Του Νίνου Φένεκ Μικελίδη 

Το πόσο το παρελθόν επηρεάζει ζωή και την πορεία μας είναι στο  επίκεντρο της ωραίας ταινίας, «Περασμένες ζωές» της Σελίν Σονγκ, που ξεχώρισε στο χθεσινό διαγωνιστικό πρόγραμμα του 73ου κινηματογραφικού φεστιβάλ του Βερολίνου.

Στο χτεσινό πρόγραμμα και η ταινία «Ίνγκεμποργκ Μπάχμαν – Ταξίδι στην έρημο» της γνωστής Γερμανίδας σκηνοθέτριας Μαργκαρέτε φον Τρότα, γύρω από την ταραχώδη σχέση της διάσημης αυστριακής ποιήτριας Ίνγκεμποργκ Μπάχμαν με τον διάσημο Ελβετό θεατρικό συγγραφέα Μαξ Φρις, καθώς και η ταινία «Disco Boy» του Ιταλού Τζιάκομο Αμπρουτσέζε.

Ο ρομαντικός έρωτας, ο αποχωρισμός, η τύχη και ο ρόλος της μοίρας κυριαρχούν στην ταινία «Περασμένες ζωές» της Σελίν Σονγκ, που είδαμε στο διαγωνιστικό τμήμα της 72ης Μπερλινάλε. Παρόλο που οι δυο  εραστές, στην πρώτη αυτή ταινία (που ήδη έκανε εντύπωση στο φεστιβάλ του Σάντανς) της γνωστής σήμερα στη Νέα Υόρκη για το θεατρικό της έργο, συγγραφέα Σελίν Σονγκ, ούτε καν καταφέρνουν να φιληθούν, η σχέση τους, που ξεκινά στη Σεούλ, όταν ακόμη είναι 12 χρονών, θα επηρεάζει την υπόλοιπη ζωή τους.

Η ταινία καλύπτει τρεις περιόδους της ζωής τους, στη Σεούλ, πριν από 24 χρόνια, όταν ακόμη η Νόρα και ο Χάε Σουνγκ είναι 12 χρονών, εποχή που είναι τρέλα ερωτευμένοι,  σπου, η απόφαση των γονιών της να μετακομίσουν στο Τορό το, διαλύει τη σχέση τους, 12 χρόνια, μετά, όταν ο Χάε Σουνγκ, που εξακολουθεί να ζει στη Σεούλ, κατορθώνει να επανασυνδεθεί, μέσω Ίντερνετ, με την Νόρα, ενώ αυτή πια, θεατρικός συγγραφέας, έχει φτιάξει τη ζωή της στη Νέα Υόρκη και για τρίτο φορά, 12 χρόνια αργότερα, όταν ο Χάε Σουνγκ αποφασίζει τελικά να ταξιδέψει τη Νέα Υόρκη για να συναντήσει την παντρεμένη με τον συγγραφέα Άρθουρ, Νόρα.

Θέμα που θυμίζει την γνωστή τριλογία («Πριν…) του Ριτσαρντ Λινκλέιτερ γύρω από ένα ζευγάρι που συναντιούνται κάθε τόσα χρόνια, αν και στην ταινία της Σονγκ, το κυρίαρχο  στοιχείο είναι η κορεάτικη φιλοσοφική άποψη του «Ιν Γιουν», σύμφωνα με την οποία ο εαυτός μας – και όσοι σχετίζονται μαζί μας – είναι απλά η πιο πρόσφατη εκδοχή της περασμένης μας ζωής. Την αντιμετώπιση της σχέση του τρίδυμου αυτού των πρωταγωνιστών με την προηγούμενη ζωή τους καταγράφει μέσα από την πορεία της ταινίας η σκηνοθέτρια.

Πορεία που αναπτύσσει με λεπτότητα, σωστή ισορροπία και ένα απλό,   ρεαλιστικό στιλ, η Σελίν Σονγκ, δίνοντας στα πρόσωπα της την ελευθερία εκείνη που χρειάζονται για να αντιμετωπίσουν με σκέψη και διαύγεια τα αισθήματά τους, είτε εκείνα των νεαρών τους χαρακτήρων, είτε αυτά των σημερινών προσώπων, με τις σχέσεις και τις ανεπανόρθωτες αλλαγές στις οποίες οδήγησαν οι σχέσεις τους, αλλαγές που οι βασικοί πρωταγωνιστές, με επικεφαλής, την Γκρέτα Λι) δίνουν με τον πιο δυνατό, πειστικό τρόπο.

Τον έρωτα και το σεβασμό αναζητά η βασανισμένη ποιήτρια Ίνγκεμποργκ Μπάχμαν στην ταινία της φον Τρότα. Μιας σκηνοθέτριας που πάντα ενδιαφερόταν για τα φεμινιστικά κινήματα, και που η ιστορία της Ίνγκεμποργκ της έδωσε την ευκαιρία να διεισδύσει στη σχέση που αναπτύχθηκε ανάμεσα στην ποιήτρια και τον θεατρικό συγγραφέα. Διάσημοι και οι δυο τους, όταν πρώτο συναντήθηκαν, αποφασίζουν να ζήσουν μαζί, και να απολαύσουν τον έρωτα τους, με τους πειραματισμού όμως της Ίνγκεμποργκ για έναν ελεύθερο έρωτα, με την Ίνγκεμποργκ, που μέχρι τότε ζούσε στη Ρώμη, να μετακομίζει στη Ζυρίχη για να ικανοποιήσει τον Μαξ Φρις.

Μέσα από καταστάσεις που εκτυλίσσονται άλλοτε στη Ζυρίχη και άλλοτε στη Ρώμη, και με ενδιάμεσες παρεμβολές το ταξίδι μιας ψυχολογικά άρρωστης Ίνγκεμποργκ (η ταινία αρχίζει με έναν εφιάλτη που βλέπει η άρρωστη ηρωίδα), μαζί με ένα φίλο και συμπαραστάτη της, η φον Τρότα αναπτύσσει την πορεία της Ίνγκεμποργκ και την ταραχώδη σχέση της με ένα ζηλιάρη Μαξ, που η χειραφετημένη Ίνγκεμποργκ δεν μπορεί τελικά να ανεχτεί. Χωρίς να προσθέτει κάτι το αξιόλογο στην σκηνοθετική της καριέρα, η φον Τρότα αντιμετωπίζει το θέμα της με ειλικρίνεια και σοβαρότητα, προσφέροντάς μας ωραίες ερμηνείες από την Βίκι Κριπς (Ίνγκεμποργκ) και τον Ρόναλντ Ζέρφέλντ (Μαξ).

Στην πρώτη του μεγάλου μήκους ταινία μυθοπλασίας, «Disco Boy», ο Ιταλός ο γνωστός ντοκιμαντερίστας Τζιάκομο Αμπρρουτσέζε, στρέφεται στην ιστορία ενός Λευκορώσσου μετανάστη που φτάνει παράνομα στη Γαλλία και δέχεται να καταταγεί στη Λεγεώνα των Ξένων για να μπορέσει να αποκτήσει τη γαλλική ιθαγένεια.

Η ταινία αποτελείται στην πραγματικότητα από τρεις διαφορετικές ιστορίες, την πρώτη με την περιπετειώδη άφιξη του παράνομου Αλεξέι στη Γαλλία και την σκληρή του εκπαίδευση για να γίνει δεκτός στη Λεγεώνα των Ξένων (το καλύτερο, για μένα, κομμάτι της ταινίας), τη δεύτερη με την αποστολή του Αλεξέι στο Δέλτα του Νίγηρα και τη σύγκρουση του με τον εκεί επαναστάτη ακτιβιστή Τζόμο και την τρίτη, όταν ο Αλεξέι επιστρέφει στο Παρίσι και γίνεται ο Disco Boy της ταινίας.

Η μικρή έκπληξη ήρθε από το επίσης διαγωνιστικό τμήμα Encounters (Συναντήσεις), με την ταινία «Here» («Εδώ») του Βέλγου Μπας Ντεβός, που το 2019 είχε εντυπωσιάσει στο τμήμα «Πανόραμα» της Μπερλινάλε με την ταινία του «Hellhole». Εκείνο που φαίνεται να συναρπάζει τον Ντεβός, και μαζί του κι εμάς, είναι η αποκάλυψη και η ομορφιά (μαζί και η απαραίτητη, αν και όχι γνωστή) συμβολή των μικρών οργανισμών του πλανήτη μας.

Ο πρωταγωνιστής του, ο Στεφάν, Ρουμάνος μετανάστης, εργάτης οικοδόμων στις Βρυξέλλες, το ανακαλύπτει όταν, έχοντας αποφασίσει να επιστρέψει στην πατρίδα του, κάνει διακοπές σε ένα γειτονικό δάσος. Εκεί θα συναντήσει μια κινεζικής καταγωγής Βελγίδα, υπάλληλο σε εστιατόριο που, για το ντοκτορά της κάνει έρευνα στα βρύα. Στον περίπατο που αποφασίζει να κάνει μαζί της θα ανακαλύψει τις μικρές, απίθανες, κρυμμένες ομορφιές του δάσους.

Ομορφιές, που ο Ντεβός κινηματογραφεί με αγάπη (σε φορμά 4:3), με μια επιμονή στις λεπτομέρειες, με λεπτότητα και ευαισθησία, ανοίγοντας μας ένα παράθυρο (όπως ανοίγει η Κινέζα ηρωίδα στον Στεφάν) σε κόσμους άγνωστους αλλά το ίδιο εξαιρετικούς (ή και περισσότερο) από αυτούς που γνωρίζουμε. Ένα απαραίτητο «διάλειμμα» ποίησης και λυρισμού που σε κάνει να αισθάνεσαι την ανάγκη ενός αληθινού, ουσιαστικού  κινηματογράφου!