Tης Μαρίνας Κουρμπέλα (marinakourbela@gmail.com)

Επανέρχεται το θέμα του «Σχεδίου Μάρσαλ» για την Ελλάδα και αυτή τη φορά, ίσως με τον καινούριο χρόνο, φαίνεται πως τα λόγια θα γίνουν έργα, προκειμένου να υπάρξει ρευστό για την πραγματική οικονομία.

Στο θέμα του «Σχεδίου Μάρσαλ» αναφέρθηκαν, χθες, ο Πρόεδρος του Ελληνογερμανικού Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Μιχάλης Μαΐλλης, και ο Γενικός Διεθυντής του Επιμελητηρίου, Δρ. Αθανάσιος Κελέμης, στην προ Χριστουγέννων συνάντηση, που είχαν με δημοσιογράφους.

Επισήμαναν, παράλληλα, την ανάγκη να γίνουν οι πολυσυζητημένες διορθωτικές μεταρρυθμίσεις, να υπάρξει ένα, σταθερό φορολογικό καθεστώς, και στη βάση της πολιτικής σταθερότητας, να δημιουργηθεί ένα φιλικό περιβάλλον για τις επιχειρήσεις, που θα βοηθήσει την επενδυτική δραστηριότητα.

Πρέπει να ανοίξει ο τόπος για τις επενδύσεις, τόνισαν. Γερμανικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα, έχουν, ήδη επενδυτικά σχέδια, ενώ, γενικά το κλίμα στη Γερμανία είναι θετικό για επενδυτικές δραστηριότητες στην Ελλάδα.

Οι επιχειρηματίες, όταν διαπιστώνουν πως μια επένδυση μπορεί να τους αποφέρει κέρδος, θα προχωρήσουν, και η Ελλάδα, παρά την κρίση, παρέχει συγκριτικά πλεονεκτήματα. Σε αυτά περιλαμβάνονται το υψηλής μόρφωσης στελεχιακό δυναμικό, με τις πολύ καλές γνώσεις δύο και πλέον γλωσσών, η ποιότητα της Ζωής, στη χώρα με τις πολλές ομορφιές και το αξιοζήλευτο κλίμα, αλλά και η γεωπολιτική θέση της. Αυτή, έχει να κάνει ,όχι μόνο με τη Νοτιοανατολική Ευρώπη, μια αγορά 180 εκατομμυρίων (συμπεριλαμβανομένης και της Τουρκίας),αλλά και με την περιοχή της Μεσογείου.

Αυτά ίσως έχουν συμβάλλει και στο γεγονός, ότι, όπως ειπώθηκε, καμία μεγάλη γερμανική επένδυση στην Ελλάδα δεν έφυγε από τη χώρα, τα χρόνια της κρίσης,

Το γερμανικό επιχειρείν στην Ελλάδα
Σε ανακοίνωση, που εκδόθηκε από το Ελληνογερμανικό Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο, σχετικά με τη συνέντευξη Τύπου αναφέρονται για το «γερμανικό επιχειρείν» στην Ελλάδα, τα εξής:

Επενδύσεις οι οποίες ξεπερνούν σήμερα σε αξία τα 4,2 δισ. ευρώ πραγματοποιούν γερμανικές επιχειρήσεις στην Ελλάδα, στηρίζοντας καθ΄ όλη τη διάρκεια της κρίσης της προσπάθειες των ελληνικών κυβερνήσεων να οδηγήσουν τη χώρα σε αναπτυξιακή τροχιά.

Σύμφωνα με το Ελληνογερμανικό Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο, στοιχεία της Γερμανικής Ομοσπονδιακής Κεντρικής Τράπεζας δείχνουν ότι στην Ελλάδα δραστηριοποιούνται περί τις 120 μεγάλες γερμανικές επιχειρήσεις, που απασχολούν 39.000 εργαζόμενους έχοντας ένα τζίρο της τάξης των 7 δισ. ευρώ.

Στους μεγαλύτερους Γερμανούς επενδυτές στη χώρα πέρα από τη Deutsche Telekom, που είναι βασικός μέτοχος του ΟΤΕ, συγκαταλέγονται εταιρείες όπως οι Siemens με 157 εκατ. ευρώ, Boehringer Ingelheim Ellas με 24 εκατ. ευρώ, BOSCH με 30 εκατ. ευρώ, Allianz με 134 εκατ. ευρώ και Media Markt και LIDL που επενδύουν στη διεύρυνση των δικτύων τους, ενώ τελευταία, αλλά πολύ σημαντική επένδυση, είναι η συμφωνία για την εκμετάλλευση των 14 περιφερειακών αεροδρομίων από την Ελληνογερμανική Fraport – Slentel, αξίας 1,2 δισ. ευρώ.

 

mailis 626x364

Όπως τόνισε ο Πρόεδρος του Ελληνογερμανικού Επιμελη τηρίου, κ. Μιχάλης Μαΐλλης, μιλώντας στη διάρκεια, της Συνέντευξης Τύπου, η Γερμανία κατέχει κάτι λιγότερο από το 1/5 των συνολικών άμεσων ξένων επενδύσεων στη χώρα, που φθάνουν σε αξία τα 17,9 δισ. ευρώ, συμμετέχοντας κατά 1,6% στο ΑΕΠ, ενώ ως εθνική αγορά παραμένει ένας από τους ισχυρότερους εμπορικούς εταίρους της Ελλάδας. Αρκεί να σημειωθεί ότι η συμμετοχή της Γερμανίας στο σύνολο των εμπορικών συναλλαγών της Ελλάδας είναι 11%, ενώ το 2014 καταγράφηκε αύξηση του όγκου των εμπορικών συναλλαγών 3% έναντι του 2013, όπως και το α΄ εξάμηνο του 2015, με τις εξαγωγές προς τη Γερμανία να ενισχύονται κατά 2,4% και κατά 6,1% οι εισαγωγές από Γερμανία προς Ελλάδα.

Σημειώνεται, επίσης. ότι το 9,6% του συνόλου των ελληνικών εξαγωγών κατευθύνεται στη Γερμανία, ενώ από το σύνολο των προϊόντων που εισάγει η Ελλάδα το 16,8% προέρχονται από τη Γερμανία.

Σύμφωνα με στοιχεία της Πρεσβείας της Ελλάδας στο Βερολίνο, οι εξαγωγικές της Γερμανίας προς την Ελλάδα επικεντρώνονται σε φαρμακευτικά προϊόντα (15%), αυτοκίνητα (11%), μηχανήματα (10%), συστήματα ήχου και εικόνας (9%), γαλακτοκομικά (6%), ενώ οι εξαγωγές της Ελλάδας προς τη Γερμανία επικεντρώνονται σε φαρμακευτικά προϊόντα (13%), παρασκευάσματα φρούτων και λαχανικών (10%), γαλακτοκομικά και άλλα τρόφιμα (7%), συσκευές – μηχανές (8%), ενδύματα (8%), μεταλλεύματα (8%).

Κατά τον κ. Μαΐλλη, η Γερμανική αγορά προσφέρει πολλές ευκαιρίες στο ελληνικό επιχειρείν, ενώ οι γερμανικές επιχειρήσεις θα συνεχίζουν να στηρίζουν τις επενδύσεις τους στην Ελλάδα και μέσω αυτών και την ελληνική οικονομία.

Όπως τόνισε «η Ελληνική κυβέρνηση καλείται σήμερα να ολοκληρώσει τις δεσμεύσεις της έναντι των εταίρων και παράλληλα να επικεντρωθεί σε δράσεις τόνωσης της επιχειρηματικότητας, δράσεις οι οποίες θα βασιστούν σε μεγάλο βαθμό στην ορθολογική διάχυση των κονδυλίων του νέου ΕΣΠΑ, στην αναμόρφωση του Αναπτυξιακού νόμου, στην εκμετάλλευση των κονδυλίων που προσφέρει η ΕΤΕπ στην Ελληνική οικονομία, αλλά και των κεφαλαίων που προβλέπει για τη χώρα το πακέτο Γιούνκερ, στην ενίσχυση του τουρισμού, στην εξασφάλιση επενδυτικών κεφαλαίων μέσω της Γερμανικής Αναπτυξιακής Τράπεζας KfW και στα 20 δισ. της νέας ΚΑΠ για την αγροτική οικονομία.»

«Η χώρα μόνο να κερδίσει έχει εκμεταλλευόμενη τις πηγές χρηματοδότησης που βρίσκονται μπροστά της. Προϋπόθεση, ωστόσο, είναι να ολοκληρώσει το μεταρρυθμιστικό της πρόγραμμα, ώστε να καταστήσει το δημόσιο περισσότερο παραγωγικό, αλλά και φιλικότερο στο επιχειρείν», τόνισε ο κ. Μαΐλλης αναφερόμενος στην καθιέρωση ενός σταθερού και κυρίως ελκυστικού για νέες επενδύσεις φορολογικού πλαισίου, στην καταπολέμηση της γραφειοκρατίας και του «γρηγορόσημου», στην απλοποίηση των διαδικασιών ίδρυσης και λειτουργίας των επιχειρήσεων και στην επιτάχυνση των χρόνων εκδίκασης υποθέσεων στη Δικαιοσύνη.

2 κρλε

 

Επίσης, ο Γενικός Διευθυντής του Επιμελητηρίου, Δρ. Αθανάσιος Κελέμης, επισήμανε ότι «το Ελληνογερμανικό Επιμελητήριο όλα αυτά τα χρόνια δεν έπαψε ούτε μία στιγμή να λειτουργεί ως δίαυλος επικοινωνίας για τις ελληνικές επιχειρήσεις που ακολουθούν εξωστρεφή πολιτική ανάπτυξης, με στόχο τη γερμανική αγορά, αποτελώντας έναν από τους 139 πόλους εξωστρέφειας του δικτύου Διμερών Επιμελητηρίων της Γερμανίας σε 90 χώρες».

Όπως τόνισε, «πέρα από την υποστήριξη του ελληνικού επιχειρείν για το άνοιγμά του στη Γερμανία, προσφέραμε τη δυνατότητα σε ελληνικές επιχειρήσεις να μετέχουν στις μεγαλύτερες εκθέσεις της Γερμανίας, που αποτελούν μεγάλο διεθνές οικονομικό γεγονός. Συνολικά 2.500 ελληνικές επιχειρήσεις και 45.000 Έλληνες επισκέπτες συμμετείχαν την πενταετία 2010 – 2014 σε εκθέσεις που διοργανώθηκαν στη Γερμανία και υποστηρίχθηκαν από το Επιμελητήριο, ενώ στα 60 χρόνια που το Επιμελητήριο είναι επίσημος αντιπρόσωπος γερμανικών εκθέσεων, υποστηρίχθηκαν μέχρι σήμερα στον εξωστρεφή δρόμο των εκθέσεων 12.000 ελληνικές επιχειρήσεις – εκθέτες και 400.000 ενδιαφερόμενοι επισκέπτες».

Στις σημαντικότερες δράσεις του Επιμελητηρίου ο κ. Κελέμης συμπεριέλαβε επίσης τις Β2Β επαφές Ελλήνων και Γερμανών επιχειρηματιών, τις επιχειρηματικές αποστολές και τις ενημερωτικές ημερίδες σε Ελλάδα και Γερμανία για τον κλάδο της Εξοικονόμησης Ενέργειας στα τρόφιμα και τον τουρισμό, καθώς και για τη Διαχείριση Απορριμμάτων και την Ανακύκλωση, αλλά και το θεσμό της διττής εκπαίδευσης, ένα εργαλείο καταπολέμησης της ανεργίας ειδικότερα στους νέους ανθρώπους, που βρίσκει ήδη εφαρμογή στον τουρισμό και σε τεχνικά επαγγέλματα.