Του Βασίλη Κ. Καλαμαρά [vasillis.kalamaras@gmail.com]

‘Αλλος ένας ‘Ελληνας καλλιτέχνης ο οποίος κατάφερε να προβάλλει την ελληνική τέχνη με όρους παγκόσμιας αναγνώρισης, ο Μηνάς [Σπυρίδης] δεν θα σχεδιάσει ξανά τα βιόμορφα κοσμήματά του. Στην ογδόη δεκαετία της ζωής του σταμάτησε να σκέφτεται την καθημερινότητα ως πεδίο στιλπνής φωταύγειας, όταν το φως δεν εγκλωβίζεται σε σκοτίες. Πρωτίστως, απελευθερώνεται και καταυγάζει πάνω στις επιφάνειες και πέρα απ’ αυτές, περιστρεφόμενο προς όλες τις κατευθύνσεις.

Συνοδός του στάθηκε ώς την τελευταία στιγμή που κόπηκε το νήμα του βίου του, το μολύβι πάνω στο σχεδιαστικό χαρτί. Η λευκή επιφάνεια μεταμορφωνόταν σε πεδίο ελευθερίας έκφρασης, το οποίο δεν ολοκληρωνόταν στο περίτεχνο γέμισμά του ώς την ασφυξία του βλέμματος. Τουναντίον απελευθερωνόταν, χωρίς να συναντά ουδόλως εμπόδια που προκαλούσε η συσσώρευση των γραμμών, αφού ο Μηνάς δεν συγκρατούσε τις ενέργειες, δεν τις έκλεινε σ’ ένα κουτί συμπιεσμένου αέρα, αλλά τις διοχέτευε ελευθερωμένες με λογισμό και όνειρο προς τις ψυχές των ανθρώπων.

Δεν ήταν ο δημιουργός, ο οποίος προσπαθούσε να γεμίσει το κενό της σελίδας-προπλάσματος. Οι πίνακες του, μεταφορικά ομιλώντας, δεν ήταν η αποθέωση του ρήγματος με το τρόμο και το φόβο της ανοικτότητας, ήταν η ίδια η ανοικτότητα αυτοπροσώπως με υπονοούμενα κτιστότητας. Θεμελιωμένης στο τρέμουλο του ηδονισμού που δεν κατέχει τα πράγματα, γιατί η ευχαρίστηση τελειούται μέσα στη σιωπή με ανιδιοτέλεια.

Η φιλόσοφος σκέψη του «έπαιζε» με το κενό ως προσωκρατικό μήνυμα, πολυσημικό και καθόλου μονοδιάστατα ερμηνεύσιμο, κρατώντας από την εποχή μας κι απ’ όλες τις εποχές της ανθρωπότητας το στοιχείο του ελάχιστου σκιρτήματος. Δεν ήταν η αφαίρεση χάρη της αφαίρεσης, καθώς ανύψωνε το αντικείμενο στη διαύγεια τις αισθητικής τελείωσής του και σ’ αυτό στο σημείο το κρατούσε σε συνομιλία προς το μεσογειακό σύμπαν.

Ο Μηνάς από τότε που κατάλαβε ποια ήταν η τροπή του, ποια ήταν η διαδρομή του, προς τα πού θα γείρει η πλάστιγγα, συνειδητοποίησε ότι η καταγωγή του από την Μαύρη Θάλασσα, τον κοσμούσε με τις αποσκευές του ταξιδευτή και αυτό το κόσμημα δεν ήταν τίποτε άλλο παρά μια διαρκής εν τη γένεσει της πρόκληση χωρίς οίκο.

Γι αυτό, παρέμεινε ανέστιος με την έννοια της διεθνικότητας, ένας σύγχρονος Οδυσσέας, ο οποίος άνοιξε τα ιστία προς την νέα αμερικανική ήπειρο, εκεί όπου οι πειραματισμοί οδηγούνται ανεμπόδιστα ως την προκλητικότητα του νεοπαγούς. Η Αμερική της πρωτοπορίας κινείται κυρίως στην Νέα Υόρκη, σ’ αυτό το λιμάνι το οποίο τα χωράει όλα: από τον στεναγμό του μετανάστη σε καραντίνα ως το πιο ευφυή πιονέρο των νέων τάσεων.

Η επιστροφή του στην Ελλάδα και η εμμονή του με την Μύκονο, δεν στοιχειώθηκαν αποκλειστικά και μόνο από την επιχειρηματική του προβολή και από την αναπαραγωγή του του λογότυπου Minas. Το ανεμόεν κυκλαδονήσι αποτελεί την πρωτεύουσα του κοσμοπολιτισμού στην Ανατολική Μεσόγειο και μόνο μέσα σ’ αυτή την ατμόσφαιρα μπορούσε να δημιουργεί ο Μηνάς.

Ο Δήμος Μυκονίων του παράγγειλε έναν φανοστάτη και ένα παγάκι. Τα δημιουργήματά του που τα χάρισε στην οικουμένη, κοσμούν το παλιό λιμάνι του νησιού, κοντά πολύ κοντά στον ‘Αγιο Νικόλα του Γιαλού.

Το φως που πέφτει την νύχτα στην παραλία της Μυκόνου είναι ένας μεταλλικός αφαιρετικός λυχνοστάτης καδραρισμένος σ’ ένα κατασκότεινο σπίτι με ανοιχτά παράθυρα μέσα από τα οποία περνάει το μελτέμι. ‘Οσοι κάθονται στο έργο του Μηνά από ξύλο και μάρμαρο, ακόμη κι αν δεν γνωρίζουν τα ερείπια της Δήλου, τα ξαναζούν μέσα τους αναστημένα.

Φωτογραφίες: Κώστας Κουτάγιαρ