Του Νίνου Φένεκ Μικελίδη

«Ξημερώνει»: με το αβγό του φιδιού στον ορίζοντα…

Η πρόσφατα αποκαταστημένη κόπια της ταινίας «Ξημερώνει», του Γάλλου σκηνοθέτη Μαρσέλ Καρνέ, αποτελεί μια μοναδική προσφορά στο κινηματογραφόφιλο κοινό για τις καλοκαιρινές αυτές βραδιές, που αναζητά κάτι το ξεχωριστό για την κινηματογραφική του απόλαυση. Στις καλοκαιρινές απολαύσεις και η επανέκδοση της αμερικανικής ταινίας «Κάτω από τη ηφαίστειο» του Τζον Χιούστον, από τις καλύτερες ταινίες της τελευταίας περιόδου ενός άλλου μεγάλου σκηνοθέτη, του Τζον Χιούστον. Στις καλές ταινίες και η ιταλική «Σκοτεινές ψυχές» του Φραντσέσκο Μούνζι, δραματική περπέτεια που πρωτοείδαμε στο Φεστιβάλ Βενετίας του 2015.

 

***** Ξημερώνει

Le jour se leve. Γαλλία, 1939. Σκηνοθεσία: Μαρσέλ Καρνέ. Σενάριο: Ζακ Πρεβέρ, Ζακ Βιό. Ηθοποιοί: Ζαν Γκαμπέν, Αρλετί, Ζιλ Μπερί, Ζακλίν Λοράν. 93΄

 

Η συνεργασία Μαρσέλ Καρνέ – Ζακ Πρεβέρ έδωσε στο γαλλικό κινηματογράφο μερικά από τα σημαντικότερα αριστουργήματα των δεκαετιών ’30 και ’40 («Το λιμάνι των αποκλήρων», «Ξημερώνει», «Οι επισκέπτες της νύχτας», «Τα παιδιά του Παραδείσου»). Ο κόσμος που δημιούργησαν οι δυο τους, ειδικότερα στην περίοδο πριν από το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ήταν ένας κόσμος απογοητευμένων και νικημένων, με κυβερνήτη μια ανελέητη και αδυσώπητη μοίρα, όπου στη διαρκή πάλη του Καλού και του Κακού νικητής έβγαινε πάντα το Κακό. Όμως εκείνο που έχει σημασία στο έργο των Καρνέ – Πρεβέρ δεν είναι τόσο ο θρίαμβος της μοίρας στη ζωή του ανθρώπου όσο το ρεαλιστικό περιβάλλον και η ατμόσφαιρα μέσα στην οποία ζουν και κινούνται οι ήρωές του. Και ακριβώς αυτή η ατμόσφαιρα, με τα ομιχλώδη λιμάνια, τα μισογκρεμισμένα σπίτια, τα βρόμικα ξενοδοχεία, τα σοκάκια, τα λαϊκά κέντρα με τις βαμμένες γυναίκες, δίνει στις ταινίες του Καρνέ τη δύναμη και την ομορφιά που έκανε τους κριτικούς της τότε εποχής να την ονομάσουν «ποιητικό ρεαλισμό».

 

Για να καταλάβουμε καλύτερα το έργο του Καρνέ πρέπει να εξετάσουμε την εξέλιξη του γαλλικού κινηματογράφου στη διάρκεια της δεκαετίας 1920-1930. Η δεκαετία αυτή ήταν η περίοδος της λεγομένης «εμπροσθοφυλακής» (avant-garde). Ο τίτλος αυτός δόθηκε στους κινηματογραφιστές εκείνους που, απογοητευμένοι από τους μελοδραματισμούς και τη θεατρικότητα που συναντούσαν στις περισσότερες ταινίες της εποχής τους, θέλησαν να εξερευνήσουν τις άπειρες δυνατότητες της κινηματογραφικής μηχανής και ν’ ανοίξουν νέους δρόμους για την κινηματογραφική τέχνη –δρόμους που είχαν υποδείξει πριν με το έργο τους σκηνοθέτες όπως ο Γκρίφιθ στην Αμερική και ο Αϊζενστάιν στη Σοβιετική Ένωση.

 

Πρωταρχικά, η κίνηση αυτή της «αβάν-γκαρντ» ξεκίνησε στη Γερμανία με τις πειραματικές ταινίες των Ρίχτερ και Έγκελιγκ. Όμως εκείνοι που έδωσαν οντότητα στην κίνηση αυτή ήταν οι Γάλλοι. Και ο λόγος είναι ολοφάνερος: ήταν τότε η εποχή που καινούργια ρεύματα –κυβισμός, ντανταϊσμός, σουρεαλισμός, ιμπρεσιονισμός– έκαναν την εμφάνισή τους σε όλους γενικά τους τομείς του γαλλικού πνεύματος και πολύ σύντομα τα ρεύματα αυτά βρήκαν θερμούς υποστηρικτές και στον κινηματογράφο. Τα διάφορα αυτά ρεύματα, από τα πιο αντιδραστικά ώς τα πιο προοδευτικά και αριστερά, βρήκαν την έκφρασή τους στις ταινίες της «αβάν-γκαρντ»: η αναρχική φιλοσοφία του Νταντά στις ταινίες του Αμερικανού φωτογράφου Μαν Ρέι, που βρισκόταν τότε στο Παρίσι, και στις πρώτες ταινίες του Ρενέ Κλερ· οι θεωρίες του Φρόιντ σε ταινίες όπως «Το κοχύλι και ο εφημέριος» (La coquille et le clergyman) της Ζερμέν Ντιλάκ, «Η πτώση του οίκου των Άσερ» (La chute de la maison Usher) του Ζαν Επστάιν· οι προοδευτικές θεωρίες των μαρξιστών στις γεμάτες καυστική, κοινωνική σάτιρα ταινίες του σουρεαλιστή Λουίς Μπουνιουέλ, «Η χρυσή εποχή» (L’Âge d’or) και «Ο Ανδαλουσιανός σκύλος» (Un chien Andolou).

 

Προς το τέλος όμως της δεκαετίας αυτής, με την οικονομική κατάρρευση, την πείνα και την ανεργία που ξέσπασε τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Αμερική, οι δημιουργοί της «αβάν-γκαρντ» βρέθηκαν ξαφνικά έξω από την πραγματικότητα. Αναγνωρίζοντας την ευθύνη τους, οι περισσότεροι –Μπουνιουέλ, Καβαλκάντι, Επστάιν, Ίβενς (Ολλανδία), Ρούτμαν (Γερμανία)– έστρεψαν το ενδιαφέρον τους στο ντοκιμαντέρ, για να παρουσιάσουν την πραγματικότητα που είχε δημιουργηθεί, ενώ άλλοι –Ρενέ Κλερ– άρχισαν να χρησιμοποιούν τα θετικά αποτελέσματα που κέρδισαν από τους πειραματισμούς τους σε ταινίες με κοινωνικό περιεχόμενο και συγκεκριμένα θέματα. Ο κινηματογράφος έγινε και πάλι μέσον έκφρασης της ζωής. Σ’ ένα τέτοιο κλίμα, μαθητής και κληρονόμος της «αβάν-γκαρντ», σε μια εποχή που ο ομιλών κινηματογράφος διαδεχόταν τη βουβή τέχνη, ο Καρνέ γύρισε την πρώτη του ταινία, «Nogent, Eldorado du Dimanche» (1929), ένα ντοκιμαντέρ μήκους μονάχα 550 μέτρων, για να ακολουθήσει, στη δεκαετία του ’30, με τις ταινίες «Jenny» (1936) και «Drole de drame» (1937). Το 1938 γυρίζει την αριστουργηματική «Το λιμάνι των αποκλήρων», πρώτη του συνεργασία με τον σεναριογράφο Ζακ Πρεβέρ, που θα τον επιβάλει ως έναν από τους πιο σημαντικούς δημιουργούς του γαλλικού κινηματογράφου της τότε εποχής. Το 1938 ακολουθεί μια ακόμη θαυμάσια ταινία, το «Ξενοδοχείο του Βορρά» (1938), ενώ το 1939 η συνεργασία Καρνέ – Πρεβέρ θα μας χαρίσει το άλλο μεγάλο αριστούργημα του σκηνοθέτη, το «Ξημερώνει» (Le jour se lève).

 

Σε κάποιο λαϊκό ξενοδοχείο διαπράττεται ένας φόνος. Ο δολοφόνος κλείνεται στο δωμάτιό του και αρνείται να παραδοθεί στην αστυνομία. Στη συνέχεια, βλέπουμε σε διάφορα «φλας-μπακ» τα κίνητρα που οδήγησαν το δολοφόνο στο έγκλημα. Πρωταγωνιστές της ταινίας είναι τέσσερα πρόσωπα. Τέσσερα πρόσωπα που αντιπροσωπεύουν τέσσερις διαφορετικούς κόσμους: ο φτωχός εργάτης (Ζαν Γκαμπέν), που γίνεται δολοφόνος, αντιπροσωπεύει τον απλό άνθρωπο με την πείρα της ζωής, η χαριτωμένη ανθοπώλις (Ζακλίν Λοράν), που την ερωτεύεται, αντιπροσωπεύει την αθωότητα και την ομορφιά του κόσμου, ενώ ο γυμναστής των σκύλων (Ζιλ Μπερί) είναι η προσωποποίηση του κακού που κυριαρχεί στον κόσμο, και η μετρέσα του (Αρλετί), η οποία, αν και φαινομενικά δίνει μια εικόνα της εύκολης και διεφθαρμένης ζωής, κρύβει στο βάθος μια τίμια ψυχή. Ανάμεσα σ’ αυτά τα πρόσωπα η μοίρα παίζει τον κύριο ρόλο.

 

1454080071 56ab80470b463 003 daybreak theredlist

 

Σ’ αυτήν υποτάσσονται οι τέσσερις ήρωες και αυτή καθορίζει τη γραμμή της ζωής τους, χτυπώντας τους όταν αυτή το θελήσει. Όργανο της μοίρας αυτής είναι ο γυμναστής των σκύλων, που με μια μαζοχιστική ευχαρίστηση θα φέρει τελικά την καταστροφή, χωρίς να νοιάζεται αν αυτό θα φέρει και τη δική του. Από την ταινία έχει αφαιρεθεί κάθε τι το περιττό, και είναι ολόκληρη χωρισμένη σε σκηνές, που όλες μαζί, δεμένες με ένα ρυθμό, ένα σχέδιο και μια γραμμή, αποτελούν μια τελειότητα, που κάνουν την ταινία να θεωρείται όχι μονάχα το αριστούργημα του Καρνέ, αλλά και υπόδειγμα τελειότητας στον τομέα της κινηματογραφικής τέχνης. Όλα τα αντικείμενα στην ταινία έχουν σημασία. Τα διάφορα μικροπράγματα στο δωμάτιο όπου κλείνεται ο δολοφόνος, η αρκουδίτσα, το μενταγιόν, το ξυπνητήρι, όλα σύμβολα του παρελθόντος που μ’ αυτά θ’ ακολουθήσουμε και εμείς τις σκέψεις του Γκαμπέν και θα μάθουμε για τη ζωή του, την αγάπη του για την ανθοπώλιδα, τις σχέσεις του με τη μετρέσα του γυμναστή των σκύλων, τις συναντήσεις του με το γυμναστή και τη σύγκρουση των δυο που θα οδηγήσει τελικά στο φόνο.

 

Το προσωπικό στιλ του σκηνοθέτη είναι ολοφάνερο σ’ όλες τις σκηνές της ταινίας. Από την πρώτη συνάντηση Γκαμπέν – Λοράν στο εργοστάσιο, μέσα στους καπνούς και το θόρυβο των μηχανών, τις κατοπινές συναντήσεις των δύο ερωτευμένων –από την πρώτη, στο δωμάτιο της κοπέλας, όπου ο έρωτας δίνεται τόσο απλά και ήρεμα, ώς την τελευταία, στο ανθοπωλείο, όπου η ομορφιά και η δροσεράδα της κοπέλας παραβάλλονται μ’ εκείνη των λουλουδιών– στη σκηνή στο λαϊκό μπαρ με το νούμερο του γυμναστή, την πρώτη συνάντηση Γκαμπέν – Αρλετί, που οδηγεί στις κατοπινές ερωτικές σχέσεις των δύο, τις παράξενες «επεμβάσεις» του γυμναστή, ώς την τελευταία του επίσκεψη στο δωμάτιο του Γκαμπέν, που οδηγεί στο φόνο, και πάνω απ’ όλα στη σκηνή του τέλους (έξοχη σκηνή ανθολογίας), όπου, τη στιγμή όταν ο Γκαμπέν αυτοκτονεί, ο αστυνομικός ρίχνει τη δακρυγόνο βόμβα στο δωμάτιο του σκοτωμένου, για να τον αναγκάσει να… βγει έξω και να παραδοθεί, και ενώ το αέριο αρχίζει να γιομίζει το δωμάτιο, το ξυπνητήρι, που βρίσκεται πλάι στο νεκρό, αρχίζει να χτυπά: μια καινούργια μέρα ξημερώνει, ίδια χαρούμενη και αδιάφορη όπως οι άλλες.

 

Πλάι σ’ αυτές τις σκηνές ο Καρνέ παρεμβάλλει τις σκηνές του πλήθους, που μαζεύεται κάτω από το δωμάτιο του δολοφόνου και παρακολουθεί με περιέργεια το δράμα του: η κοινωνία που παρακολουθεί την καταστροφή ενός ατόμου της, χωρίς όμως να προσφέρει καμιά ενεργό συμπαράσταση. Μια στιγμή, αναγνωρίζοντας την ευθύνη τους, φωνάζουν στον εγκαταλειμμένο Γκαμπέν: «Πολέμησε, μην υποχωρήσεις, στεκόμαστε δίπλα σου», για να σωπάσουν σε λίγο και ν’ αφήσουν τα υπόλοιπα στην αστυνομία και τη μοίρα.

 

Και πάλι ο Πρεβέρ μετέτρεψε τους ανθρώπους του σεναρίου του σε σύμβολα. Σύμβολα ενός κόσμου που βρίσκεται στα πρόθυρα ενός παγκόσμιου πολέμου, ενός κόσμου που καταρρέει. Ο δαμαστής των σκύλων, ενσαρκώνοντας τη δύναμη του κακού και της καταστροφής, αντιπροσώπευε κατά κάποιον τρόπο το πνεύμα του χιτλερισμού, που σ’ αυτό η Γαλλία του 1939 (ο έμπειρος Γκαμπέν, σύμβολο του διαλυμένου τότε από μια ακροδεξιά κυβέρνηση Λαϊκού Μετώπου) θα υπέκυπτε, σέρνοντας μαζί της όλη την αθωότητα και την ομορφιά του κόσμου. Και πραγματικά, αμέσως μετά το «Ξημερώνει», η Γαλλία, παρόμοια με τον κόσμο των προπολεμικών ταινιών του Γκαμπέν, υπέκυψε σχεδόν χωρίς αντίσταση στη μοίρα της.

 

***** Κάτω από το ηφαίστειο

Under the Volcano. ΗΠΑ, 1984. Σκηνοθεσία: Τζον Χιούστον. Σενάριο: Γκάι Γκάλο. Ηθοποιοί: Άλμπερτ Φίνεϊ, Ζακλίν Μπισέ, Άντονι Άντριους, Κέτι Τζουράντο. 112΄

 

00004 1600x900 c default

Μια ακόμη εξαιρετική ταινία, από τα τρία υποτιθέμενα «μη διασκευάσιμα» μυθιστορήματα που σκηνοθέτησε σε αρκετά ώριμη ηλικία ο Τζον Χιούστον (τα άλλα δύο ήταν το «Wise Blood» της Φλάνερι Ο’Κόνορ και «The Dead» του Τζέιμς Τζόις), αποδείχτηκε αυτό το «Κάτω από το ηφαίστειο», βασισμένο στο ημι-αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα του «καταραμένου» συγγραφέα Μάλκομ Λόουρι, και που τώρα προβάλλεται σε επανέκδοση. Με το σκηνοθέτη του «Θησαυρού της Σιέρα Μάντρε» και τόσων άλλων αριστουργημάτων, να δείχνει, παρά τα 78 του τότε χρόνια, πως δεν είχε χάσει τίποτα από τη ζωντάνια ή τη νεανικότητά του.

 

Με φόντο μια μικρή πόλη του Μεξικού, στη διάρκεια της Γιορτής των Νεκρών, λίγο πριν από την έκρηξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, παρακολουθούμε την αγχωτική 24ωρη πορεία ενός ξεπεσμένου, κουρασμένου από τη ζωή, πρώην Βρετανού προξένου, που εδώ και χρόνια το έχει ρίξει στο πιοτό (το πιοτό είναι πια μέρος της ζωής του, ικανό σε τέτοιο σημείο, όπως αναφέρει ο ίδιος σε κάποια στιγμή, να τον «ξεμεθύσει»).

 

Έχοντας, τη συγκεκριμένη μέρα, που αρχίζει η ταινία, επισκεφτεί τυχαία μιαν εκκλησία, όπου προσευχήθηκε για την επιστροφή της γυναίκας του, η οποία εδώ κι ένα χρόνο τον είχε εγκαταλείψει, τώρα κάθεται στη βεράντα του σπιτιού του, μαζί με τον ετεροθαλή αδερφό του, ο οποίος μόλις πρόσφατα είχε επιστρέψει από τον ισπανικό εμφύλιο πόλεμο όπου είχε πολεμήσει ενάντια στον Φράνκο, όταν ξαφνικά, σαν από θαύμα (ή κάποια παραίσθηση), εμφανίζεται μπροστά του… η γυναίκα του, αποφασισμένη να του δώσει μιαν ακόμη ευκαιρία να σώσουν το γάμο τους! Οι τρεις τους θα ξεκινήσουν, αργότερα, ένα ταξίδι στην πόλη που γιορτάζει τη Μέρα των Νεκρών, με τον πρόξενο να σταματά σε διάφορα μέρη και να πίνει ασταμάτητα, να μπλέκει με πόρνες και ύποπτα άτομα, βάζοντας διαρκώς σε κίνδυνο τη ζωή του.

 

Χρειάστηκε εξυπνάδα, ευρηματικότητα, συγκράτηση αλλά και μεγάλη τόλμη (ένα πρώτο σενάριο προσπάθησε αρχικά να φτιάξει ο Λουίς Μπουνιουέλ αλλά το διέκοψε, πιστεύοντας πως ήταν αδύνατο να διασκευαστεί το βιβλίο του Λόουρι), για να μεταφερθεί το μυθιστόρημα στην οθόνη χωρίς να χαθεί το πνεύμα του πρωτότυπου. Και ο Χιούστον τα κατάφερε και με το παραπάνω. Προσφέροντάς μας μια από τις πιο ανεπανάληπτες, συγκλονιστικές, βουτηγμένες σε μια μαύρη ατμόσφαιρα, ταινίες του, με σκηνές που μένουν χαραγμένες στη μνήμη, φωτογραφημένες με ξεχωριστή αγάπη από τον μεγάλο Μεξικανό κάμεραμαν Γκαμπριέλ Φιγκερόα. Με τον Άλμπερτ Φίνεϊ να δίνει με τρόπο εκπληκτικά συγκρατημένο το ρόλο του τραγικού, αλκοολικού προξένου (από τις καλύτερες, αξίζει να τονίσω, ερμηνείες αλκοολικού που μας έχει δώσει ο κινηματογράφος), βοηθούμενου από την επίσης εξαίρετη ερμηνεία της Ζακλίν Μπισέ στο ρόλο της γυναίκας του.

 

*** Σκοτεινές ψυχές

Anime nere. Ιταλία, 2014. Σκηνοθεσία-σενάριο: Φραντσέσκο Μούνζι. Ηθοποιοί: Μάρκο Λεονάρντι, Πεπίνο Ματσότα, Φαμπρίζιο Φερακάνε, Μπάρμπαρα Μπομπούλοβα. 109΄

 

11429 Anime nere 5 Francesca Casciarri

Μιαν άλλη, ασυνήθιστη πλευρά της ιταλικής μαφίας, μακριά από εκείνες που μας έδωσε μέχρι σήμερα το Χόλιγουντ, αλλά και ο ιταλικός γενικότερα κινηματογράφος, μας δίνει στην πολύ καλή ταινία του, «Σκοτεινές ψυχές», ο Φραντσέσκο Μούνζι (βραβείο Donatello, καλύτερης ιταλικής ταινίας του 2015). Ο Μούνζι παρακολουθεί τη ζωή τριών αδερφών μιας μαφιόζικης οικογένειας από την Καλαβρία, ώς τη στιγμή που, εξαιτίας κάποιας βιαστικής πράξης του γιου του ενός, γεμάτου μίσους για μιαν ανταγωνιστική οικογένεια, οδηγεί σε νέες συγκρούσεις και τελικά σε τραγωδία.

 

Με έναν άνετο ρυθμό, που επιζητά να αναπτύξει τις σχέσεις ανάμεσα στα διάφορα πρόσωπα (οι συγκρούσεις γίνονται στα τελευταία 20 λεπτά της ταινίας), ο Μούνζι εξετάζει από μέσα τα προβλήματα των τριών αδερφών και των ανθρώπων γύρω τους για να μας δώσει μια πιο ρεαλιστική (χωρίς ηρωισμούς) εικόνα των αποτελεσμάτων των πράξεών τους, σε μια σειρά συγκλονιστικές σκηνές που έχουν κάτι από την αρχαία τραγωδία.

ΟΙ ΑΛΛΕΣ ΤΑΙΝΙΕΣ

Η ΜΕΡΑ ΤΗΣ ΒΑΣΤΙΛΗΣ (Bastille Day). Βρετανία/Γαλλία/ΗΠΑ, 2016. Σκηνοθεσία: Τζέιμς Γουότκινς. Σενάριο: Άντριου Μπόλντουιν, Τζέιμς Γουότκινς. Ηθοποιοί: Ίντρις Έλμπα, Ρίτσαρντ Μάντεν, Κέλι Ράιλι, Σαρλότ Λε Μπον. 92΄

 

ninos fenek

Το κυνήγι ενός υποτιθέμενου για βομβιστική επίθεση στο Παρίσι τρομοκράτη, κλέφτη στην πραγματικότητα, αν και αθώου (σας θυμίζει λίγο Χίτσκοκ;), θα αποκαλύψει τις ίντριγκες στην ίδια τη CIA, σε μια συνηθισμένη, με όλα τα σεναριακά κλισέ, περιπέτεια, όπου το κύριο στοιχείο είναι το σασπένς.

 

Η ΑΓΑΠΗ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ ΘΑΥΜΑ (Le gout des merveilles). Γαλλία, 2015. Σκηνοθεσία-σενάριο: Ερίκ Μπενάρ. Ηθοποιοί: Βιρζινί Εφιρά, Μπενζαμέν Λαβέρν, Λουσί Φαγκαντέ. 100΄

 

182634

Η σχέση ανάμεσα σε μια χήρα με δυο παιδιά κι έναν άντρα με ψυχολογικά προβλήματα, του οποίου αναλαμβάνει τη φροντίδα του όταν κινδυνεύει να τον χτυπήσει με το αυτοκίνητό της, σε μια ρομαντική κωμωδία.

 

{source}
<iframe width=»560″ height=»315″ src=»https://www.youtube.com/embed/TlLqSYt3EdM» frameborder=»0″ allowfullscreen></iframe>
{/source}