Της Μαρίνας Κουρμπέλα (marinakourbela@gmail.com)
Αν ακούσετε για ευρωπαϊκά κονδύλια, που υπάρχει κίνδυνος να χαθούν γιατί δεν αξιοποιήθηκαν, ή δεν αξιοποιήθηκαν σωστά από κράτη-μέλη της Ε.Ε. στα οποία χορηγήθηκαν, δεν αφορούν την Ελλάδα.

Το σημερινό μας δημοσίευμα αφορά πέντε χώρες-μέλη, πιο αναπτυγμένες οικονομικά από την Ελλάδα, με καλή έως πολύ καλή οργάνωση, με Δημόσια Διοίκηση που λειτουργεί σωστά, σε διάφορο βαθμό, και καλές υποδομές.

Αφορά συγκεκριμένα την Ισπανία, την Ιταλία, τη Γερμανία, την Πολωνία και τη Σουηδία. Στο πλαίσιο ελέγχων που διενήργησε το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο της Ε.Ε. (ΕΕΣ), αξιολόγησε τις στρατηγικές της Επιτροπής και των κρατών-μελών σχετικά με τις θαλάσσιες εμπορευματικές μεταφορές στην Ε.Ε., καθώς και την οικονομική αποδοτικότητα που απέφεραν οι χρηματοδοτούμενες από την Ε.Ε. επεν­δύσεις στις λιμενικές υπηρεσίες.

 

Διαπιστώθηκε ότι οι στρατηγικές για την ανάπτυξη των λιμένων που εφαρμόζουν τα κράτη-μέλη και η Επιτροπή δεν παρείχαν επαρκή πληροφοριακά στοιχεία που να καθιστούν δυνατό τον αποτελεσματικό σχεδιασμό της δυναμικότητάς τους. Αποτέλεσμα αυτού ήταν οι επενδύσεις που πραγματοποιήθηκαν σε λιμενικές υποδομές με συγχρηματοδότηση της Ε.Ε. να είναι αναποτελεσματικές και μη βιώσιμες, ενώ υπάρχει μεγάλος κίνδυνος περίπου 400 εκατομμύρια ευρώ να έχουν επενδυθεί άσκοπα.

Σε πολλές περιπτώσεις οι οδικές και σιδηροδρομικές συνδέσεις με την ενδοχώρα των λιμένων ήταν ελλιπείς και ανεπαρκείς, πράγμα που σημαίνει ότι θα χρειαστεί πρόσθετη δημόσια χρηματοδότηση προκειμένου να τελεσφορήσουν οι επενδύσεις που έγιναν αρχικά στον εκάστοτε λιμένα.

 

Οι έλεγχοι διενεργήθηκαν μεταξύ Φεβρουαρίου 2015 και Απριλίου 2016 τόσο στην Επιτροπή, όπου συμμετείχαν οι αρμόδιες Γενικές Διευθύνσεις, όσο και στα πέντε κράτη-μέλη: την Ισπανία, την Ιταλία, τη Γερμανία, την Πολωνία και τη Σουηδία, στα οποία αντιστοιχεί το 60% όλων των κονδυλίων της Ε.Ε. που διατέθηκαν σε επενδύσεις για λιμενικές υποδομές μεταξύ 2000 και 2013 και, σύμφωνα με τη Eurostat, περίπου το 40% (βάσει αξίας) των διακινούμενων αγαθών που διήλθαν από όλους τους λιμένες της Ε.Ε. το 2013.

Επισκέψεις ελέγχου έγιναν σε 19 θαλάσσιους λιμένες προκειμένου να εξεταστούν τα αποτελέσματα των επενδύσεων σε λιμενικές υποδομές που πραγματοποιήθηκαν με χρηματοδότηση της Ε.Ε.

 

Οι λιμένες αυτοί επελέγησαν βάσει της τοποθεσίας τους (δηλαδή, της εγγύτητάς τους σε άλλους που παρείχαν παρόμοιες υπηρεσίες), του συνολι­κού ποσού χρηματοδότησης της Ε.Ε. που εισέπραξαν και του βαθμού στον οποίο είχαν κατασκευαστεί εκεί υποδομές για συγκεκριμένο ιδιωτικό φορέα εκμετάλλευσης. Επελέγησαν, επίσης, λιμένες για τους οποίους, στην προηγούμενη έκθεσή του το ΕΕΣ, του 2012, είχε διαπιστωθεί ότι διέθεταν υποδομές που είτε παρέμεναν εντελώς ανεκμετάλλευ­τες είτε δεν συνδέονταν ικανοποιητικά με την ενδοχώρα.

 

Επίσης, καταρτίστηκαν ειδικές μελέτες περιπτώσεων σε γειτονικούς λιμένες στη βορειοδυτική ακτή της Ιταλίας (Genova, La Spezia, Livorno και Savona) και στην Αδριατική θάλασσα στην Ιταλία, τη Σλοβενία και την Κροατία [λιμένες της Ένωσης Λιμένων Βόρειας Αδρια­τικής (NAPA): Βενετίας, Trieste, Koper και Rijeka] προκειμένου να αξιολογηθούν οι δυνατότητες και τα πλεονεκτήματα της διαλιμενικής συνεργασίας, καθώς και μελέτη περίπτωσης στη Γερμανία με αντικείμενο το Nord-Ostsee-Kanal (NOK).

Η εξέτασή κάλυψε επενδύσεις σε λιμενικές υποδομές που χρηματοδοτήθηκαν από την Ε.Ε. με ποσό ύψους 1,4 δισεκατομμυρίου ευρώ μεταξύ 2000 και 2013 (περίπου το 20% του συνόλου της συγχρηματοδότησης της Ε.Ε.).

 

ivirno

 

Στο πλαίσιο του ελέγχου διαπιστώθηκε ότι και τα πέντε κράτη μέλη στα οποία πραγματοποιήθηκαν επισκέψεις είχαν θέσει σε εφαρμογή μακροπρόθεσμη στρατηγική για τους λιμένες έως το τέλος του 2015. Η Ισπανία είχε αρχίσει να καταρτίζει ήδη από το 1998 και το 2000 σχέδια εγγράφων προς υποστήριξη της στρατηγικής της, τα οποία ολοκλήρωσε το 2005 και το 2013 αντιστοίχως. Η Πολωνία διαθέτει σχέδιο από το 2007, η Γερμανία από το 2009, η Σουηδία από το 2010 και η Ιταλία μόλις από το 2015. Στη Γερμανία, η σχετική στρατηγική αναθεωρήθηκε το 2016, ενώ η στρατηγική της Σουηδίας επικαιροποιούνταν ανά τακτά διαστήματα.

 

Αξιολόγηση
Αξιολογήθηκαν οι στρατηγικές της Επιτροπής και των κρατών μελών σχετικά με τις θαλάσσιες εμπορευματικές μεταφορές στην ΕΕ, καθώς και την οικονομική αποδοτικότητα που απέφεραν οι χρηματοδοτούμενες από την ΕΕ επενδύσεις σε λιμένες, όπου εγινε έλεγχος σε 37 έργα για πρώτη φορά και υποβλήθηκαν σε επανεξέταση πέντε έργα. Συνολικά, στο πλαίσιο του ελέγχου διαπιστώθηκαν τα εξής:

 

— Οι μακροπρόθεσμες στρατηγικές για την ανάπτυξη των λιμένων που εφαρμόζουν τα κράτη μέλη και η Επιτροπή δεν αποτέλεσαν άρτια και συνεκτική βάση, αφενός, για τον σχεδιασμό της δυναμικότητας που χρειάζονται οι λιμένες της ΕΕ και, αφετέρου, για τον προσδιορισμό της χρηματοδότησης που απαιτείται τόσο από πόρους της ΕΕ όσο και από εθνικούς δημόσιους πόρους για λιμενικές υποδομές.

 

— Η χρηματοδότηση παρόμοιων λιμενικών υποδομών και ανωδομών σε γειτονικούς λιμένες οδηγεί σε αναποτελεσματικές και μη βιώσιμες επενδύσεις: βάσει των 30 από τα 37 ελεγχθέντα έργα που είχαν ήδη ολοκληρωθεί μεταξύ 2000 και 2013, ανά τρία ευρώ το ένα (το οποίο αντιστοιχεί σε 194 εκατομμύρια ευρώ για 12 έργα) έχει επενδυθεί μέχρι στιγμής αναποτελεσματικά.

 

— Περίπου το ήμισυ της σχετικής χρηματοδότησης (97 εκατομμύρια ευρώ χρηματοδοτικών πόρων της ΕΕ για 9 έργα) επενδύθηκε σε υποδομές που βρίσκονταν σε αχρηστία ή υποχρησιμοποιούνταν σε μεγάλο βαθμό για πάνω από τρία χρόνια μετά την ολοκλήρωση των εργασιών. Το γεγονός αυτό καταδεικνύει τις αδυναμίες της εκ των προτέρων εκτίμησης των αναγκών, ενώ φανερώνει παράλληλα τον μεγάλο κίνδυνο διασπάθισης των επενδυόμενων ποσών.

 

— Η παρατήρηση αυτή ισχύει και για τους πέντε επαναξιολογηθέντες λιμένες που είχαν ελεγχθεί ήδη το 2010. Από την επαναξιολόγηση αυτή προκύπτει ότι, συνολικά, η οικονομική αποδοτικότητά τους είναι περιορισμένη: η χρήση της χρηματοδοτηθείσας από την ΕΕ δυναμικότητας των λιμένων αυτών εξακολουθούσε να είναι ανεπαρκής μολονότι αυτοί λειτουργούσαν ήδη άνω της δεκαετίας. Οι λιμενικές περιοχές σε τέσσερις λιμένες εξακολουθούσαν να υποχρησιμοποιούνται σε μεγάλο βαθμό ή παρέμεναν εντελώς ανεκμετάλλευτες.

 

— Συνολικά, κρίθηκε ότι επενδύσεις ύψους 292 εκατομμυρίων ευρώ χρησιμοποιήθηκαν αναποτελεσματικά.

 

— Οι υπερβάσεις κόστους και οι καθυστερήσεις είναι επίσης δηλωτικές των ανεπαρκειών που υπάρχουν στις επενδύσεις σε λιμενικές υποδομές που ελέγχθηκαν. Συνολικά, για τα χρηματοδοτηθέντα από την ΕΕ έργα σημείωσαν υπερβάσεις κόστους ύψους 139 εκατομμυρίων ευρώ. Επιπλέον, σε 19 από τα 30 ολοκληρωμένα έργα διαπιστώθηκαν καθυστερήσεις, εκ των οποίων σε 12 οι καθυστερήσεις ξεπέρασαν την προγραμματισμένη διάρκεια του έργου σε ποσοστό άνω του 20 %. Σε σχέση με την αρχικώς προβλεφθείσα διάρκεια, οι καθυστερήσεις άγγιξαν έως και το 136 %. Από τα επτά έργα (στα οποία αντιστοιχούν 524 εκατομμύρια ευρώ χρηματοδοτικών πόρων από την ΕΕ) που δεν είχαν ολοκληρωθεί κατά τον χρόνο του ελέγχου, τα έξι σημείωναν επιπλέον καθυστέρηση.

 

— Διαπιστώθηκε ότι σε πολλές περιπτώσεις η σύνδεση με την ενδοχώρα ήταν ελλιπής και ανεπαρκής, δηλαδή, δεν υπήρχαν οι απαιτούμενες οδικές και σιδηροδρομικές συνδέσεις, και για τον λόγο αυτό θα χρειαστεί πρόσθετη δημόσια χρηματοδότηση προκειμένου να τελεσφορήσουν οι επενδύσεις που έγιναν αρχικά στον λιμένα.

 

— Τόσο ο εσωτερικός συντονισμός στους κόλπους της Επιτροπής όσο και η διαδικασία που προβλέπεται μεταξύ ΕΤΕπ και Επιτροπής για την αξιολόγηση των προτεινόμενων δανείων της ΕΤΕπ για λιμενικές υποδομές δε λειτούργησαν κατά τον ενδεδειγμένο τρόπο, δεδομένου ότι η ΕΤΕπ δεν κοινοποιεί στην Επιτροπή όλες τις σχετικές πληροφορίες. Επιπλέον, παρόλο που, για ορισμένες δανειοδοτικές προτάσεις, η Επιτροπή επισήμανε σε εσωτερικό επίπεδο σημαντικά προβλήματα, δεν τα γνωστοποίησε στην ΕΤΕπ υπό τη μορφή αρνητικής γνώμης.

 

— Τέλος, η Επιτροπή δεν έλαβε τα απαραίτητα μέτρα στους τομείς των κρατικών ενισχύσεων και των τελωνειακών διαδικασιών προκειμένου να κατοχυρώσει τον ισότιμο ανταγωνισμό των λιμένων. Ο έλεγχος που ασκεί η Επιτροπή επί των κρατικών ενισχύσεων θα μπορούσε να είναι περισσότερο προορατικός και αποτελεσματικότερος εάν αυτή παρακολουθούσε εκ των υστέρων κατά πόσον οι όροι υπό τους οποίους είχαν ληφθεί προηγούμενες αποφάσεις (π.χ για εκχωρήσεις) παρέμεναν ως είχαν ή εάν αρνούνταν τη χορήγηση στήριξης σε ανωδομές για συγκεκριμένους χρήστες.

 

Για παράδειγμα, έργα που περιλάμβαναν ανωδομές οι οποίες χρησιμοποιούνταν από ιδιωτικούς φορείς εκμετάλλευσης συγχρηματοδοτήθηκαν με περίπου 92,5 εκατομμύρια ευρώ από τον προϋπολογισμό της Ε.Ε.

Πηγή: Blog:marina anastas.kourbela