Της Μαρινίκης Μιχαλοπούλου
Η κατάθλιψη αποτελεί τη μάστιγα του 21ου αιώνα. Στην Ελλάδα και μόνο από το 2011 έως το 2013, καταγράφεται αλματώδης άνοδος στα περιστατικά κατάθλιψης, σύμφωνα με στοιχεία του ερευνητικού Ινστιτούτου Ψυχικής Υγιεινής του Πανεπιστημίου Αθηνών, που αγγίζουν το ποσοστό του 50%.

Ο βασικός κορμός των συμπτωμάτων της ασθένειας είναι ίδιος σε άντρες και γυναίκες. Ευερεθιστότητα, αλλαγές στη διάθεση, μειωμένη ευχαρίστηση, δυσκολία στη συγκέντρωση αλλαγές στον ύπνο και τη διάθεση. Ωστόσο υπάρχουν σημαντικά λιγότερα ποσοστά εκδήλωσης της νόσου στους άνδρες σε σχέση με τις γυναίκες.

Οι γυναίκες είναι πιο ευάλωτες στην κατάθλιψη, παράλληλα όμως υπάρχουν εκατομμύρια περιστατικά ανδρικής κατάθλιψης που δεν καταγράφονται καθώς οι άνδρες δυσκολεύονται να εξωτερικεύσουν την ψυχική τους δυσκολία και δεν αναζητούν βοήθεια. Στην Ελλάδα οι ομάδες του πληθυσμού που πλήττονται περισσότερο από την ασθένεια είναι οι άνεργοι, οι υποαπασχολούμενοι, τα άτομα με χαμηλό εκπαιδευτικό επίπεδο και τα άτομα ηλικίας 35 έως 44 και 55 έως 64. Οι γυναίκες σε ποσοστό 15,6%, ενώ οι άνδρες σε ποσοστό 9%.
Παρόλα αυτά η κατάθλιψη μπορεί να εμφανιστεί και σε μικρότερες ηλικίες. Ένας έφηβος για παράδειγμα στο πέρασμα από την παιδική ηλικία στην εφηβεία αντιμετωπίζει πολλές αλλαγές και προκλήσεις.

Τέτοιες αλλαγές μπορούν να είναι, οι σχέσεις με συνομηλίκους, η αφύπνιση της σεξουαλικότητας, η αγωνία για το επαγγελματικό μέλλον. Στην εφηβική κατάθλιψη και την πρόληψη της σημαντικό ρόλο παίζει η σχέση γονέα και παιδιού, καθώς επίσης και η σωστή επικοινωνία των προβλημάτων.

Το άγχος, η ανασφάλεια και το αίσθημα μελαγχολίας βρίσκουν συχνά εύκολη «λύση», όταν το ντουλάπι είναι γεμάτο με χάπια της «ευτυχίας». Σε μελέτη του ΕΠΙΨΥ για το 2011, τα αντικαταθλιπτικά συνοδεύονταν από το συντριπτικό ποσοστό του 81,6%, σε σχέση με το ήδη υψηλό 62,1% του προηγούμενου έτους. Αποτελούν την πιο εύκολη και άμεση λύση για τους περισσότερου, ωστόσο πολλοί επιστήμονες στέκονται ενάντια στην άλογη χρήση τους. Τα αντικαταθλιπτικά θα πρέπει να αποτελούν την έσχατη λύση και πάντα σε συνεννόηση με τον γιατρό μας ο οποίος θα έχει διαγνώσει και παρακολουθήσει την κατάσταση του εκάστοτε ασθενή, καθώς κάθε περίπτωση είναι διαφορετική και απαιτεί διαφορετικούς χειρισμούς και αγωγή.

κατ

Μάλιστα πρόσφατες μελέτες της πανεπιστημιακής κλινικής Μαριχόσπιταλ στη Χέρνη της Γερμανίαςμ απέδειξαν πως η μουσική και δη η κλασική, μπορεί να συμβάλλει στην αντιμετώπιση και ανακούφιση των συμπτωμάτων της κατάθλιψης. Η μουσικοθεραπεία μπορεί να λειτουργήσει ως φάρμακο κατά κοινών ασθενειών, όπως οι κρίσεις άγχους και οι διαταραχές ύπνου αλλά και στις περιπτώσεις κατάθλιψης.

Η μουσική δίνει τη δυνατότητα στους ανθρώπους να εκφράζονται και να επικοινωνούν με μη λεκτικό τρόπο, ακόμα και όταν βρίσκονται σε σημείο όπου αδυνατούν να εκφράσουν με λόγια όσα νιώθουν, προσφέροντας έτσι μια διέξοδο, ενώ έχει σημαντική επιρροή στη διάθεση.
Ωστόσο αυτό που οι περισσότεροι ψυχολόγοι φαίνεται να συμφωνούν, είναι πως κάθε μορφή κατάθλιψης είναι διαφορετικοί και όσο πιο γρήγορα εντοπιστεί και διαγνωστεί τόσο πιο εύκολη μπορεί να είναι και αντιμετώπιση της. Γι’ αυτό ακριβώς το λόγο το άμεσο οικογενειακό και φιλικό περιβάλλον είναι εξαιρετικά σημαντικό για τον εντοπισμό συμπτωμάτων της ασθένειας.

Αν λοιπόν υποπτευόμαστε πως κάποιο φιλικό ή συγγενικό μας πρόσωπο μπορεί να υποφέρει από αυτή την ασθένεια μπορούμε άμεσα να συμβουλευτούμε τους αρμόδιους ιατρούς ή να απευθυνθούμε στις γραμμές στήριξης που υπάρχουν έτσι ώστε να πάρουμε τις απαραίτητες πληροφορίες αλλά και να προχωρήσουμε κάνοντας σωστές κινήσεις.