Ζήτησε η Γκούτσι την Ακρόπολη για επίδειξη μόδας, με αστέρες του Χόλιγουντ και την ανάλογη υψηλή γκλαμουριά, αρνήθηκε η ελληνική Πολιτεία, και κάποιοι χαλάστηκαν, στράβωσαν.

…Οι οποίοι κάποιοι χωρίζονται χοντρικά σε δυο κατηγορίες: οι πρώτοι στραβομουτσούνιασαν επειδή έτσι προσβάλλουμε τη διάσημη εταιρεία υψηλής ραπτικής, το Βατικανό της Μόδας, να πούμε. Που καθορίζει τί είναι σωστό και τί όχι στην ένδυση, που διαμορφώνει τις αισθητικές τάσεις παγκοσμίως.

Συνεπώς, εφόσον μας ζήτησε την Ακρόπολη, λένε οι στραβομουτσουνιασμένοι, και χάρη μας κάνει η Γκούτσι. Και ευχαριστημένοι να είμαστε, εμείς, οι ζήτουλες της Ευρώπης, που μία τόσο, μα τόσο σημαντική και ένδοξη  εταιρεία καταδέχθηκε να μας προτιμήσει. Όχι μόνο έπρεπε να δώσουμε την Ακρόπολη, λένε, αλλά και τη Βουλή, την Ακαδημία, το Πανεπιστήμιο και τη Βιβλιοθήκη, για να κάνει κι εκεί ο Οίκος τα δευτερεύοντα ντεφιλέ, να δώσει τις συνεντεύξεις Τύπου και να αποθηκεύει τα ρούχα της, ενώ τους ευζώνους στο Σύνταγμα να τους κάνει μοντέλα, να τους ντύσει με ροζ φιόγκους και μίνι φουστανέλα.

Η δεύτερη κατηγορία διαφωνούντων είναι πιο σοβαροί – σηκώνουν το  φρύδι και βγάζουν γλώσσα από καθέδρας. Δεν ντρέπεστε, λένε, να μη δίνετε την Ακρόπολη για την Γκούτσι, όταν οι νεοέλληνες είναι τόσο μα τόσο χθαμαλοί, τόσο μα τόσο ξεφτίλες, ουδεμίαν σχέσιν έχοντες με τους αρχαίους προγόνους τους  που έχτισαν το μνημείο  της Ακρόπολης;

Σιγά μη σας πειράξει η Γκούτσι, δηλώνουν οι σοβαροί, εσάς που είστε ένα κοπάδι ζώων που άγεται και φέρεται από τους δημαγωγούς που ψηφίζει.  Τολμάτε να αρνηθείτε την παραχώρηση της Ακρόπολης, εσείς που φοροδιαφεύγετε, που παρκάρετε παράνομα, που είστε αμόρφωτοι και ακαλλιέργητοι, που είστε έτοιμοι να γλείψετε βουλευτικά και υπουργικά πισινά μπας και σας χώσουν στο Δημόσιο;

Δεν ξέρω, ίσως κάποια από τις δύο κατηγορίες να έχει δίκιο – μπορεί και οι δύο. Μπορεί εγώ να είμαι ο κόπανος, που θεωρώ πως η Γκούτσι είναι απλώς μια εταιρεία που φτιάχνει ρούχα και τσάντες, η οποία θα μπορούσε να στήσει, να δημιουργήσει ή να σκηνοθετήσει, το ιδανικό σκηνικό για τα γελοιωδώς πανάκριβά της τσιγκαλίδια όπου γουστάρει – τί τη χρειάζεται λοιπόν την προστιθέμενη ιστορική, πολιτιστική, αισθητική και καλλιτεχνική αξία του Παρθενώνα; Έτσι κι αλλιώς υπάρχουν εκατομμύρια ψώνια σε όλο τον κόσμο που θα κατέβαλλαν την αξία μιας μοτοσικλέτας για να αγοράσουν μια τσάντα Γκούτσι – οι ηλίθιοι και οι βλαμμένες ποτέ δεν λείπουν από τον κόσμο.

Κι από την άλλη, επειδή εγώ είμαι ένας εκφυλισμένος απόγονος ευκλεών προγόνων, αυτό σημαίνει πως έχω το δικαίωμα να ξεπουλήσω στον πρώτο ματσωμένο υφασματέμπορα την όποια κληρονομιά που μου άφησαν εκείνοι; Επειδή εγώ είμαι ανάξιος ως πολίτης, επειδή εγώ είμαι ημιμαθής, ασυνείδητος και αδιάφορος, νομιμοποιούμαι να εκμεταλλευτώ τα πάντα, δεν δικαιούμαι να έχω έστω κι ένα ψήγμα ηθικής να με συγκρατήσει;

Δεν ξέρω, επαναλαμβάνω. Μπορεί να έχω εγώ το άδικο και όλοι αυτοί το δίκιο. Μπορεί εγώ να κάνω λάθος, πιστεύοντας επιπλέον πως όλες αυτές οι αντιδράσεις στην ουσία δεν έχουν να κάνουν με τον Παρθενώνα, αλλά με την άρνηση της Κονιόρδου και της κυβέρνησης να τον παραχωρήσει στην  Γκούτσι. Δεν είναι απίθανο, κατά την ταπεινή μου γνώμη, όλοι αυτοί απλά να βρήκαν μια ακόμα αφορμή για να κάνουν αντιπολίτευση της πλάκας.

Μπορεί, όπως είπα, μπορεί και όχι. Ίσως τελικά να έχουν δίκιο αυτοί που κάνουν κριτική, για τον όποιο λόγο κι αν την κάνουν. Οπότε ας τον δώσουμε τον κωλοΠαρθενώνα, να πάει στο διάολο. Να φέρουμε και ξένα στρατά, όπως στη φωτογραφία, για να σταβλιστούν στον Ιερό Βράχο και να κάνουν τα αγάλματα του Μουσείου της Ακρόπολης κρεμάστρες και κομοδινάκια για τα ρούχα, τα μπερεδάκια και τις καραβάνες τους. Και μετά, να ντύσουμε τα αγάλματα σαν οτ κουτίρ καρνάβαλους, με γελοία γυαλιά, αλλά σινιέ, και στο τέλος τέλος, εφόσον δεν μπορούμε να την εκτιμήσουμε, να την πουλήσουμε  την Ακρόπολη κομπλέ σε ξένα funds έναντι του Χρέους. Κάτι θα πιάσουμε, έτσι δεν είναι, κύριοι και κυρίες της υψηλής ραπτικής και του υψηλού πολιτισμού;