Ενα ξύλινο λατρευτικό είδωλο επενδεδυμένο με λεπτά φύλλα χρυσού  υπήρχε κάτω από έναν λίθινο  βωμό του ανακτόρου της Ζωμίνθου, στην Κρήτη. Η σπουδαία αυτή ανακάλυψη έγινε κατά την φετεινή ανασκαφή της Αρχαιολογικής Εταρείας που διενεργείται υπό την διεύθυνση της επίτιμης Διευθύντριας Αρχαιοτήτων δρος Εφης Σαπουνά-Σακελλαράκη.

 Στη Ζώμινθο (7 χλμ. από τα Ανώγεια) και σε υψόμετρο 1200 μ. αποκαλύπτεται τα τελευταία χρόνια ένα  τεράστιο συγκρότημα με διώροφα και τριώροφα κτήρια, ένα πολιτικό, οικονομικό και θρησκευτικό κέντρο που γειτνιάζει με το Ιδαίο Αντρο, το οποίο ακτινοβολούσε στην Ανατολική Μεσόγειο, την Εγγύς Ανατολή και την Αίγυπτο.

Το ανάκτορο της Ζωμίνθου παρουσιάζει μακραίωνη ιστορία από τη Μινωϊκή περίοδο μέχρι τη Βενετοκρατία, όπως αναφέρεται και στο σκεπτικό έγκρισης ποσού 400.120 ευρώ της Περιφέρειας Κρήτης  για να γίνουν οι αναγκαίες υποδομές και  να καταστεί ο κηρυγμένος αυτός αρχαιολογικός χώρος επισκέψιμος. Σύμφωνα με την απόφαση που υπέγραψε ο περιφερειάρχης Σταύρος Αρναουτάκης θα γίνει διαμόρφωση νέας εισόδου, πορεία  επισκεπτών, στάσεις, καθιστικά, πάρκιγκ, υποδομές για ΑΜΕΑ και ενημερωτικές πινακίδες (με γραφή Braille). Οι ανασκαφές βεβαίως θα συνεχιστούν και μετά το άνοιγμα του χώρου στο κοινό.

 Το ενδιαφέρον της φετεινής έρευνας είναι ότι η ύπαρξη του χρυσού ξύλινου ειδώλου ανακαλύφθηκε από ένα τυχαίο εύρημα. Μετά από βροχή εντοπίστηκε στο λίθινο βωμό του συγκροτήματος ένα μικρό χρυσό έλασμα. Ακολούθησε έρευνα κάτω από αυτό το λίθινο στρώμα του βωμού, όπου επιφυλάχθηκε μία έκπληξη. «Στο κέντρο του υποκείμενου στρώματος βρέθηκε τμήμα καμένου ξύλου, στο οποίο ήταν είτε προσκολλημένα, είτε διεσπαρμένα γύρω από αυτό, πλήθος από μικρά, χρυσά ελάσματα, συνολικά περί τα 90. «Η εύρεση αυτού του συνόλου, δεν μπορεί να ερμηνευθεί διαφορετικά από την ύπαρξη ενός ξύλινου ειδώλου, ενδεδυμένου με λεπτά φύλλα χρυσού» σύμφωνα με την κ. Σακελλαράκη. «Αντίστοιχα είδωλα με χρυσή επένδυση γνωρίζουμε από ελεφάντινα ειδώλια των Αρχανών και του Παλαικάστρου».

Στο ίδιο επίπεδο βρέθηκε λίθινος, τελετουργικός τριπτήρας και σφραγίδα με παράσταση ζώου στην σφραγιστική της επιφάνεια. Προφανώς, μετά από την πρώτη καταστροφή των νέων ανακτόρων, οι ένοικοι του κτηρίου διαφύλαξαν τα λείψανα του κατεστραμμένου ειδώλου, επάνω από το οποίο κτίστηκε ο λίθινος βωμός πάνω στον οποίο βρέθηκε πλήθος τελετουργικών και άλλων αγγείων, κυρίως ρυτά.

Η διαχρονική ιερότητα του χώρου διαπιστώνεται από την ύπαρξη στον ίδιο χώρο, σε χαμηλότερο επίπεδο και βορειότερα του βωμού, ενός παλαιότερου ιερού της παλαιοανακτορικής περιόδου (περί το 1900 π.Χ.), στο οποίο αποκαλύφθηκαν αποσπασματικά ειδώλια ανθρώπων και ζώων. Μεταξύ αυτών και ένα ωραίο, γυναικείο ειδώλιο, που ονομάστηκε «Κυρά της Ζώμινθος».

 Ωστόσο η φετεινή ανασκαφή είχε άλλο σκοπό: «τη διευκρίνιση του τρόπου πρόσβασης στη βόρεια είσοδο του Κεντρικού Κτηρίου, μίας από τις κεντρικές εισόδους και την επαλήθευση της βιομαγνητικής έρευνας, που είχε πραγματοποιηθεί από την ομάδα του Α. Σαρρή βορείως του Κεντρικού Κτηρίου».

Τι απεδείχθη; «Ο,τι η πρόσβαση προς την βόρεια είσοδο γινόταν ήδη από τα παλαιοανακτορικά χρόνια (περί το 1900 π.Χ.) με μία ράμπα, η οποία κατέληγε σε ισχυρό αναλημματικό τοίχο και η οποία στη συνέχεια επιστρώθηκε άλλες δύο φορές με πλάκες κατά την περίοδο των νέων ανακτόρων (1700-1600 π.Χ.). Στον ισχυρό αναλημματικό τοίχο δημιουργήθηκε λοξός, τελετουργικός διάδρομος, που έφθανε στην βόρεια είσοδο. Η χρήση του από την περίοδο των πρώτων ανακτόρων επιβεβαιώνεται από κεραμεική και ιδιαίτερα από τα κύπελλα του τύπου της ΜΜ περιόδου (περί το 1800 π.Χ.), τα οποία είναι χαρακτηριστικά της κνωσιακής αγγειοπλαστικής».

 Επίσης κατεδείχθη ό,τι το υπάρχον, διώροφο ή και τριώροφο Κεντρικό Κτήριο είχε παλαιότερη χρήση, τουλάχιστον από το 2000 π.Χ. και ότι από το 1700 π.Χ άρχισε να επεκτείνεται στον γύρω χώρο, κάτι που έχει ήδη διαπιστωθεί σε παλαιότερες ανασκαφικές περιόδους, με επιστέγασμα όμως εφέτος την αποκάλυψη των δύο νέων συγκροτημάτων. Εν τέλει προκύπτει, ότι η έρευνα στη βόρεια κλιτύ του λόφου, όπου βρίσκεται το ανάκτορο, δεν έχει εξαντληθεί ανασκαφικά και ότι χρειάζεται περαιτέρω διερεύνηση.

Στο επίπεδο της ΥΜ ΙΑ περιόδου (περί το 1650 π.Χ.) αποκαλύφθηκαν τρία λίθινα ανοίγματα (αγωγοί αποστράγγισης) των χώρων του Κεντρικού Κτηρίου και των δυτικών διαμερισμάτων που προσκολλήθηκαν σε αυτό αμέσως μετά την καταστροφή του, περί το 1650 π.Χ. (Συγκρότημα I).

Από το Συγκρότημα I σημειώνεται ιδιαίτερα το αποκαλούμενο πλέον «βόρειο ιερό» της περιόδου των νέων ανακτόρων, το οποίο είναι ένα σημαντικό ιερό έξω από το Κεντρικό Κτήριο. Τμήμα του είχε ανασκαφεί το 2019 και συγκεκριμένα ο λίθινος βωμός που αναφέραμε πιό πάνω με τα πολλά τελετουργικά και άλλα αγγεία, κυρίως ρυτά.

Βόρεια του Συγκροτήματος Ι αποκαλύφθηκε δεύτερο συγκρότημα δωματίων (Συγκρότημα II), που χωρίζεται με στενό διάδρομο από το πρώτο. Τα δωμάτια είναι πλακόστρωτα και εφοδιασμένα με σημαντικό σύστημα αποχέτευσης, με αγωγούς που ξεκινούν από το Συγκρότημα I και συνεχίζονται βορειότερα. Σε ένα από τα δωμάτιά του και μεταξύ των κεραμεικών ευρημάτων ήρθε στο φως μία σημαντική σφραγίδα σε σχήμα άνθους, που χρονολογείται στην εποχή των πρώτων ανακτόρων (Φωτ. 12-13).

Λείψανα κεραμεικής δείχνουν μάλιστα, ότι η χρήση του χώρου ξεκίνησε πριν ακόμα από την ίδρυση των πρώτων ανακτόρων, δηλαδή πριν από το 2000 π.Χ.

Τόσο το σύστημα αποστράγγισης, όσο και το σύστημα αποχέτευσης  αποδεικνύουν την ανεπτυγμένη τεχνογνωσία, που υπήρχε στην Ζώμινθο. Την διαχρονική χρήση του τμήματος που ανασκάφηκε φέτος αποδεικνύει και ένα νόμισμα του δόγη της Βενετίας Pietro Gradenigo (1289-1311), που συμπίπτει με την 4η Σταυροφορία και την περίοδο της Ενετοκρατίας στην Κρήτη.

DCIM100GOPROGOPR2865.JPG