Του Νίνου Φένεκ Μικελίδη

Δεν είναι καθόλου εύκολο να πιστέψεις πως ένας τόσο καλός, και σε μια όχι και τόσο μεγάλη ηλικία, φίλος δεν υπάρχει πια. Με την τόσο ευγενική παρουσία του, με το γεμάτο φρεσκάδα, ανθρωπιά, αμεσότητα, εκπληκτική απλότητα (μινιμαλισμό θα το χαρακτηρίσουν αργότερα) και ομορφιά έργο του, ο Αμπάς κατάφερνε να επιβληθεί στον καθένα μας.

Μπορεί να μοιάζει υπερβολική η ρήση του Γκοντάρ πως «ο κινηματογράφος ξεκινάει με τον Ντ. Γ. Γκρίφιθ και τελειώνει με τον Αμπάς Κιαροστάμι», ένα είναι όμως σίγουρο: πως με τον Αμπάς, όπως και με τον Αϊζενστάιν, τον Γουέλς, τον Ταρκόφσκι, τον Κουροσάβα και τον Αγγελόπουλο, ο κινηματογράφος πήρε μια άλλη μορφή, άνοιξε άλλα (δύσβατα για άλλους) μονοπάτια. Δεν είναι τυχαίο πως για τον ίδιο, όπως κάποτε είχε αναφέρει, οι σκηνοθέτες Χου Χσιάο Χσιέν, Αντρέι Ταρκόφσκι, Φεντερίκο Φελίνι και Θόδωρος Αγγελόπουλος κινούνται στο ίδιο μ’ αυτόν μήκος κύματος.

 

H γνωριμία μου με τον Αμπάς έγινε το 1995 στο φεστιβάλ του Μπέργκαμο, όπου η ταινία του «Μέσα από τους ελαιώνες» κέρδισε το βραβείο καλύτερης ταινίας και την οποία, ένα χρόνο πιο πριν, είχα απολαύσει και στις Κάνες. Στο Μπέργκαμο είχα την ευκαιρία, στο αφιέρωμα που του έκανε το φεστιβάλ, να δω και άλλες του ταινίες: «Πού είναι το σπίτι του φίλου μου», «Close-Up» και «Η ζωή και τίποτα περισσότερο».

Ταινίες δοσμένες με στοχασμό, με απόλυτη ηρεμία κι ένα εκπληκτικό μινιμαλιστικό στιλ, γυρισμένες με ερασιτέχνες ηθοποιούς και συχνά χωρίς σενάριο, που συνδυάζουν τη φαντασία και την ποίηση με την πραγματικότητα και μας μιλούν για την επιβίωση, την επιμονή και την ανθρώπινη αξιοπρέπεια.

skhnouetes

Σε συναντήσεις που θα ακολουθήσουν σε διάφορα φεστιβάλ (Κάνες, Κωνσταντινούπολη, Βενετία, Ταορμίνα) θα τον πείσω να έρθει στην Αθήνα, για να συμμετάσχει στο Πανόραμα Ευρωπαϊκού Κινηματογράφου, να παρουσιάσει το αφιέρωμα στις ταινίες του και να παραλάβει το τιμητικό Ειδικό Βραβείο του φεστιβάλ (μαζί με τους άλλους τιμώμενους διάσημους συναδέλφους του, Φραντσέσκο Ρόζι και Στίβεν Φρίαρς).

 

Ο Αμπάς γεννήθηκε στην Τεχεράνη το 1940 όπου σπούδασε καλές τέχνες (για να καλύψει μάλιστα τα έξοδα των σπουδών του εργάστηκε ως τροχονόμος), ενώ στη συνέχεια εργάστηκε για ένα διάστημα ως σχεδιαστής πριν τελικά στραφεί στον κινηματογράφο και γυρίζει την πρώτη του ταινία σε ηλικία 30 χρόνων.

 

Οι ταινίες που ήδη ανάφερα, όπως και οι υπόλοιπες («Ο άνεμος θα μας μεταφέρει», «Η γεύση του κερασιού», «Δέκα», «Γνήσιο αντίγραφο») θα εντυπωσιάσουν σε διάφορα διεθνή φεστιβάλ, από τις Κάνες και τη Βενετία μέχρι το Σικάγο, το Μοντρεάλ και τη Σιγκαπούρη, αποκαλύπτοντας στην κριτική και το παγκόσμιο κοινό ένα μεγάλο πρωτότυπο σκηνοθέτη, τον πιο σημαντικό του ιρανικού κινηματογράφου και όχι μόνο, με αποτέλεσμα οι διάφορες ανά τον κόσμο Ταινιοθήκες να διοργανώσουν ρετροσπεκτίβες στο έργο του και κάνοντας τον Μάρτιν Σκορσέζε να πει πως «ο Αμπάς Κιαροστάμι εκπροσωπεί το υψηλότερο επίπεδο καλλιτεχνικής ποιότητας στον κινηματογράφο».

 

Εκτός από κινηματογραφιστής, ο Αμπάς θα γίνει γνωστός και ως καλλιτέχνης φωτογράφος (οι φωτογραφίες του παρουσιάστηκαν σε διάφορες γκαλερί) και ποιητής, έχοντας δημοσιεύσει αρκετές συλλογές ποιημάτων. Στις 9 Μαρτίου του 2010, με αφορμή τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν διάφοροι συμπατριώτες του κινηματογραφιστές, αποφασίζει να δημοσιεύσει, σε εφημερίδα της Τεχεράνης, ανοικτή επιστολή, ζητώντας την απελευθέρωση δύο σκηνοθετών, που την 1η Μαρτίου είχαν συλληφθεί από τις αρχές:

«Ο Τζαφάρ Πανάχι και ο Μοχάμαντ Ρασούλοφ είναι δυο σκηνοθέτες του ανεξάρτητου ιρανικού κινηματογράφου, ενός κινηματογράφου που το τελευταίο τέταρτο του αιώνα έχει χρησιμεύσει ως αναγκαίο πολιτιστικό στοιχείο για τη διάδοση του ονόματος αυτής της χώρας σε όλη την υφήλιο. Και οι δυο τους ανήκουν σε μια υπό συνεχή ανάπτυξη παγκόσμια κουλτούρα και αποτελούν τμήμα της διεθνούς κινηματογραφικής κουλτούρας». Με αποτέλεσμα ο Ρασούλοφ να αποφυλακιστεί στις 17 Μαρτίου του 2010.

 

katrin

 

Για το είδος του σινεμά που φτιάχνει, ο Αμπάς έχει πει: «Οι ταινίες μου έχουν αναπτυχθεί προς ένα είδος μινιμαλισμού, αν και αυτό δεν έγινε συνειδητά. Στοιχεία που μπορούσαν να αφαιρεθούν, αφαιρέθηκαν. Αυτό μου το υπέδειξε κάποιος που αναφέρθηκε στον Ρέμπραντ και τον τρόπο που εκείνος χρησιμοποιούσε το φως: ορισμένα στοιχεία τονίζονται, ενώ άλλα επισκοτίζονται ή και σπρώχνονται στο σκοτάδι. Αυτό είναι κάτι που κάνουμε – τονίζουμε δηλαδή στοιχεία στα οποία θέλουμε να δώσουμε έμφαση. Δεν υποστηρίζω και δεν αρνούμαι πως έχω κάνει κάτι τέτοιο, αλλά πιστεύω στη μέθοδο του (Ρομπέρ) Μπρεσόν για τη δημιουργία μέσω της παράλειψης και όχι μέσω της πρόσθεσης».

 

Αξίζει να αναφέρω πως η ταινία του Κιαροστάμι «Close-Up» βρίσκεται στην 42η θέση στον κατάλογο των 50 καλύτερων ταινιών από καταβολής κινηματογράφου που ετοίμασε το 2012 το Βρετανικό Κινηματογραφικό Ινστιτούτο. Ενώ, μερικές μέρες πριν από το θάνατό του, η ειρωνεία της τύχης το έφερε ώστε η Αμερικανική Ακαδημία του Κινηματογράφου να τον καλέσει να γίνει μέλος της.