Της Μαρίνας Κουρμπέλα (marinakourbela@gmail.com) 

Η υπόθεση αφορά προσφυγή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) κατά της Ιταλίας σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 2004/80 για την αποζημίωση των θυμάτων εγκληματικών πράξεων.

Με βάση τη σχετική οδηγία της Ένωσης, τα θύματα από πρόθεση εγκλημάτων βίας πρέπει να έχουν δικαίωμα σε εύλογη και προσήκουσα αποζημίωση για τη βλάβη την οποία έχουν υποστεί, ανεξαρτήτως του γεωγραφικού σημείου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο οποίο τελέστηκε η αξιόποινη πράξη. Τα κράτη-μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις προκειμένου να συμμορφωθούν προς την οδηγία αυτή. 

Σύμφωνα με σχετική ανακοίνωση, στην Ιταλία διάφοροι «ειδικοί νόμοι» προβλέπουν ότι, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, το ιταλικό Δημόσιο καταβάλλει αποζημίωση στα θύματα ορισμένων μορφών αξιόποινων πράξεων που αποτελούν από πρόθεση εγκλήματα βίας (ιδίως των πράξεων που συνδέονται με την τρομοκρατία ή με το οργανωμένο έγκλημα). Κατόπιν της μεταφοράς της οδηγίας στην ιταλική έννομη τάξη, οι νόμοι αυτοί τυγχάνουν επίσης εφαρμογής σε υποθέσεις με διασυνοριακό χαρακτήρα (γενικώς, όταν το θύμα αξιόποινης πράξεως που έχει τελεστεί στην ιταλική επικράτεια είναι πολίτης άλλου κράτους-μέλους). 

Η Επιτροπή προσέφυγε στο ΔΕΕ κατά της Ιταλίας, υποστηρίζοντας ότι η Ιταλία, παραλείποντας να θεσπίσει γενικό σύστημα αποζημίωσης που να μπορεί να καλύπτει το σύνολο των εγκλημάτων βίας σε υποθέσεις με διασυνοριακό χαρακτήρ α(όπως ο βιασμός, οι σοβαρές προσβολές της γενετήσιας ελευθερίας, η ανθρωποκτονία, η βαριά σωματική βλάβη και, γενικώς, κάθε αξιόποινη πράξη που δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των προαναφερθέντων «ειδικών νόμων»), παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το δίκαιο της Ένωσης. 

Αντιθέτως, η Ιταλία υποστηρίζει ότι συμμορφώθηκε προς τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την οδηγία. Με την απόφασή του, το Δικαστήριο υπογραμμίζει ότι σύστημα συνεργασίας που καθιερώνει η οδηγία απαιτεί την τήρηση της αρχής της απαγόρευσης των διακρίσεων λόγω ιθαγένειας, όσον αφορά την πρόσβαση στα συστήματα αποζημιώσεων των θυμάτων εγκληματικών πράξεων σε υποθέσεις με διασυνοριακό χαρακτήρα.  

Το Δικαστήριο προσθέτει ότι, σε τέτοιες υποθέσεις, η οδηγία, προκειμένου να διαφυλαχθεί η ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων εντός της Ένωσης, επιβάλλει επίσης σε κάθε κράτος-μέλος την υποχρέωση να θεσπίσει εθνικό σύστημα που να διασφαλίζει ένα ελάχιστο επίπεδο εύλογης και προσήκουσας αποζημιώσεως στα θύματα όλων των αξιόποινων πράξεων που αποτελούν από πρόθεση εγκλήματα βίας και τελούνται στο έδαφός του.