«Από αγάπη στο έργο του ποιητή»

Του Βασίλη Κ. Καλαμαρά

Επτά ζωγράφοι-χαράκτες «από αγάπη στο έργο του ποιητή το κοσμήσανε με ξυλογραφίες σε όρθιο ξύλο», όπως αναγράφεται στον κολοφώνα του 1947. Ο ποιητής είναι ο Νίκος Καββαδίας (1910-1975), το βιβλίο, η ποιητική συλλογή «Πούσι», ο εκδότης, ο Αθανάσιος Καραβίας.

Αυτόν το διάλογο, γόνιμο και δημιουργικό, ποίησης και χαρακτικής, τον υπογράφουν οι καλλιτέχνες Δ. Γιαννουκάκης, Α. Τάσος, Ι. Μόραλης, Α. Κορογιαννάκης, Γ. Μόσχος, Γ. Βακαλό και Γ. Βελισσαρίδης. Τη φωτολιθογραφική ανατύπωση υπογράφουν οι εκδόσεις «Αγρα» (σελίδες 64, τιμή: 16,50 €). Το καθένα από τα δεκατέσσερα ποιήματα της συλλογής φιλοτεχνείται με ξυλογραφίες, κοσμήματα και πρωτογράμματα με ειδικά επιλεγμένα χρώματα.

 

pousi

«Πούσι», του Δ. Γιαννουκάκη

Την ίδια χρονιά κυκλοφορεί η δεύτερη έκδοση του «Μαραμπού», εμπλουτισμένη με τρία ακόμη ποιήματα («Καφάρ», «Coalires», «Μαύρη Λίστα»), πάλι από τις εκδόσεις του στενού φίλου του Α. Καραβία.

 

Ανατρέξαμε στο τεύχος 483 του περιοδικού «Νέα Εστία» (1947) και ανασύραμε το κείμενο του Αιμιλίου Χουρμούζιου, καθότι δεν είναι καθ’ ολοκληρίαν επαινετικό, αλλά εκφράζει και ορισμένες ενστάσεις:

 

«Πίσω από το πούσι του»

Από το 1933, όταν ο Φώτος Πολίτης παρουσίαζε τον «Μαραμπού» σαν αντιπρόσωπο μιας νέας συναισθηματικής στάσης απέναντι στα παραδεγμένα του καιρού, αντιπρόσωπο ενός νέου κόσμου που αναφαίνεται, ακριβώς τη στιγμή που τα παλιότερα ιδανικά των περασμένων γενεών βρίσκονται στο τελευταίο στάδιο της φθοράς των -από τότε ίσαμε σήμερα περάσαν δεκαπέντε πλήρη, μεγάλα, ακέραα χρόνια. Εχώρεσαν τη Διχτατορία, τον Εμφύλιο (πράξη πρώτη), τον Εμφύλιο (πράξη δεύτερη).

 

2gymn

 «Εσμεράλδα», του Γ. Βακαλό

 

Το Δράμα του Εθνους… Ο Ν. Καββαδίας έμεινε ο συμπαθέστατος, ο πρωτότυπος έστω -δηλαδή ο όχι και τόσο πρωτότυπος πιά- ο αδιάφορος σ’ όλη την άλλη, την έξω από τα καράβια, τις αντέννες, τις βάρδιες και τους πνιχτούς μεθυσμένους έρωτες των λιμανιών ζωή. Μαραμπού! Ενα πυκνό πούσι έχει κατέβει και κρύψει από την οπτική γραμμή του ποιητή όλο τον πόνο των ανθρώπων.

 

3eksofy

Το εξώφυλλο του βιβλίου 

 

Κυττάζω από περιέργεια τις χρονολογίες των τραγουδιών του. Ενα το 1940. Δυό άλλα στα 1942. Ενα άλλο στα 1944. Δυό στα 1945. Τ’ αποδέλοιπα είναι πριν από το Σαράντα. Μια νύξη, κάποια θύμηση της τραγωδίας της φυλής του, πουθενά. ‘Η μάλλον δυό στίχοι υπομνηστικοί των εκτελέσεων στην Καισαριανή και της τραγωδίας του Διστόμου, μα κι αυτοί για χάρη του Γκαρθία Λόρκα…

[…] Ωστόσο νοιώθεις πως ο Καββαδίας σου προσφέρει γνήσια πραμάτεια. Είναι κομμάτια ζωντανά από όλη την ύλη ζεστή που σπαρταρά από ηλεκτρισμό-όσο κι αν τα θέματά του, θέματα παρατήρησης και καταγραφής νωθρών καταστάσεων δεν απομακρύονται κάποτε από την αφηγηματικότητα που χαρακτήριζε άλλωστε και στο πρώτο του βιβλίο σε στίχους. Μολαταύτα οι εικόνες του δεν είναι αφηρημένες αντιπροσωπεύουν καταστάσεις που ο ποιητής τις υποβάλλει με εκπληκτικήν ενέργεια. Το πάθος από τα τραγούδια τούτα λείπει σχεδόν ολότελα. Ο στίχος είναι υπαινικτικός κι όχι πλαστικός.

 

4 maxair

 «Καραντί», του Γ. Βακαλό

 

Νοσταλγικός μάλλον παρά δημιουργός άμεσων εντυπώσεων από την επαφή του αναγνώστη με τον ποιητή. Έχει την γοητεία όλων των πραγμάτων που βρίσκονται σε κάποιαν απόσταση από τον καθημερινό συνηθισμένο και τοπικό γεγονός. Ρεαλιστικός χωρίς προσπάθεια ο κ. Καββαδίας υποβάλλει εκείνο που θέλει. Παρασύρει με την πιό μεγάλη ευκολία τον αναγνώστη του κ’ είναι τούτο άσφαλτο σημάδι της γοητείας του.

 

armida

 «Αρμίδα», του Γ. Μόσχου

 

Ετσι, με παρέσυρε και μένα στ’ απίθανα τούτα ταξίδια που σ’ άλλους είναι πράξη και καθημερινή πείρα, σ’ άλλους είναι αποδημία της φαντασίας. Βρίσκουμαι ακόμη μαζί με τον πλοηγό μου και δε θέλω να ξαναγυρίσω για να συλλογιστώ πάλι πως ο ποιητής έμεινε, είτε θεληματικά είτε από αδιαφορία πίσω από το πούσι του…