Tης Ζωής Τόλη

«Φροσύνη», έργο του Στέφανου Παπατρέχα, παρουσιάζεται στο θέατρο Άβατον, σε σκηνοθεσία του Λάζαρου Βαρτάνη και του ίδιου του συγγραφέα. Τα λιτά σκηνικά και τα ποικίλα κοστούμια της Έλλης Εμπεδοκλή, οι εναρμονισμένοι φωτισμοί του Λευτέρη Παυλόπουλου και η υποβλητική μουσική της Σίσσυς Βλαχογιάννη, ολοκληρώνουν την εικόνα του ατμοσφαιρικού κλίματος.

Στο μονόλογο πρωταγωνιστεί η Σύνθια Μπατσή, ταλαντούχα νεαρή ηθοποιός που σκύβει με σεβασμό, ευθυβολία και δεινότητα στο θεατρικό πόνημα. Ο Στέφανος Παπατρέχας έγραψε ένα εξαιρετικό κείμενο, με ποιητικό ρεαλισμό, ένα έργο με πολλούς συμβολισμούς και διαχρονικά μηνύματα.

Παρακολουθήσαμε μία επιμελημένη παράσταση, στηριζόμενη στο ποιοτικό κείμενο κατά κύριο λόγο, στην ευέλικτη σκηνοθεσία, αλλά και στην εκρηκτική υποκριτική τέχνη της ηρωίδας.

Μία υπαρξιακή μελέτη πάνω στην προσωπικότητα της κυρα – Φροσύνης, το πρόσωπο θρύλο των Ιωαννίνων που έγραψε τη δική του ιστορία.

«Φροσύνη», είμαστε όλοι μας, γυναίκες και άντρες που πληρώνουμε τις όποιες επιλογές μας, κόντρα στα δεδομένα της εκάστοτε εποχής, προκαλώντας τα «χρηστά ήθη». Όσοι αρνούνται να υπομένουν τα καταπιεσμένα «θέλω» τους και αντιστέκονται πληρώνοντας το τίμημα.

Έτσι η νεαρή αυτή γυναίκα, γίνεται σύμβολο όλων εκείνων που δέσμιοι των επιθυμιών τους και υποταγμένοι στις προσδοκίες των άλλων, δεν αξιώθηκαν την αναγνώριση της πραγματικής τους ποιότητας, όσο ζούσαν.

Ο θεατής παρατηρεί με μελανά χρώματα την καταβύθιση, πραγματική και μεταφορική αυτής της ύπαρξης και πώς η αδηφάγα κοινωνία κατασπαράζει ό,τι ξένο ή διαφορετικό και ανοίκειο την απειλεί.

Το πορτραίτο της ηρωίδας σκιαγραφεί με ευλύγιστη τεχνική η Σύνθια Μπατσή που κινείται στη σκηνή με ευγλωττία και στηρίζει πληθωρικά τη μελοδραματική αρτιμέλεια και βαθύτητα του έργου. Περιγράφει αναλυτικά την ψυχολογία της Φροσύνης την τελευταία νύχτα πριν τον πνιγμό της. Ο επικείμενος θάνατος ισχυροποιεί την αγάπη της για ζωή, αγάπη, κατανόηση και αποτυπώνει με σαφήνεια την τραγικότητα του προσώπου της. Μέσα από την εξομολόγησή της συναντά τα ιδανικά και τις βασικές αρχές του συλλογικού ασυνείδητου, τις ταυτόσημες με την ελεύθερη διαχείριση του ΕΑΥΤΟΥ.

Η ετερότητά της, υπακούοντας στα πρωτογενή ένστικτα του έρωτα και της ζωής, αποτελεί το όχημα για τον χυδαίο και δημόσιο εξευτελισμό της.

«Η πόρνη, η γυναίκα που πρόδωσε την πατρίδα, η ξεδιάντροπη, ….. Κι εγώ σαν ένα παιδί σε ένα σταυροδρόμι, μετέωρη ανάμεσα σε όλα αυτά». Λόγια της Φροσύνης, κοφτερά σαν μαχαίρι, δείχνουν τον πόνο, τη μοναξιά και το αδιέξοδο που ζούσε, στιγματισμένη από την κατακραυγή του κόσμου. Μια γυναίκα όμορφη που τόλμησε να ερωτευτεί παράνομα, τον Μουχτάρ, το γιο του Αλή Πασά, κατηγορήθηκε ανελέητα, σχετικά πάντα με το status της εποχής. Δεν συμμορφώθηκε προς τις υποδείξεις του κυρίαρχου Λόγου, γι αυτό και τιμωρήθηκε με τραγικό θάνατο, μαζί με άλλες δεκαεπτά γυναίκες. Τις άφησαν δεμένες να πνιγούν στη λίμνη Παμβώτιδα, μετά από διαταγή του Αλή Πασά, ως δημόσιος κίνδυνος και υπάρξεις ελευθερίων ηθών.

Η σκηνοθετική οπτική θεμελιώνει σε βάθος και έκταση τη σκηνική πράξη και ακολουθώντας «την φιλοσοφία» της θεατρικής συγγραφής, δικαιώνει την απόπειρα των Λάζαρου Βαρτάνη και Στέφανου Παπατρέχα. Η συνεργασία τους παρέχει ένα αξιόλογο αισθητικό προϊόν, πέρα από την τυπικότητα κάθε καθησυχαστικού στερεοτύπου. Η μεταστροφή της συμπεριφοράς της πρωταγωνίστριας από την αρχή μέχρι το τέλος, οι βαθμιαίες ψυχολογικές της κλιμακώσεις και η εγγύτητα στην ιδιοσυγκρασία της Φροσύνης, δείχνουν την αριστοτεχνική διαχείριση του υλικού από τους δύο σκηνοθέτες. Και οπωσδήποτε την ευρεία γκάμα του ταλέντου της Σύνθιας Μπατσή, σε ένα μονόλογο αντικειμενικά δύσκολο. Σε ορισμένες σκηνές ακούγεται η φωνή του Αιμίλιου Χειλάκη, να συνομιλεί τηλεφωνικά με την ηρωίδα.

Συνολικά η «Φροσύνη», είναι μία αξιοπρόσεκτη, ποιοτική δουλειά, γεννώντας προβληματισμό στους θεατές γύρω από το ανθρώπινο δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού. Πώς χωρίς εξωφρενικές αναστολές και ρατσιστικές μεθόδους μπορεί ο σύγχρονος άνθρωπος να επιλέγει ελεύθερα τη ζωή που θέλει να κάνει, σε μια παγκόσμια κοινωνία που θα σέβεται τα προσωπικά δεδομένα και τη διάκριση της εξατομίκευσης.