Τον Μάρτιο του 1976, ο φιλόσοφος Μισέλ Φουκό περιέγραψε την έλευση μιας «νέας λογικής» των κυβερνήσεων, ιδιαίτερα στις δυτικές φιλελεύθερες κοινωνίες. Ονομάτισε τις σκέψεις του «βιοπολιτική». Όπως περιέγραψε, τα κράτη θα γίνονταν όλο και πιο εμμονικά με την υγεία και την ευημερία των πληθυσμών τους.

Πράγματι, 40 χρόνια αργότερα τα δυτικά κράτη προωθούν σθεναρά την υγιεινή διατροφή, απαγορεύουν τον καπνό, ρυθμίζουν την κατανάλωση αλκοόλ, οργανώνουν ελέγχους για την πρόληψη του καρκίνου και βομβαρδίζουν με πληροφορία για τους κινδύνους από τη μία και την άλλη ασθένεια.

 

Ο Φουκό ποτέ δεν ισχυρίστηκε πως αυτή είναι μια κακή τάση -θεώρησε πως, στο κάτω κάτω, σώζει ζωές. Ωστόσο, προειδοποίησε ότι η τόσο μεγάλη σημασία στην υγεία και την ευημερία ενός πληθυσμού επιβάλλει τον αποκλεισμό εκείνων που υποτίθεται πως δεν έχουν δικαιώματα ή θεωρείται πως θέτουν σε κίνδυνο αυτό το «πρόγραμμα» μεγιστοποίησης της υγείας.

 

Δεν είναι ξεκάθαρο το αν είναι υπερβολή να σχολιάσουμε πως η βιοπολιτική είναι η πολιτική του «ζήσε και άσε τους άλλους να πεθάνουν». Πάντως, αυτό το παράδοξο ελάχιστες φορές έχει καταστεί τόσο αισθητό όσο σήμερα, κατά τη διάρκεια μιας κρίσης που βλέπει εκατοντάδες ανθρώπους να αναζητούν άσυλο στις ευρωπαϊκές κοινωνίες που επενδύουν τόσο στην υγεία μέσα στα σύνορά τους, ενώ την ίδια στιγμή υψώνουν όλο και πιο ανυπέρβλητα νομικά και άλλου είδους φράγματα για να κρατήσουν τους πρόσφυγες μακριά από τη δική τους ευημερία, συνδράμοντας ενεργά σε ανθρώπινους θανάτους.

 

Η σύρραξη στη Μέση Ανατολή μάς έχει γνωρίσει κάποιες από τις πλέον απεχθείς πρακτικές που μπορεί να παράγει ένας πόλεμος, περιλαμβανομένων αποκεφαλισμών, μαζικών βομβαρδισμών και επιθέσεων με χημικά όπλα. Είναι φυσικό ο κόσμος να φεύγει αναζητώντας καταφύγιο. Και τι κάνει η Ευρώπη; Αυτό ακριβώς που προέβλεψε ο Φουκό: τα κράτη συναγωνίζονται σε φαντασία και επινοητικότητα σχεδιάζοντας πολιτικές που θα εξασφαλίσουν πως οι πρόσφυγες δε θα έρθουν να διαταράξουν την υγιή και ευημερούσα φούσκα στην οποία ζουν.