61ο ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

Λυρισμός από Βουλγαρία, κοινωνική κριτική από Τουρκία

Του Νίνου Φένεκ Μικελίδη

Δυναμικά ξεκίνησε το φετινό 61ο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ της Θεσσαλονίκης, με 178 συνολικά ταινίες, που φέτος, όπως και άλλα διεθνή φεστιβάλ, εξαιτίας της πανδημίας του κορονοϊού, αναγκάζονται να περιοριστούν σε διαδικτυακή προβολή, με το ωραίο σλόγκαν «κινηματογράφο με κάθε τρόπο, φεστιβάλ με κάθε τρόπο».

Με ένα πλούσιο πρόγραμμα ταινιών που καλύπτουν διάφορα, ιδιαίτερα ενδιαφέροντα όπως πάντα, τμήματα: από τα το διαγωνιστικά του τμήματα, το Διεθνές και το Meet the Neigbours («Συναντήστε τους Γείτονες») μέχρι τους «Ανοιχτούς Ορίζοντες», τις «Ματιές στα Βαλκάνια», τις ταινίες επιστημονικής φαντασίας («Προφητείες από έναν άλλο κόσμο»), τις Ειδικές Προβολές κι ένα αφιέρωμα στην Τσέχα σκηνοθέτρια Βέρα Χιτίλοβα.

Τον κύκλο της ζωής, μαζί και την ουσία της ύπαρξης, μέσα από τις διαφορετικές εποχές του χρόνου, και τις τρεις διαφορετικές ηλικίες του κεντρικού ήρωα Πέταρ στα τρία μέρη της ταινίας (μικρό παιδί, νέος άντρας στην περίοδο της στρατιωτικής του θητείας και ηλικιωμένος βοσκός που προτιμά να περάσει την τρίτη ηλικία κοντά στη φύση παρά στο καφενείο του χωριό μαζί με τους άλλους ηλικιωμένους χωρικούς) παρουσιάζει στην όμορφη, δοσμένη με ρεαλισμό αλλά και ποίηση ταινία του, «Φεβρουάριος», ο Βούλγαρος σκηνοθέτης Κάμεν Κάλεβ (το 2009 συμμετείχε στο «Δεκαπενθήμερο των Κανών, με την πρώτη ταινία του, «Eastern Plays»).

Η φύση, με τους αγρούς, τα δάση, την απομονωμένη καλύβα όπου ζει ο μικρός Πέταρ με τον βοσκό παππού του, ένα εγκαταλειμμένο, βουτηγμένο σε μυστήριο, μαντρί, το άρμεγμα των προβάτων, το χιόνι του Φλεβάρη να καλύπτει την περιοχή, τα απότομα βράχια και η θάλασσα, γύρω από ένα άγονο ξερονήσι όπου επιλέγει ο νεαρός, πρόσφατα παντρεμένος Πέταρ να εκτίσει τη στρατιωτική του θητεία, παρέα με τους γλάρους και τα χελιδόνια, τα πρόβατα να βόσκουν στους αγρούς, ο παππούς να ταξιδεύει στο κάρο που τραβάει ένα γαϊδούρι, ο νεαρός Πέταρ, να περνάει τη θητεία του σ’ ένα νησί, και να περιφέρεται «σιωπηλός και σκεπτικός» (όπως του τονίζει ο αξιωματικός του, που θέλει να τον μετατρέψει σε επαγγελματία στρατιωτικό), με τους ήχους (των γλάρων, των κουδουνιών των προβάτων) να τονίζουν την ηρεμία και την ομορφιά των χώρων και, με ενδιάμεση αφήγηση off (με αποσπάσματα από Αλμπέρ Καμί αλλά και άλλα κείμενα), και με ένα παππού, στο τρίτο μέρος, να χορεύει χαρούμενος πάνω στην παγωμένη λίμνη, όλα δοσμένα σε εικόνες όμορφα φωτογραφημένες (από τον Ιβάν Τσέρτοβ), όπου ο ρεαλισμός συνδέεται αρμονικά με το λυρισμό και την ποίηση, θυμίζοντας τόσο τον Φλάερτι του «Ανθρώπου του Αράν» όσο και ταινίες του Αγγελόπουλου και του Αμπάς Κιαροστάμι, με την κάμερα να ακολουθεί άλλοτε τον νεαρό κι άλλοτε τον ηλικιωμένο Πέταρ, στα μεγάλης διάρκειας πλάνα, συχνά δοσμένα μέσα από εξαιρετικά τράβελινγκ.

Στα «Φαντάσματα στην Πόλη», πρώτη μεγάλου μήκους ταινία της Τουρκάλας Άζλα Ντενίζ Οκία (ταινία επιλεγμένη από το φετινό πρόγραμμα του φεστιβάλ Βενετίας), μεταφερόμαστε στο πολύ κοντινό μέλλον (στις 26 Οκτωβρίου 2020!) για να παρακολουθήσουμε, στη διάρκεια μιας και μόνο ημέρας, διάφορα επεισόδια από τη ζωή μιας ομάδας ανθρώπων (με επίκεντρο δυο γυναίκες) στην Κωνσταντινούπολη, ενώ έχουν ξεσπάσει ταραχές, εξεγέρσεις και βία, έχουν στηθεί μπλόκα κι έχει διακοπεί το ρεύμα και η λειτουργία του μετρό, στη διάρκεια που τηλεόραση και ραδιόφωνο μεταδίδουν διαφήμιση για μια «Νέα Τουρκία» με «Νέες Κατοικίες», που προσφέρουν μια νέα και καλύτερη ζωή στους κατοίκους!

Αντίθετα όμως με τις διαφημίσεις για ένα λαμπρό μέλλον, η μισογυνιστική, καταπιεστική Τουρκία του Ερντογάν βρίσκεται στο χείλος του πολέμου, με τη φτώχεια και την ανεργία, με την εκμετάλλευση και την καταπίεση των μεταναστών, με τις καταπιεσμένες γυναίκες να διαδηλώνουν για τα δικαιώματα και την ελευθερία τους (σε μια σκηνή ξεσπάνε σ’ ένα όμορφο τραγούδι για την πλήρη ελευθερία τους), ενώ, σαν λάτ-μοτιίβ ακούγεται ο θόρυβος ελικοπτέρων που επιτηρούν μια Πόλη που βράζει από αγανάκτηση.

Η σκηνοθέτρια καταφέρνει να περιγράψει με τον καλύτερο τρόπο την πραγματική, μαύρη εικόνα μιας χώρας που παρουσιάζεται να ανθίζει ενώ στην πραγματικότητα γλιστράει σε ένα χωρίς διέξοδο σκοτεινό μέλλον, μέσα από μια σειρά διάφορες, έξυπνα επιλεγμένες, σκηνές:

Ένας εργολάβος, πρώην έμπορας ναρκωτικών, που προσπαθεί να εκμεταλλευτεί τα εγκαταλειμμένα, κατεστραμμένα κτίρια, ένας διαγωνισμός χορού, μια ακτιβίστρια καλλιτέχνιδα που προσπαθεί να οργανώσει μια έκθεση, η εκμετάλλευση μεταναστών για ακριβά ενοίκια, η αστυνομία που επεμβαίνει να σταματήσει τα κορίτσια που κάνουν μαθήματα χορού σε ένα άδειο οικόπεδο, μια καθαρίστρια του Δήμου που προσπαθεί να βρει χρήματα για να βοηθήσει τον φυλακισμένο, για πολιτικούς μάλλον λόγους, άντρα της, βίντεο τραβηγμένα με κινητό τηλέφωνο από άγνωστους, που φαίνεται να παρακολουθούν τους πολίτες για αστυνόμευση. Με την Ντενίζ Οκία να μας αποκαλύπτει πως πίσω από το δήθεν ενωμένο πρόσωπο μιας καθησυχασμένης, γεμάτο υποσχέσεις για ένα ακόμη καλύτερο μέλλον, Τουρκίας κρύβεται ένα πρόσωπο διαφθοράς και καταπίεσης, ένα πρόσωπο έτοιμο από στιγμή σε στιγμή να καταρρεύσει.

Στη βραβευμένη σε διάφορα φεστιβάλ ταινία «Μυστικό συστατικό» του Γκιόρσε Σταβρέσκι, συμπαραγωγή ανάμεσα στη Βόρεια Μακεδονία και την Ελλάδα, έχουμε μια διασκεδαστική, με έξυπνα ευρήματα, κωμωδία γύρω από ένα κακοπληρωμένο μηχανικό τρένων που κλέβει τη μαριχουάνα που κρύβουν λαθρέμποροι σε βαγόνι του τρένου, για να φτιάξει κέικ για να ανακουφίσει από τους πόνους τον άρρωστο με καρκίνο πατέρα του, για να μπλέξει με τους εγκληματίες διακινητές που αναζητούν το «εμπόρευμά» τους.

Σε μια Σόφια, όπου η κρατική περίθαλψη έχει φτάσει στο ναδίρ, και όπου το επίπεδο της φτώχιας χειροτερεύει, ο Βέλε, ο συμπαθητικός «ήρωας» της ταινίας, αποφασίζει να στραφεί στην κλεμμένη μαριχουάνα για να σώσει τον ετοιμοθάνατο πατέρα του. Το μυστικό όμως που προσπαθεί να κρατήσει (το «μαγικό» κέικ) γίνεται σύντομα γνωστό και ο Βέλε μετατρέπεται σύντομα σε μεγάλο «θεραπευτή», με ουρές από φτωχούς, κακομοίρηδες, άρρωστους ανθρώπους, που δεν έχουν τα απαιτούμενα χρήματα για να ακριβά φάρμακα, να περιμένουν τη «δόση» τους.

Παράλληλα με το φτιαγμένο με μαριχουάνα κέικ, που εκμεταλλεύεται έξυπνα και με ωραία ευρήματα, ο Σταβρέσκι καταφέρνει να αναπτύξει ωραία, και με καλοστημένες, με τη σωστή δόση χιούμορ αλλά και ζεστασιάς, λεπτομέρειες, τη σχέση γιου-πατέρα, αποσπώντας πολύ καλές ερμηνείες από τους δυο πρωταγωνιστές του, Μπλάγκοϊ Βλεζελίνοβ και Αναστάς Τανόβσκι.