Η Λυδία Κονιόρδου θριαμβολογεί για το ηλεκτρονικό εισιτήριο που εφαρμόζεται εδώ και λίγο καιρό πιλοτικά σε λίγους αρχαιολογικούς χώρους, αδιαφορώντας για το γεγονός ότι καθημερινά στην Ακρόπολη σχηματίζεται ουρά εκατοντάδων μέτρων στα εκδοτήρια εισιτηρίων (χθεσινή φωτό).

Ασχολείται μόνο με τις επιχορηγήσεις θεατρικών και χορευτικών σχημάτων και κάνει τον ανήξερο για οτιδήποτε άλλο συμβαίνει σε αρχαιολογικούς χώρους και μουσεία εν μέσω θέρους με εκατομμύρια τουρίστες στη χώρα μας.  Απόδειξη ότι έκρυβε πάνω από 15 μέρες την φθορά που υπέστησαν στις 28 Ιουλίου περίπου 100 εικόνες και άλλα εκθέματα από δύο γυναίκες οι οποίες ράντιζαν επί δίωρο ανενόχλητες με λάδι και παραφινέλαιο ό,τι έβρισκαν μέσα στο Χριστιανικό και Βυζαντινό Μουσείο. 

Αν δεν είχε αποκαλύψει το γεγονός η Γιώτα Συκκά στην Καθημερινή το γεγονός θα έμενε στην αφάνεια κι ίσως κανείς να μην νοιαζόταν για το ξέφραγο αμπέλι σε ένα από τα πιό σημαντικά μουσεία του κέντρου της Αθήνας. Την ώρα πάντως της δράσης των δύο γυναικών εργάζονταν στο μουσείο 25 φύλακες.

Το 90% αυτών ήταν έκτακτοι, αποφαίνεται ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ενωσης Υπαλλήλων Φύλαξης Αρχαιοτήτων Γιάννης Μαυρικόπουλος για να πει ότι δεν είναι εκπαιδευμένοι, αποσιωπώντας βέβαια το γεγονός ότι όφειλαν οι μόνιμοι φύλακες να πάρουν σταδιακά την καλοκαιρινή τους άδεια έτσι ώστε να μην  αφήσουν το μουσείο στους «ανεκπαίδευτους» έκτακτους. Απεδείχθη ότι στις αίθουσες που οι φύλακες αντελήφθησαν ότι οι δύο γυναίκες πήγαιναν να αγγίξουν τα εκθέματα  και τους έκαναν παρατήρηση, οι περίεργες αυτές επισκέπτριες, δεν συνέχισαν το έργο τους παρά μόνο εκεί που δεν τους έβλεπε κανείς. Ούτε οι κάμερες μπορούν να βοηθήσουν στην αναγνώριση των προσώπων τους καθώς οι εικόνες απεδείχθη πως ήταν θολές. 

Ετσι, κατάφεραν να λαδώσουν έναν παλαιοχριστιανικό άμβωνα, κιβωτιόσχημους τάφους, τοίχους, βιτρίνες και κυρίως εικόνες ανεκτίμητης αξίας και να προκαλέσουν ανεπανόρθωτη ζημιά σε έναν σταυρό κοπτικής τέχνης, καθώς το ξύλο ποτίστηκε με το υλικό σε βάθος.  Η έκταση της δράση τους που έφθασε μέχρι τη βίλα Ιλίσια όπου γίνονται οι περιοδικές εκθέσεις, αποκαλύφθηκε την επομένη μέρα.

Κανείς από το ΥΠΠΟΑ και πρωτίστως η υπουργός Λυδία Κονιόρδου, ενδιαφέρθηκε να επισκεφθεί το μουσείο για να διαπιστώσει από κοντά το μέγεθος της ζημιάς. Μετά την αποκάλυψη του βανδαλισμού από την εφημερίδα, πήγε στο ΧΒΜ η νέα γεν. διευθύντρια Τζένη Βελένη προκειμένου να ενημερωθεί από την διευθύντρια του Μουσείου Αικατερίνη Δελαπόρτα.   Ηδη είχε επιληφθεί της υπόθεσης η Γενική Ασφάλεια και το Υπουργείο διέταξε Ενορκη Διοικητική Εξέταση, όπου ως συνήθως δεν θα φταίει κανείς.

Eν τω μεταξύ το σωματείο των αρχαιοφυλάκων, η ΠΕΥΦΑ με σημερινή ανακοίνωσή του δηλώνει ότι «η ευθύνη δεν βαραίνει μόνο τους Αρχαιοφύλακες, αλλά και την διεύθυνση του Μουσείου. Όλοι γνωρίζουμε ότι για να λειτουργήσει ένα σύστημα ασφάλειας, προϋποθέτει συγκεκριμένους κανόνες, δηλαδή υποδομές όπως π.χ. μια ιματιοθήκη όπου ο επισκέπτης υποχρεωτικά πρέπει να αφήσει τσάντες, σακίδια κλπ, τα οποία θα μπορούσαν εν δυνάμει να κρύβουν αντικείμενα πιθανού βανδαλισμού.

Σας ενημερώνουμε λοιπόν ότι το Βυζαντινό & Χριστιανικό Μουσείο καθώς και η συντριπτική πλειονότητα των Μουσείων, δεν διαθέτει τέτοιους ανάλογους χώρους όπου υποχρεωτικά στην παρούσα φάση, οι συγκεκριμένες επισκέπτριες θα είχαν αφήσει τις μεγάλες τσάντες που κουβαλούσαν μαζί τους με τα διάφορα σύνεργα που χρησιμοποίησαν.

Αυτό όμως μόνο φταίει; Όχι βέβαια! Και σταματάμε εδώ, διότι δεν θέλουμε να αναφέρουμε πιο πολλά σχετικά με την φύλαξη Μουσείων & Αρχ/κων Χώρων.

Θα θέλαμε πάντως πάρα πολύ να μας πει η λαλίστατη διευθύντρια του εν λόγου Μουσείου, τι έχει κάνει για την θωράκιση του χώρου που διευθύνει; Έχει ενδιαφερθεί για την ασφαλή λειτουργία της φύλαξης ή το μοναδικό της ενδιαφέρον ήταν οι καθημερινές εκδηλώσεις παντός τύπου;»