Τα τελευταία ευρήματα του ναυαγίου των Αντικυθήρων δεν θα παρουσιαστούν σε ένα κρατικό μουσείο, γιατί «δεν υπάρχει μουσείο ενάλιων αρχαιοτήτων στην Αθήνα».

Το γεγονός αυτό επικαλέστηκε η έφορος Εναλίων Αρχαιοτήτων Αγγελική Σίμωσι, για να τεκμηριώσει την εισήγησή της στο Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο να εκτεθούν τα ευρήματα του πιο διάσημου αρχαιοελληνικού ναυγίου στο Ίδρυμα Λασκαρίδη, το οποίο είναι κι ένας από τους χορηγούς της ανασκαφής.

 

Το Ίδρυμα Λασκαρίδη είναι και ο χορηγός των νέων υπερσύγχρονων εργαστηρίων συντήρησης της Εφορείας. Ωστόσο, είναι καινοφανές να προσφέρεται στο χορηγό η δυνατότητα της πρώτης παρουσίασης αρχαιοτήτων έστω και για λίγες μέρες, από τις 2 Δεκεμβρίου 2016, όπως θα συμβεί σε αυτή την περίπτωση.

 

Ένα τμήμα αυτών των ευρημάτων παρουσιάστηκε το 2014. Τώρα όμως έχουν προστεθεί και όσα ανελκύστηκαν από το βυθό το 2015 και το 2016. Το ΚΑΣ φαίνεται πως συμφώνησε με την κ. Σίμωσι ότι είναι η «μοναδική ευκαιρία» να παρουσιαστούν αυτές οι αρχαιότητες και ενέκρινε το δανεισμό τους. Έτσι, θα εκτεθούν άλλα συντηρημένα κι άλλα ασυντήρητα (κάτι πρωτοφανές) στον πρώτο όροφο του κτηρίου του Ιδρύματος στον Πειραιά, στο χώρο που φιλοξενείται σήμερα έκθεση για τον Νέλσονα.

 

Σε δύο ενότητες οι επισκέπτες θα δούν αφενός εξαρτήματα του πλοίου (ανάμεσά τους και ένα ξύλινο μαδέρι από το ίδιο το σκαρί) και αφετέρου διάφορα αντικείμενα από το φορτίο του.

Το δόρυ με αιχμή που βρέθηκε φέτος θα παρουσιαστεί μέσα σε μικρή δεξαμενή με νερό, στην οποία συντελείται η αφαλάτωση. Το άλλο χάλκινο δόρυ, χωρίς αιχμή, που εντοπίστηκε το 2014, θα παρουσιαστεί συντηρημένο.

Δύο λάγυνοι (αγγεία) θα βρίσκονται δίπλα δίπλα με τη μία συντηρημένη και την άλλη όχι, με τους θαλάσσιους μικροοργανισμούς που είχαν προσκολληθεί σε αυτό.

Στα υπό έκθεση αντικείμενα περιλαμβάνονται τέσσερα θραύσματα μαρμάρινων αγαλμάτων, από τα οποία ξεχωρίζει καρπός αριστερού χεριού, θραύσματα από γυάλινα αγγεία, αμφορείς και ένα χρυσό δακτυλίδι. Κάποια από αυτά ανήκαν στο πλήρωμα και σε πιθανούς επιβάτες, ενώ άλλα στο φορτίο του πλοίου.

 

karapeiratiria

 

Ένα σημαντικό όσο και σπάνιο εύρημα, η καταπειρατηρία του πλοίου (βολίδα ανίχνευσης και μέτρησης βάθους και ποιότητας πυθμένα) θα είναι επίσης ανάμεσα στα εκθέματα.

 

Το πλοίο ήταν μια ρωμαϊκή ορκάς χωρητικότητας περίπου 300 τόνων, τυπικό δείγμα των βαρέων ιστιοφόρων που χρησιμοποιούνταν κατά το 2ο-1ο αι. π.Χ. στο εμπόριο μεταξύ της ιταλικής χερσονήσου, του κυρίως ελλαδικού χώρου και της Μικράς Ασίας. Τα δρομολόγια αυτών των πλοίων ξεκινούσαν συνήθως την άνοιξη και αφού περιέπλεαν τα κυριότερα λιμάνια της Ανατολικής Μεσογείου πουλώντας και αγοράζοντας εμπορεύματα, επέστρεφαν το φθινόπωρο στη βάση τους.

 

Το ναυάγιο ενδέχεται να συνέβη περί το 67 π.Χ. ή, πάντως, στο διάστημα 87 – 63 π.Χ. όπως μαρτυρείται από τα νομίσματα και τα κεραμικά που έχουν μέχρι τώρα εντοπιστεί στον πυθμένα της θάλασσας. Την ανασκαφή διενεργεί η Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων και το αμερικανικό Ωκεανογραφικό Ινστιτούτο Woods Hole.