Tου Βασίλη Κ. Καλαμαρά [vasillis.kalamaras@gmail.com]

Ο θάνατος του Κώστα Βουτσά, του Θανάση Βέγγου, του Σταύρου Παράβα, του Γιάννη Γκιωνάκη, του Νίκου Ρίζου. Πρωταγωνιστές όλοι αυτοί, πρωταγωνιστές και οι Βασίλης Λογοθετίδης, Διονύσης Παπαγιαννόπουλος, Λάμπρος Κωνσταντάρας, Βασίλης Αυλωνίτης, Χρήστος Ευθυμίου.

Χιλιάδες ώρες πάνω στο θεατρικό σανίδι ή στο κινηματογραφικό πλατό. Απόλυτα λαϊκοί, άμεσοι, καθόλου βιδωμένοι στον εαυτό τους, ούτε ν’ ακούσουν για το προσωπικό τους όραμα. ‘Ολοι βγαλμένοι από τις μάντρες του Αττίκ, του Καραγκιόζη, των υπαίθριων θεάτρων, των μπουλουκιών, των περιοδειών σε Πόλη, σε Αίγυπτο, στα παράλια της Μικρασίας.

Ο Κώστας Βουτσάς μαθήτεψε δίπλα στους παλαιούς δασκάλους κι όμως δεν έμαθε να προφέρει καθαρά τα λόγια του. Μήπως ο Βασίλης Λογοθετίδης που το έμαθε, δεν έβγαζε γέλιο, όταν επαναλάμβανε τις ίδιες λέξεις με την «ενοχλητικά» ένρινη φωνή του; Γιατί ο Χρήστος Ευθυμίου ήταν πρώτο μπόι ή μήπως, καθώς έπαιζε με τον εαυτό του, ξεχνούσες το ύψος του;

Ο εκλιπών ηθοποιός έζησε μια πλούσια ζωή, γιατί διασκέδαζε από το γέλιο του κοινού του. ‘Ολοι αυτοί ζούσαν από την διασκέδαση των άλλων, συνήθως φτωχών, κυνηγημένων, ρημαγμένων. Μέχρι τα ογδόντα εννέα χρόνια του βρισκόταν πάνω στη σκηνή, γιατί δεν μπορούσε να λειτουργήσει διαφορετικά, είχε εκπαιδευτεί για να ζει για το θέαμα και από το θέαμα. Ο Κώστας Βουστάς, ο οποίος δήλωνε ψηφοφόρος του ΚΚΕ κι ας μην έλεγε όχι σε πρωϊνάδικα και απογευματάδικα, είχε γίνει όλος μια περσόνα που ξεπερνούσε τις επιλογές του-ακόμη και τις άθλιες βιντεοτανίες του ’80.

Δεν ήθελε να κάνει πολιτικό κήρυγμα, αν και δεν έκρυβε στις συνεντεύξεις του ότι ψήφιζε ΚΚΕ: «Ο πατέρας μου ήταν αριστερός, κομουνιστής, κυνηγημένος και ψηφίζω ΚΚΕ χωρίς να είμαι ενεργό μέλος, γιατί για να συμβεί αυτό, πρέπει να τρέχω κι έχω δουλειές, οπότε δεν μπορώ. Ψηφίζω ΚΚΕ για να τους κάνει αφόρητη τη νίκη αυτών που κυβερνάνε… Με φώναξαν να πάω για βουλευτής και τώρα αλλά και παλαιότερα. Να πάω εκεί να πάρω ένα μισθό, να πάρω και μια μίζα και να μη μιλάω; Τώρα είμαι εδώ για να τους βρίζω, να τους κατηγορώ και να τους λέω ό,τι θέλω. Κλεμμένα χρήματα είναι όλα, είναι υπάλληλοι της Μέρκελ, του Τραμπ και του Μακρόν. Με την πολιτική δεν έχω καμία σχέση. Δεν θέλω να είμαι ενεργό μέλος της πολιτικής».

Οι ατάκες ενός «απελπισμένου»

Οι ατάκες του «’Εχω και κότερο, πάμε μια βόλτα;», «Κατίνα, σαλαμάκι» ή το εύρημά του «φστ μπόινγκ» εξακολουθούν να συγκινούν και τους πολύ νεότερους. Γιατί όμως; Επειδή κινούνται στην φλούδα των πραγμάτων ή μήπως ο νευρώδης τρόπος που εκφέρονται τα ακεραίωσε στην κοινή συνείδηση; Ο Κώστας Βουτσάς υπό την καθοδήγηση του Γιάννη Δαλιανίδη, ο οποίος προσπάθησε να μεταφέρει τα ήθη του μιούζικαλ στις οθόνες, ίσως να μην το κατάφερε ως επαγγελματική πράξη.

Μπροστά στην κάμερα, όμως έπαιζε με τους ρόλους, όπως στις ταινίες «Κορίτσια για φίλημα» και «Ο γόης»-κατά τα άλλα κινούμενοι στην επιφάνεια του διασκεδαστικού στιγμιότυπου- και αυτό το κλείσιμο του ματιού στον θεατή αναβίβαζε την ερμηνεία του στο θεωρείο του αυθόρμητου ξεσπάσματος. Μόνον οι άνθρωποι μπορούν να γελούν, μόνον το γέλιο είχε απομείνει στην πλειονότητα των μεταπολεμικών Ελλήνων μπροστά στην προσωπική και πολιτική τραγωδία που ζούσαν.

Η ιδιαιτερότητά του βρίσκεται στο γεγονός ότι επαναδιαχειρίζεται την μοναχικότητα του ερημωμένου ανθρώπου χωρίς να προδίδει το ήθος της φωνής του και της υποκριτικής του μέσα στον ρόλο, που ταυτόχρονα είναι και ομόηθες αντίγραφο του ρόλου του συμπρωταγωνιστή του.

Ο Κώστας Βοτσάς στην ταινία του Βασίλη Βαφέα, «Ο έρωτας του Οδυσσέα»

Ολοκληρωμένος ηθοποιός; Ναι, και το έδειξε στον «’Ερωτα του Οδυσσέα» του Βασίλη Βαφέα, όταν είχε περάσει τα πενήντα και βρισκόταν στην ερμηνευτική του ωριμότητα. Καθοδηγημένος από έναν γνώστη της κινηματογραφικής μηχανής δεν επιδίδεται στις ευκολίες της νεότητας, αλλά κερδίζει προς τα έσω το ερμηνευτικό του ύφος. Γιαυτό δεν είναι υπερβολή να υποστηρίξουμε ότι χωρίς να απολύει το κωμικό παρελθόν του, μεταπλάθεται σε ήρωα ταινίας του Ζακ Τατί.

Η «αιωνιότητα» της στιγμής

Ο Κώστας Βουτσάς με το ένστικτο του ηθοποιού που ξεκίνησε από τα μπουλούκια, από το θέατρο σε πλατείες, σε καφενεία και σε αυτοσχέδιες σκηνές, είχε αυτοεκπαιδευτεί να παίζει με τον εαυτό του και με τους θεατές του. Η καταγγελία του δεν προέρχεται από προπαγανδιστικά επίκαιρα, αλλά από την αποδόμηση του χαρακτήρα του. Αν και γραμμένος ο ρόλος, πάντα στο ζωντάνεμά του δίνει προτεραιότητα στη στιγμή, χωρίς παρελθόν και χωρίς μέλλον, αλλά με το παρόν να ζητά να ακουστεί σαν αναγγελία θανάτου.

Γιατί τι άλλο είναι ο ρόλος παρά έγερση από το νεκρό γράμμα του κειμένου και της επόμενης θεατρικής και κινηματογραφικής στιγμής ζώσης εν τω θανάτω της. Ο ηθοποιός το καταλάβαινε και προσπαθούσε να διασώσει τον ηλεκτρισμό ψυχοσωματικά για να γίνει μαγνήτης προς τα κάτω, στους μαγνητιζόμενους.

* ‘Οπως ανακοινώθηκε από την οικογένειά του, η σορός του λαοφιλούς ηθοποιού έχει τεθεί σε λαϊκό προσκύνημα στη Μητρόπολη,  από τις 9 το πρωί έως τις 7.30 το απόγευμα και Παρασκευή από τις 10 έως τις 11.30 το πρωί. Η εξόδιος ακολουθία θα πραγματοποιηθεί αύριο στις 11.30 στη Μητρόπολη και αμέσως μετά θα μεταφερθεί στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών, όπου θα ταφεί, με την παραχώρηση – τιμής ένεκεν – τάφου από το δήμο Αθηναίων.