Του Νίνου Φένεκ Μικελίδη
Βία, ωμότητα και φονταμενταλισμός στη σύγχρονη κοινωνία.

*** 1/2 – Όταν ξέσπασε η βία
Caini/Dogs. Ρουμανία, 2016. Σκηνοθεσία-σενάριο: Μπόγκνταν Μιρίκα. Ηθοποιοί: Ντράγκος Μπούκουρ, Γκεόργκε Βίζου, Βλαντ Ιβάνοβ. 104′

 

otan ksespase h bia

Με το βραβείο της Διεθνούς Κριτικής (FIPRESCI) καλύτερης ταινίας του τμήματος «Ένα κάποιο βλέμμα» του φεστιβάλ των Κανών, μας έρχεται η συγκλονιστική ταινία «Όταν ξέσπασε η βία» (η ωμότητα είναι το μόνο στοιχείο που τη συνδέει με την παλιότερα, ομότιτλη ταινία του Τζον Μπούρμαν) του πρωτοεμφανιζόμενου Ρουμάνου σκηνοθέτη Μπόγκνταν Μιρίκα. Ενός ακόμη ταλαντούχου σκηνοθέτη στην ομάδα εκείνη που τα τελευταία χρόνια έχουν δώσει μιαν άλλη διάσταση στον κινηματογράφο της πατρίδας τους.

Από το πρώτο κιόλας πλάνο, με μόνους ήχους το βουητό των μυγών, ενώ η κάμερα ταξιδεύει πάνω από ένα χορταριασμένο τοπίο για να περάσει πάνω από μια λίμνη, όπου ξαφνικά, στα σκοτεινά νερά της αναδύεται κάτι βουτηγμένο στο αίμα (ένα κομμένο πόδι όπως θα ανακαλύψουμε αργότερα), ο θεατής προετοιμάζεται για την ωμότητα που με σασπένς αρχίζει να περιμένει. Βρισκόμαστε σε μια αγροτική περιοχή της Ρουμανίας, κοντά στα σύνορα με την Ουκρανία, σε ένα χώρο όπου κυριαρχεί ο νόμος των γκάνγκστερ. Εκεί φτάνει από την πόλη, ο Ρόμαν (Ντράγκος Μπουκουρ), ένας άσχετος με την κατάσταση που επικρατεί στην περιοχή, ο οποίος έχει κληρονομήσει το αγρόκτημα του νεκρού παππού του. Σκοπός του είναι να το πουλήσει και να επιστρέψει, όσο το δυνατό πιο γρήγορα στην ασφάλεια της πόλης.

Γρήγορα όμως, και με αιματηρό, άγριο τρόπο, θα ανακαλύψει πως ο παππούς του ήταν ο αδίστακτος «αφέντης» της περιοχής, αρχηγός μιας ομάδας βίαιων ατόμων, που χρησιμοποιούσαν τον τεράστιο, ανεξέλεγκτο από τις τοπικές αρχές, χώρο για να διευθύνει τις παράνομες επιχειρήσεις του (διακίνηση ναρκωτικών, μεταναστών, κλπ.) και που ο το ίδιο αδίστακτος διάδοχος του συνεχίζει.

Ο Μιρίκα καταφέρνει να δημιουργήσει το σασπένς μέσα από μια φαινομενικά ήρεμη ατμόσφαιρα, με την κάμερα να ακολουθεί αργά τα πρόσωπα ή, ακίνητη, να καταγράφει τη συμπεριφορά τους, χρησιμοποιώντας συχνά ένα μαύρο χιούμορ (όπως εκείνο με τον ηλικιωμένο, ετοιμοθάνατο από καρκίνο, αστυνομικό Χόγκας (ένας εξαιρετικός Γκεόργκε Βίζου) να εξετάζει το κομμένο πόδι στο τραπέζι ενώ τρώει κάθε πίνει τη μπύρα του, να το βγάζει με δυσκολία από το παπούτσι, να αφαιρεί την κάλτσα και να το γυρίζει από διάφορες πλευρές με το πιρούνι του) αλλά και να στρέφεται σε ξεσπάσματα βίας για να μας αποκαλύψει την άλλη πλευρά των προσώπων του, μαζί και μια πιο αληθινή, φρικτή εικόνα τρόπου ζωής που εξακολουθεί να υπάρχει στο σημερινό, πολιτισμένο κόσμο μας.

*** Το κοινόβιο
Kollektivet/The Commune. Δανία/Σουηδία, 2016. Σκηνοθεσία: Τόμας Βίντερμπεργκ. Σενάριο: Τομπίας Λίντχολμ, Τόμας Βίντερμπεργκ. Ηθοποιοί: Τρίνε Ντίρχολμ, Ούλριχ Τόμσεν, Φάρες Φάρες, Γιούλι Αγκνέτε Βανγκ, Λαρς Ράντε, Μάρτα Σοφί Βάλστρομ Χάνσεν, Χελένε Ρέινγκααρντ Νούμαν

 

to koinobio 2

Στα κοινόβια που έφτιαχναν τα «παιδιά των λουλουδιών» και οι νεαροί επαναστάτες στη δεκαετία του ΄70, στρέφεται στην ταινία του, «Η κολλεκτίβα», ο Δανέζος σκηνοθέτης Τόμας Βίντερμπεργκ («Οικογενειακή γιορτή», «Το κυνήγι»), από τους βασικούς δημιουργούς της γνωστής κίνησης «Δόγμα 95». Η κολλεκτίβα της ταινίας, βασισμένη στο θεατρικό έργο του Βίντερμπεργκ, και εμπνευσμένο από τη δική του εμπειρία από την εφηβική ζωή του σε κοινόβιο, ξεκινάει όταν, με το θάνατο του πατέρα του, ο Έρικ, καθηγητής της αρχιτεκτονικής, κληρονομεί το τεράστιο σπίτι του σε μια επαρχιακή πόλη βόρεια της Κοπεγχάγης. Ύστερα από μια κάπως πιεστική πρόταση της βαριεστημένης από μια ανιαρή ζωή γυναίκας του και διάσημης τηλεπαρουσιάστριας, Άννας, ο Έρικ αποφασίζει να μετατρέψει το σπίτι σε κοινόβιο, καλώντας διάφορους φίλους τους (αργότερα και άγνωστους) για να ζήσουν και να μοιραστούν το σπίτι μαζί του.

Στην αρχή όλα δείχνουν να πάνε καλά, ώσπου ο Έρικ αρχίζει ένα δεσμό με μια φοιτήτριά του, την οποία, με προτροπή της γυναίκας του, φέρνει να ζήσει μαζί τους, στο κοινόβιο. Η ταινία παρακολουθεί την ιστορία με κύριο πρόσωπο την Άννα, η οποία σταδιακά αρχίζει να ξεχνάει τις φιλελεύθερες, για τον έρωτα και γενικά τη ζωή, ιδέες της και στρέφεται στο πιοτό και την επικίνδυνη κατάθλιψη (μια πολύ καλή ερμηνεία από την Τρίνε Ντίρχολμ), από την ταινία όμως λείπει ένας κύριος άξονας, εκτός αν με το κοινόβιο αυτό ο σκηνοθέτης ήθελε να κάνει ένα σχόλιο πάνω στην από κοινού ζωή με ξένους (διάβαζε μετανάστες) ανθρώπους, στοιχείο όμως που δεν αναπτύσσεται αρκετά.

 

*** Τέλειοι ξένοι
Ελλάδα, 2016. Σκηνοθεσία-σενάριο: Θοδωρής Αθερίδης. Ηθοποιοί: Θοδωρής Αθερίδης, Σμαράγδα Καρύδη, Άλκις Κούρκουλος, Μαρία Ναυπλιώτου, Μάκης Παπαδημητρίου, Γιάννος Περλέγκας, Ευαγγελία Συριοπούλου, Χριστίνα Βαρώτσου.

 

teleioi ksenoi


Τα καταστροφικά για το άτομο αποτελέσματα αλλά και τον εφιάλτη στον οποίο μπορεί να οδηγήσουν τα κινητά τηλέφωνα παρουσιάζει η (συχνά μαύρη) αυτή κωμωδία του Θοδωρή Αθερίδη. Κωμωδία (κυριολεκτικά) δωματίου, με τα εφτά πρόσωπα, στενούς φίλους, της ταινίας να μαζεύονται στο σπίτι του ενός για δείπνο που θα καταλήξει σε ένα απρόσμενο καταστροφικό «παιχνίδι». Όταν οι συνδαιτυμόνες, κάποια στιγμή, παραδέχονται πως δεν κρατάνε ψέματα μεταξύ τους, μια από τις φίλες, προτείνει να αφήσουν όλοι τα κινητά τους στο τραπέζι και να επιτρέπουν σε όλους, σε ανοικτή ακρόαση, να παρακολουθούν τις κλήσεις.

Απόφαση που θα φέρει τα πάνω κάτω και θα προκαλέσει αποκαλύψεις, καβγάδες και ρήξη στα ζευγάρια, ανατρέποντας τις όποιες μέχρι τότε ισορροπίες. Παρόλο που η ιστορία κινείται μέσα σε ένα διαμέρισμα, ο Αθερίδης κατάφερε να δώσει ρυθμό και ζωντάνια στην αφήγηση, κινώντας συνεχώς, μέσα στο χώρο, άλλοτε τα ίδια τα πρόσωπα και άλλοτε την κάμερα, διανθίζοντας τις διάφορες καταστάσεις με χιούμορ (και με μια έξυπνη ανατροπή στο φινάλε) και αποσπώντας πολύ καλές ερμηνείες από όλους τους ηθοποιούς του.

*** Ο πιστός
Muchenik/The Student. Ρωσία, 2016. Σκηνοθεσία-σενάριο: Κίριλ Σερεμπρένικοβ. Ηθοποιοί: Πιότρ Σκβόρτσοβ, Βικτώρια Ισάκοβα, Γιούλιβα Άουκ. 118′

 

o pistos

Από το «Ένα κάποιο βλέμμα» του φεστιβάλ των Κανών μας έρχεται αυτός «Ο πιστός» του Κίριλ Σερεμπρένικοβ, βασισμένος στο θεατρικό έργο «Μάρτυρας» του Γερμανού Μάριους φον Μάγιενμπουργκ, με πρωταγωνιστή ένα νεαρό μαθητή, σε σχολείο στη σημερινή Ρωσία, ο οποίος, έχοντας πιστέψει πως ο κόσμος έχει διαφθαρεί και οδηγείται στην εξαφάνιση του, προσπαθεί, με αποσπάσματα από τη Βίβλο και διάφορους άλλους τρόπους, να μεταπείσει καθηγητές και συμμαθητές.

Στη διάρκεια της σχολικής κολύμβησης, ο ήρωας, ο Βενιαμίν, πηδάει στην πισίνα φορώντας ρούχα του, ενώ, στο μάθημα της σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης, προκαλεί συνεχώς την καθηγήτριά του, απαγγέλλοντας αποσπάσματα από τη Βίβλο, ενώ, κάποια στιγμή, βγάζει τα ρούχα του και, γυμνός, προσπαθεί να δείξει στους συμμαθητές και τις συμμαθήτριες του, πως να χρησιμοποιούν το προφυλακτικό. Θα προσπαθήσει ακόμη να παρασύρει στις φονταμενταλιστικές απόψεις του και τον παπά της σχολής που έρχεται για να αγιάσει τους χώρους, επιμένοντας πως σημασία έχει να «να πεθαίνεις για την πίστη σου». Ακολουθώντας, όπως ο ίδιος ερμηνεύει, τα λόγια της Βίβλου, θα καλέσει σε διπλό στο σπίτι του ένα ανάπηρο συμμαθητή του στον οποίο θα φερθεί υπεροπτικά.

 

Ευκαιρία για τον 47χρονο Σερεμπρένικοβ να φτιάξει μια ταινία ενάντια στις θρησκευτικές και άλλες εμμονές, το φονταμενταλισμό, τις σεξουαλικές και κοινωνικές καταπιέσεις, που μαζί με τον πρόσφατο «Λεβιάθαν» του Ζβιαγκίντσεβ και τις ταινίες μερικών άλλων νέων συμπατριωτών του, μας δείχνει πως ο νέος ρωσικός κινηματογράφος έχει αρχίσει να χαράσσει μια νέα, συναρπαστική συχνά, πορεία.