Tου Βασίλη Κ. Καλαμαρά [vasillis.kalamaras@gmail.com]

‘Ο Χάρολντ Μπλουμ, ένας από τους επιφανείς και αμφιλεγόμενους καθηγητές λογοτεχνίας του σύγχρονου κόσμου μέχρι την τελευταία του πνοή δεν άφησε την αίθουσα διδασκαλίας του Πανεπιστημίου του Γέιλ.

Με τρομακτική μνήμη και αναγνωστική διαύγεια διαμόρφωσε τον «Δυτικό Κανόνα», έναν ογκώδη τόμο, στον οποίο επιλέγει τους συγγραφείς εκείνους που θεωρεί ότι διαμορφώνουν τον κανόνα του δυτικού λογοτεχνικού κανόνα. Στους πρώτους των πρώτων συμπεριλάμβανε τον ‘Ομηρο, τον Δάντη και τον Σέξπιρ, ενώ είχε μέγα πάθος για τον ομοεθνή του ποιητή Ουόλτ Ουΐτμαν. Από τους δικούς μας προτιμούσε τους Καζαντζάκη, Καβάφη, Σεφέρη, Ελύτη και Ρίτσο.

Ο θάνατος τον βρήκε χθες, σε ηλικία 89 ετών, όχι μακριά από το αγαπημένο του πανεπιστήμιο, στο Νιού Χέιβεν. Μέχρι την περασμένη Πέμπτη, -παρά τα προβλήματα υγείας που τον καταδυνάστευαν- επέμενε να δηλώνει δάσκαλος. Δάσκαλος για τον Αμερικανοεβραίο Χάρολντ Μπλουμ σήμαινε να βρίσκεσαι μέχρι τελικής πτώσεως δίπλα στα «θετά» παιδιά σου, στις φοιτήτριες και στους φοιτητές σου.

Η βιβλιογραφία του έργου αριθμούσε πάνω από σαράντα τόμους, αλλά δεν ήταν το μέγεθος της εργασίας του που τον έφερνε κάθε λίγο και λιγάκι στο προσκήνιο. Εγγύτερα στον ουμανισμό της υψηλής λογοτεχνίας δεν χρησιμοποίησε τον θεωρητικό του λόγο για να υπερασπιστεί τα «σκουπίδια» της βιομηχανίας του βιβλίου.

‘Εστηνε χαρακώματα και προκαλούσε αντιδράσεις, όταν πολεμούσε εναντίον της πολυπολιτισμικότητας, του νεοσυντηρισμού, του φεμινισμού, του αφροκεντρισμού και του μαρξισμού ως ερμηνευτικά κλειδιά του νεωτερικού λογοτεχνικού σύμπαντος. Και πάντα έβρισκε απέναντί του πολύ περισσότερους εχθρούς απ’ ό,τι μπορούσε να φανταστεί. Ολοι αυτοί οι κριτικοί που ακολουθούσαν τους παραπάνω -ισμούς, τον εξόργιζαν και τους είχε συστεγάσει κάτω από τον περιφρονητικό τίτλο «Η Σχολή της Μνησικακίας».

Ο ίδιος παρέμεινε ένας εκλεκτικιστής, ένας χειρονομιακός, ένας ρήτορας του παλαιού αναγνωστικού λόγου που όπως όμως δείχνουν τα πράγματα, φαίνεται να δικαιώνεται για τους κεραυνούς που εξαπέλυε εναντίον του Χάρι Πότερ υπέρ του Λουΐς Κάρολ ή εναντίον του Στίβεν Κινγκ υπέρ του Τόμας Μαν ή της Βιρτζίνια Γουλφ. Κι όπως ήταν αναμενόμενο, ο δημόσιος χώρος ανταπέδιδε ανεβάζοντας τη συζήτηση περί τι είναι ή τι δεν είναι λογοτεχνία στο «κόκκινο» και τα βιβλία του στις υψηλές θέσεις στους καταλόγους των ευπώλητων.

Βασίλης Λαμπρόπουλος: «’Ενας βαρετός ηθικολόγος»

Ο καθηγητής Βασίλης Λαμπρόπουλος, ο οποίος κατέχει την έδρα Καβάφη στο Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν (Τμήμα Κλασικών Σπουδών και Συγκριτικής Λογοτεχνίας), ανέβασε την ακόλουθη κρίση στο facebook:

«Ο Χάρολντ Μπλουμ ήταν ο τελευταίος Βικτωριανός κριτικός, ένας βαρετός ηθικολόγος που απεχθανόταν κάθε συγγραφέα και κριτικό που δεν ήταν άνδρας, λευκός και επιθετικός. Υπερασπίστηκε με πάθος τον κανόνα του Δυτικού ιμπεριαλισμού και τις ξεπερασμένες αξίες του (αριστούργημα, πρωτοτυπία, μεγαλοφυϊα κλπ.). Είχε μόνο μιαν ιδέα στη ζωή του, το άγχος της επίδρασης, κι αυτή, ως γνωστόν, κλεμμένη.

»Πρόβαλε φανατικά την ανωτερότητα του εβραϊσμού απέναντι στον ελληνισμό. Εγκατέλειψε νωρίς την επιστήμη για να βγάλει εμπορικά βιβλία και σειρές που κολάκευαν το απανταχού αστικό γούστο. Ξεπεράστηκε σύντομα κι εξαφανίστηκε από την επιστημονική βιβλιογραφία. Τις τελευταίες δεκαετίες είχε καταντήσει θλιβερή παρωδία του εαυτού του, καθώς μιλούσε με ατάκες παριστάνοντας τον κωμικό της δεκαετίας του ’50. Όσοι νοσταλγούν τις ανθρωπιστικές σπουδές του Ψυχρού Πολέμου θα απελπίζονται μαζί του για την παρακμή της Δυτικής πολιτιστικής κυριαρχίας».

Το μικρότερο από τα πέντε παιδιά της οικογένειάς του, ο Χάρολντ Μπλουμ γεννήθηκε στις 11 Ιουλίου του 1930 στο Ιστ Μπρονξ. Οι γονείς του ήσαν ορθόδοξοι Εβραίοι μετανάστες από τη Ρωσία και κανένας τους δεν κατάφερε να μάθει και να διαβάζει αγγλικά. Ο λογοτεχνικός περίπλους του Μπλουμ ξεκίνησε με τη γίντις, αλλά σύντομα ανακάλυψε τα έργα του Κρέιν, του Έλιοτ, του Μπλέικ και άλλων μεγάλων ποιητών. Αποφοίτησε το 1951 από το Πανεπιστήμιο Κορνέλ και το διδακτορικό του το εκπόνησε στο Γέιλ το 1955. Το 1958 παντρεύτηκε την Ζαν και απέκτησε μαζί της δύο γιούς.

Κατά τη δεκαετία του ’60 και αφού έχουν προηγηθεί μελέτες του για τους Σέλεϊ, Γέιτς και Στίβενς, άρχισε να γράφει την «Αγωνία της επίδρασης», την οποία δημοσίευσε στις αρχές της δεκαετίας του ’70. Επηρεασμένος από τον Φρόιντ και τον ‘Εμερσον, πέρασε στον γνωστικισμό, στην καμπαλά και στον ερμητισμό.

Τότε συλλαμβάνει και βάζει στο παιχνίδι το ψυχαναλυτικής καταγωγής όρο το άγχος της επίδρασης ενός νεότερου δημιουργού που ενώ έχει πιστέψει ότι κάτι καινούριο έχει να πει, ανακαλύπτει συν τω χρόνω ότι οι λογοτεχνικοί του πρόγονοι τον έχουν ήδη προσπεράσει. Πάντως ο Χάρολντ Μπλουμ δεν έκρυβε ότι τον είχε επηρεάσει ο Καναδός κριτικός Νόρθροπ Φράι (1912-1991) και ιδιαίτερα το έργο του «Fearfull Symmetry».

Στα ελληνικά κυκλοφορούν τα βιβλία του: «Η αγωνία της επίδρασης» («’Αγρα»), «Η θραύση των δοχείων» («Πλέθρον»), «Πώς και γιατί διαβάζουμε» («Τυπωθήτω») και «Ο δυτικός κανόνας» («Γκούτενμπεργκ»).