Ο Πέτρος Θέμελης που θα κηδευτεί την Τετάρτη 11 το πρωί στην Αγία Ειρήνη της οδού Αιόλου στην Αθήνα και θα ταφεί την Πέμπτη (2 μ.μ.) στην Αρχαία Μεσσήνη, τον αρχαιολογικό χώρο που ο ίδιος ανάσκαψε, αναστύλωσε και ανέδειξε, υπήρξε χωρίς υπερβολή μια σπάνια μορφή στη σύγχρονη ελληνική Αρχαιολογία.

Γιατί δεν ήταν όπως και αρκετοί άλλοι ένας καλός θεωρητικός της επιστήμης του, ούτε μόνο ένας ακούραστος ανασκαφέας. Ηταν πρωτίστως ένας άνθρωπος τολμηρός που έβαζε μεγάλους στόχους, συχνά υπεράνω των δυνάμεων του, τους οποίους κατάφερνε να πραγματοποιήσει.

Ετσι, ενώ παρέλαβε κάποια σιωπηλά ερείπια στην Αρχαία Μεσσήνη, μέσα σε λιγότερο από τέσσερις δεκαετίες παρέδωσε στη χώρα και στον κόσμο ολόκληρο, μια τεράστια πόλη των Ελληνιστικών χρόνων, με το Στάδιο, το θέατρο, το Εκκλησιαστήριο (Ωδείο), τα ιερά και πλήθος άλλων οικοδομημάτων, όλα αναστηλωμένα.

Αυτός ο μικρός το δέμας άνθρωπος, όταν ξεναγούσε όλο πάθος στην πόλη που ο ίδιος ξαναζωντάνεψε, φάνταζε γίγαντας. Ολοι γνώριζαν τον σισύφειο αγώνα του να εμπνεύσει τους “έχοντες¨” να χρηματοδοτήσουν αυτό το έργο που το δημόσιο αδυνατούσε ή δεν ήθελε να στηρίξει.

Ανθρωπος προσινής, καλοπροαίρετος, χαμηλών τόνων, πρόθυμος να βοηθήσει όσους νέους ήθελαν να αφοσιωθούν στην αρχαιολογική έρευνα, δεν αρνήθηκε ποτέ ούτε και σε εμάς τους δημοσιογράφους να μοιραστεί τη γνώση του και την εμπειρία του.

Οι απόψεις του στη διαχείριση των μνημείων ήταν μίλια μπροστά από την καθεστωτική αντίληψη της αρχαιολογικής υπηρεσίας που εννοούσε ότι οι αρχαιότητες ανήκουν στους αρχαιολόγους. Εκείνος πίστευε ότι τα μνημεία ανήκουν στο κοινό και ο αρχαιολόγος έχει χρέος να τα καταστήσει κοινό κτήμα. Ανοιγε το χώρο σε ποιοτικές πολιτιστικές εκδηλώσεις, πρόσφερε την εμπειρία της ανασκαφής σε όσους το επιθυμούσαν καθιστώντας τους λάτρεις της πολιτιστικής κληρονομιάς. αμύητους Δεν δίστασε να προτείνει την δημιουργία ενός φωτοβολταϊκού πάρκου σε ένα τμήμα του αρχαιολογικού χώρου μακριά από τα ανασκαμμένα μνημεία προκειμένου να εξασφαλιστεί δωρεάν ηλεκτρικός φωτισμός στο χώρο. Είναι περιττό να πούμε ότι οι συνάδελφοί του στο Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο δεν ενέκριναν την πρότασή του.

Ποιές ήταν όμως οι καταβολές του ανεξάρτητου και πρωτοπόρου αυτού πνεύματος. Ηταν γιός του υπερρεαλιστή ποιητή Γιώργου Θέμελη, και ως εκ τούτου μεγάλωσε στην πνευματική ελίτ της μεταπολεμικής Θεσσαλονίκης. Φοίτησε στη Φιλοσοφική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου και είχε την τύχη να μαθητεύσει σε κορυφαίους ακαδημαϊκούς δασκάλους.

Πέρασε από όλες τις θέσεις που μπορεί να λάβει ένας Ελληνας αρχαιολόγος. Μπήκε στην Αρχαιολογική Υπηρεσία την οποία υπηρέτησε ως. Επιμελητής και Έφορος Αρχαιοτήτων στην Πελοπόννησο και τη Στερεά Ελλάδα, ως Διευθυντής του Αρχαιολογικού Μουσείου Δελφών, ως Προϊστάμενος της Εφορείας Παλαιοανθρωπολογίας- Σπηλαιολογίας, ως μέλος ή διευθυντής ανασκαφικών ομάδων στη Βεργίνα, στην Πέλλα, στην Ολυμπία, στους Δελφούς, στην Ερέτρια και στο Κάλλιο. Στη συνέχεια έγινε καθηγητής και δίδαξε εκατοντάδες φοιτητές στο Πανεπιστήμιο Κρήτης.

Ωστόσο, όλοι θα τον θυμούνται γιατί αφιέρωσε τη ζωή του στη ανασκαφή, την αποκατάσταση και της ανάδειξη της Αρχαίας Μεσσήνης. Δικαιούται λοιπόν της τιμής να ταφεί στον αρχαιολογικό χώρο που σήμερα ακτινοβολεί χάρις στις δικές του άοκνες προσπάθειες. Η ταφή του θα γίνει την Πέμπτη στις 2 μ.μ. στην Αρχαία Μεσσήνη.