Της Ζωής Τόλη

Η θεατρική παράσταση «Στη μνήμη ενός μικρού παιδιού», παρουσιάστηκε στον προαύλιο χώρο του Ασύλου Ανιάτων στην Κυψέλη, σε σκηνοθεσία της Ιόλης Ανδρεάδη.

Μια θεατρική παράσταση, βασισμένη σε πραγματικά γεγονότα, μετά από δεκαετή ενδελεχή έρευνα του Άρη Ασπρούλη, σε ιστορικά αρχεία, δημοσιεύματα της εποχής και σε πλειστηριασμούς παλαιών βιβλίων.

Το κείμενο που διαμορφώθηκε ανήκει σε εκείνον και στην Ιόλη Ανδρεάδη, η οποία φρόντισε με επαγγελματισμό και την κίνηση και τα φώτα. Τη λιτή, αλλά λειτουργική σκηνογραφία και τα ευάρμοστα κοστούμια υπογράφει η Πηνελόπη Ασλάνογλου και την επιμέλεια της μεταφυσικής/υποβλητικής μουσικής έχει ο Αλέξανδρος Γκόνης. Μία αξιοπρεπής παραγωγή της εταιρείας 1+1.

Σκηνοθεσία:
Πάνω σε ένα καμβά ποίησης, ονείρου, μυστηρίου, αυτοκτονιών, συναισθηματικών αδιεξόδων και αποκρυφισμού, η Ιόλη Ανδρεάδη, δημιουργεί ένα ευφυές αστυνομικό θρίλερ. Το προϊόν που γεννιέται είναι αδιαμφισβήτητα καλλιτεχνικό. Δράση σε δύο επίπεδα, στο τότε και το τώρα, πρόσωπα ιστορικά – πέντε στον αριθμό -, αλλά και ισάριθμα μυθοπλαστικά, δημιουργούν ατμόσφαιρα απόκοσμη, αλλά ταυτόχρονα και πραγματιστική.

Οι νοηματικοί άξονες εμπλουτίζονται δραματουργικά με τις σιωπές και τις παύσεις που αναδίδουν ιίσως ένα άρωμα βωβού κινηματογράφου.

Το παραγόμενο κλίμα επιβάλλεται με τους γρίφους, την ψυχολογική ολισθηρότητα και το άφθονο μυσταγωγικό στοιχείο.

Αγωνία, σασπένς, ιδεαλιστικοί έρωτες, δολοφονίες, ευαίσθητες υπάρξεις και όχι μόνο, αποτυπώνουν μια ολόκληρη εποχή της καλλιτεχνικής Αθήνας, ιδωμένη από τη δυσδιάκριτη/ σκοτεινή της πλευρά.
Αξιοσημείωτες η εικονοποιία, με τις ιδιαίτερες φιγούρες που κατασκεύασε ο Γιάγκος Ανδρεάδης και η φοβερή / ποικίλη μουσική υπόκρουση. Αυτά, μαζί με συγκεκριμένα σκηνοθετικά ευρήματα, εντάσσονται στο γενικό πλαίσιο στησίματος μιας καλοδουλεμένες θεατρικής παράστασης που έχει το δικό της στόχο και τη δική της σφραγίδα.

Το κίνητρο στον Άρη Ασπρούλη για αυτή τη δύσκολη ομολογουμένως έρευνα, έδωσε το ερωτικό διήγημα του συγγραφέα Πλάτωνα Ροδοκανάκη, (1883- 1919), με τίτλο , «Το Βυσσινί Τριαντάφυλλο», που κυκλοφόρησε το 1912. Ένα έργο που ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων στην εποχή του, και ο συγγραφέας του θεωρείται ο κατεξοχήν εκπρόσωπος του αισθητισμού στην πεζογραφία μας.

Θα μπορούσε να διακρίνει κανείς κάποια «κοινά» σημεία με τη θεματική των καταραμένων ποιητών, ειδικά στα ζητήματα του έρωτα, του θανάτου και της εκφραστικής τόλμης, χωρίς φραγμούς.

Ο γεμάτος σύμβολα λόγος, η λυτρωτική έκφραση, η αλληγορική κίνηση και η λυρική μέθη, απογειώνουν το δραματικό χαρακτήρα του θεματικού πυρήνα.

Το σκηνικό – χώρος ιστορικός-, συνδέεται άμεσα με την επιφανή / παράξενη οικογένεια Ροδοκανάκη. Από το 1901, το οίκημα που κατοικούσαν οι Ροδοκανάκηδες, θα περάσει στο Άσυλο Ανιάτων.

Ερμηνείες:

Παίζουν, οι Ρούλα Πατεράκη, κόμισσα, η Δέσποινα Σαραφείδου, γυναίκα και ο Κώστας Νικούλι, ως Ροδοκανάκης και Άντρας.

Και οι τρεις τους υπηρέτησαν με ζήλο από το δικό τους βήμα / ρόλο, τη δραματουργική στόφα ενός πολυεπίπεδου συγγράμματος.

Είδαμε μια Ρούλα Πατεράκη, να ύφαίνει με αξιοζήλευτο μεράκι κάθε πτυχή της ηρωϊδας που ενσαρκώνει. Με τη βαθιά θεατρική γνώση της, είναι από μόνη της, ένα κεφάλαιο πλούσιας σκηνικής διαφάνειας και πλαστικής εσωτερικότητας.

Η βραβευμένη Δέσποινα Σαραφείδου σαν να βγήκε από ένα άλλο κόσμο, αέρινη, εκρηκτική, χυμώδης, πηγαία.

Ο νεαρός φέρελπις Κώστας Νικούλι, συνετός, δυνατός, καίριος, αποδεικνύει το εύρος του ταλέντου του, εξελισσόμενος.

Αξιολόγηση:

«Στη μνήμη ενός μικρού παιδιού», αεικίνητη, χειροποίητη σύνθεση με φαντασία, αμφισημία και απρόβλεπτη πλοκή που σε καθηλώνει, με βαθιές υποκρίσεις που σε κάνουν να «νιώσεις», να επηρεαστείς. Και αυτό δεν αποτελεί δεδομένο, δηλαδή να επικοινωνήσεις με τη ζωντανή θεατρική πράξη, τη στιγμή της δράσης. Αυτή η μέθεξη είναι και το ζητούμενο από μια τέτοια επιβλητική εικαστική περιπέτεια με επίκεντρο τον ποιητικό λόγο και τις ευκρινείς μυρωδιές του παρελθόντος.

Γόνιμη παράσταση με αισθητική και δραματική καλλιέπεια που συνταράζει το «μέσα» μας, σε ένα χώρο έντονα ενεργειακό και θετικά εύγλωττο που προκαλεί ένα κάποιο δέος.

«Κύριε Ροδοκανάκη μου, δύο πράματα ωραία έχει ο κόσμος: τον έρωτα και τον θάνατο. Αλίμονο σε όποιον πάει να τα ξεχωρίσει».