ένα μουσικό χορωδιακό κομμάτι, τόσο επιβλητικό, όσο και αινιγματικό. Δεν έμοιαζε με τα συνήθη ακούσματα του μέσου Έλληνα. Είχε επικό ύφος και παλμό που μπορούσε να ξεσηκώσει τα πλήθη. Οι στίχοι του ήταν σε μια ακατανόητη γλώσσα και κανείς δεν μπορούσε να πει για ποιο πράγμα μιλούσαν. Κάποια στιγμή μαθεύτηκε και ο τίτλος της συγκεκριμένης ωδής: «Κάρμινα Μπουράνα».

 

Η πληροφορία αυτή γέννησε περισσότερες απορίες από όσες έλυσε. Τι σημαίνουν αυτές οι λέξεις; Σε ποια γλώσσα ανήκαν; Υπάρχει μήπως κάποιο κρυμμένο πολιτικό μήνυμα; Ορισμένοι παρατήρησαν ότι ο συγκεκριμένος τίτλος θύμιζε ξενικό γυναικείο ονοματεπώνυμο. Έτσι, πολλοί από όσους συμμετείχαν στις προεκλογικές συγκεντρώσεις του ΠΑΣΟΚ, συνήθιζαν μετά να λένε: «Ακούσαμε και την Κάρμινα Μπουράνα», σαν να αναφέρονταν σε συναυλία Ιταλίδας ή Ρουμάνας τραγουδίστριας. Τι ήταν τελικά αυτό το μυστηριώδες μουσικό κομμάτι και ποια η ιστορία του;

Όλα ξεκίνησαν στο αβαείο των Βενεδικτίνων μοναχών του βαυαρικού χωριού Μπόιρεν (Beuren). Εκεί, το 1803, ανακαλύφθηκε ένα χειρόγραφο 112 σελίδων, το οποίο χρονολογείται από το 1230 και περιέχει μια συλλογή με 254 λυρικά ποιήματα. Σχεδόν όλα είναι γραμμένα στη λατινική γλώσσα εκτός από κάποια που έχουν στίχους στην άνω γερμανική και τη γαλλική εκείνης της περιόδου. Σε 45 ποιήματα της συλλογής υπάρχουν μουσικές νότες γραμμένες κάτω από τις σειρές του κειμένου, γεγονός που φανερώνει ότι ουσιαστικά πρόκειται για τραγούδια. Η θεματολογία των στιχουργημάτων ποικίλλει.

 

Πλάι στα θρησκευτικά δράματα και τα ποιήματα ηθικοπλαστικού και διδακτικού περιεχομένου συνυπάρχουν σάτιρες και τραγούδια για τον έρωτα, το ποτό, τις ταβέρνες αλλά και τα τυχερά παιχνίδια. Δεν λείπουν βέβαια και ιστορίες εμπνευσμένες από διάφορους θρύλους της αρχαιότητας, όπως ο Τρωικός Πόλεμος. Δημιουργοί των ποιημάτων αυτών ήταν κατά πάσα πιθανότητα διάφοροι Γολιάρδοι (Goliardi), δηλαδή μορφωμένοι κληρικοί και λόγιοι με προοδευτικές αντιλήψεις, οι οποίοι σατίριζαν με τους στίχους τους τα κακώς κείμενα της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. Τα άτομα αυτά προέβαλλαν με τον τρόπο τους ένα είδος πνευματικής αντίστασης απέναντι στο κατεστημένο εκείνης της εποχής. Οι αυθεντικές σελίδες του χειρόγραφου από το αβαείο του Μπόιρεν βρίσκονται σήμερα στην Κρατική Βιβλιοθήκη της Βαυαρίας, στο Μόναχο. Τα κείμενα συνοδεύονται από οκτώ μικρογραφίες, σχετικές με τα θέματα των τραγουδιών.

Κάποια επιλεγμένα ποιήματα από το χειρόγραφο του Μπόιρεν δημοσιεύτηκαν αρχικά το 1806 και αργότερα το 1844. Η πρώτη πλήρης έκδοση της συλλογής όμως πραγματοποιήθηκε το 1847 από το Γερμανό φιλόλογο Γιόχαν Σμέλερ, με τον τίτλο «Carmina Burana». Η ονομασία αυτή δεν υπάρχει γραμμένη κάπου στο πρωτότυπο χειρόγραφο κείμενο, αλλά αποτελεί επινόηση του εκδότη. «Κάρμινα Μπουράνα» σημαίνει στα λατινικά «Τα Ποιήματα του Μπόιρεν» (Carmina είναι ο πληθυντικός του Carmen = ποίημα ή τραγούδι και Burana ο πληθυντικός του Buranum = αυτό που κατάγεται από το Μπόιρεν). Ο τίτλος που έδωσε ο Σμέλερ στη συλλογή τελικά καθιερώθηκε και χρησιμοποιείται μέχρι σήμερα για το συγκεκριμένο έργο.

Το 1935-36 ο Γερμανός μουσικοσυνθέτης Καρλ Όρφ (1895-1982) επέλεξε 24 κοσμικά ποιήματα από τα «Κάρμινα Μπουράνα» και τα μελοποίησε σε δική του μουσική. Δημιούργησε έτσι μία καντάτα, δηλαδή μια φωνητική σύνθεση στην οποία κυριαρχεί η χρήση της χορωδίας.

 

Το έργο αυτό ονομάστηκε επίσης «Κάρμινα Μπουράνα» και η πρεμιέρα του δόθηκε στην όπερα της Φρανκφούρτης, στις 8 Ιουνίου 1937. Η επιτυχία ήταν τεράστια, όπως φανερώνουν τα λόγια του συνθέτη προς τον εκδότη του:

«Όλα όσα έχω γράψει μέχρι σήμερα, και τα οποία δυστυχώς έχεις εκδώσει, μπορείς να τα καταστρέψεις. Το συνολικό μου έργο ξεκινά με τα “Κάρμινα Μπουράνα”».

 

Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι καμία από τις μελλοντικές συνθέσεις του Όρφ δεν έμελλε να γίνει τόσο δημοφιλής. Το ναζιστικό καθεστώς που επικρατούσε τότε στη Γερμανία αρχικά ενοχλήθηκε από τα τολμηρά θέματα κάποιων τραγουδιών των «Κάρμινα Μπουράνα», αλλά τελικά εκμεταλλεύτηκε ποικιλοτρόπως την πρωτοφανή επιτυχία του συγκεκριμένου έργου. Αυτό είχε αποτέλεσμα να κατηγορηθεί αργότερα ο Καρλ Όρφ για φιλοναζισμό και συνεργασία με τους χιτλερικούς, κάτι το οποίο ο ίδιος αρνιόταν πεισματικά σε όλη του τη ζωή.

Το 1981, το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου επέλεξε ένα από τα τραγούδια των «Κάρμινα Μπουράνα» ως μουσική επένδυση για τις προεκλογικές του εκστρατείες. Ήταν το χορωδιακό με τίτλο «O Fortuna», που σημαίνει «Ω Τύχη». Με το κομμάτι αυτό ξεκινούν και τελειώνουν τα «Κάρμινα Μπουράνα», καθώς αποτελεί ταυτόχρονα την εισαγωγή αλλά και τον επίλογο του συγκεκριμένου έργου. Έτσι δίνεται η εντύπωση ότι η καντάτα εκτελεί ουσιαστικά έναν κύκλο, όπως η ζωή και η τύχη.

 

Το «O Fortuna» πρόκειται για έναν απαισιόδοξο ύμνο στην απόλυτη κυριαρχία της μοίρας, την τραγική αδυναμία του ανθρώπου και την απελπιστική ματαιότητα της ζωής. Όχι και ό,τι πιο ταιριαστό στο πνεύμα αισιοδοξίας που συνήθως διέπει μια προεκλογική εκστρατεία. Αυτό όμως δεν είχε καμιά σημασία. Αν υπήρχαν κάποιοι που μπορούσαν να καταλάβουν τους στίχους, αυτοί σίγουρα θα ήταν ελάχιστοι. Το κομμάτι επιλέχθηκε για τη μουσική του, η οποία αποπνέει μια δύναμη τόσο ισχυρή που θα ταίριαζε ως υπόκρουση ριζοσπαστικών αλλαγών, όπως εκείνες που ευαγγελιζόταν ο Ανδρέας Παπανδρέου. Ήταν μια πολύ εύστοχη επιλογή για την ψυχολογία του πλήθους. Δεν είναι εξάλλου τυχαίο ότι το «O Fortuna» έχει χρησιμοποιηθεί παγκοσμίως σε κινηματογραφικές ταινίες, τηλεοπτικές σειρές, ραδιοφωνικές εκπομπές, διαφημίσεις, βιντεοπαιχνίδια, ακόμα και σε αθλητικές εκδηλώσεις. Δικαίως αποτελεί πλέον ένα από τα πιο αναγνωρίσιμα κομμάτια κλασικής μουσικής.

Ως κατακλείδα παρατίθεται η μετάφραση του «O Fortuna», για να δούμε τι έλεγαν πια αυτές οι μυστηριώδεις υμνωδίες που ακούγονταν τόσα χρόνια από τα μεγάφωνα, στις συγκεντρώσεις του ΠΑΣΟΚ.

«Ω Τύχη, που σαν το φεγγάρι αλλάζεις, αδιάκοπα μεγαλώνεις ή μικραίνεις. Ζωή μισητή, πρώτα βασανίζεις κι ύστερα ανακουφίζεις. Ανάλογα με τα κέφια σου, λιώνεις τη φτώχεια και τη δύναμη σαν τον πάγο.

Μοίρα απαίσια και κενή, τροχέ εσύ, που γυρίζεις. Είσαι κακόβουλη. Η ευτυχία είναι μάταιη και πάντα διαλύεται μέσα στις σκιές, σκεπασμένη. (Μοίρα) Είσαι ένα βάσανο και για μένα. Τώρα για να παίξεις, φέρνω τις γυμνές μου πλάτες μπροστά στην αχρειότητά σου.

Η Μοίρα τώρα είναι ενάντια στην ευημερία και την αρετή μου. Πρόθυμος ή απρόθυμος, πάντα είσαι σκλάβος της. Έτσι, αυτήν την ώρα, χωρίς καθυστέρηση, αγγίξτε το ρυθμό της χορδής. Και αφού η Μοίρα συντρίβει ακόμα και τους δυνατούς, θρηνήστε όλοι μαζί μου».