Tα νέα βιβλία των Γιώργου Σκαμπαρδώνη («Ντεπό») και Τεύκρου Μιχαηλίδη («Σφαιρικά κάτοπτρα, επίπεδοι φόνοι»), παρουσίασε ο δημοσιογράφος συγγραφέας Παύλος Μεθενίτης στα φετινά Αίθρια Λογοτεχνικά Μεσημέρια στο φεστιβάλ της Δράμας. Ακολούθησε μια απολαυστική κουβέντα.

«Το φεστιβάλ Δράμας προσφέρει μια δραμαμίνη στους τρικυμισμένους καιρούς που ζούμε», είπε χαρακτηριστικά ο Γ.Σκαμπαρδώνης, προσθέτοντας πως η αποκέντρωση του πολιτισμού είναι μια σοβαρή ιστορία.

Επιχειρώντας έναν εξαιρετικά εύστοχο παραλληλισμό μεταξύ διηγήματος και ταινίας μικρού μήκους, χαρακτήρισε τα δύο αυτά είδη ως «θωρηκτά τσέπης». Είναι και τα δύο «καραμπίνες κοντόκαννες. Με λιμαρισμένες κάννες. Είναι όπως ένα τραγούδι που το ακούς και σου παίρνει την ψυχή μέσα σε λίγα λεπτά. Το βασικό στοιχείο τους είναι το μικρό εμβαδόν.

Συστατικά; η πυρηνική συμπύκνωση, η έκπληξη, ο γοργός ρυθμός, το απρόβλεπτο, η ανατροπή. Ωστόσο, δεν οφείλουν όλες οι μικρού μήκους να καταλήγουν με ένα ξεφωνητό. Μπορεί να τελειώνουν με μια κορώνα, αλλά μπορεί να τελειώνουν και σαν ένα σπουργίτι που πεθαίνει. Να σβήνουν αργά όπως ο φλοίσβος. Η ανατροπή στο τέλος δεν είναι αυτοσκοπός. Αυτό γίνεται συχνά με έναν τεχνητό και βίαιο τρόπο».

Το σημαντικότερο, υπογράμμισε, είναι «η στιγμή που έρχεται η έμπνευση. Η άνωθεν επίσκεψη, ο ίλιγγος της αποκάλυψης. Η στιγμή που κάτι ελάχιστο, μια χειρομία, κάτι απορριπτέο, κάτι ασήμαντο μπορεί να ιδωθεί και να φωταγωγηθεί μ ‘έναν μοναδικό τρόπο».

Ο Γ.Σκαμπαρδώνης χαρακτήρισε τον διηγηματογράφο ως «τον τσιλιαδόρο του αόρατου, τον χαφιέ του μη ορατού».

Βέβαια, «για να ’ρθει η έμπνευση πρέπει να είσαι σε εγρήγορση. Όπως λέει ο ποιητής, αν δεν στήσεις μια παγίδα στην αγάπη, η αγάπη δεν έρχεται. Η έμπνευση είναι κάτι διαφεύγον. Δεν μπορείς να βγάλεις ένα ένταλμα για τη σύλληψη της έμπνευσης».

Θεωρεί απλοϊκό το να πει κανείς «θέλω να στείλω ένα μήνυμα».

«Δεν αρκεί να μιλάς λχ για το κακό της μετανάστευσης. Ένα διήγημα ή μια ταινία μικρού μήκους δεν οφείλει να πει κάτι. Το σημαντικό είναι η μαγεία της αποπλάνησης. Η ηδονή πρέπει να βρίσκεται παντού, κι όχι μόνο στο τέλος. Ο καθένας μπορεί να πει μια ιστορία. Τέχνη δεν είναι η ιστορία, είναι η δομή, ο τρόπος που εκφέρεις την ιστορία,  όπως κινηματογράφος δεν είναι το πώς χειρίζεσαι την κάμερα αλλά η τέχνη και η γνώση της αφήγησης.

Κάποιος μαθητής ρώτησε τον δάσκαλό του: «Πως να βγάζω καλές φωτογραφίες;». Και ο δάσκαλός του, του απάντησε: «Να διαβάζεις καλή λογοτεχνία».

Σύμφωνα με τον συγγραφέα «η γνώση του κινηματογράφου σε βοηθά σε ένα ποσοστό 20%. Η γνώση της αφήγησης είναι αυτή που θα βοηθήσει πραγματικά έναν νέο κινηματογραφιστή ή διηγηματογράφο. Και βέβαια χρειάζεται το άγγιγμα, το τάλαντο. Αλλιώς κάθε φιλόλογος θα ήταν και Ντοστογιέφσκι. Αλλά πρέπει να αφοσιωθείς δια βίου, διότι η τέχνη είναι απέραντη και ο βίος βραχύς…».

Και κατέληξε υπογραμμίζοντας την μεγάλη σημασία του μοντάζ: «Αυτό που δεν έχει  ειπωθεί δίνει φτερά στην αφήγηση. Το κόψιμο άλλωστε είναι σημαντικό και στο διήγημα».

Παίρνοντας τον λόγο ο συγγραφέας και μαθηματικός Τεύκρος Μιχαηλίδης, ανέφερε χαριτολογώντας πως 35 χρόνια εργαζόμενος ως καθηγητής, για χάρη της Δράμας έκανε την πρώτη του …κοπάνα!

Ο Τ.Μιχαηλίδης ρώτησε το κοινό αν πιστεύει στο κακό μάτι και στην συνέχεια το πληροφόρησε πως μεγάλες προσωπικότητες της Ιστορίας όπως ο Ευκλείδης, ο Πτολεμαίος και ο Πλάτων «πίστευαν πως η ασπίδα φωτός που εξέρχεται από το μάτι πάει να συλλάβει το παρατηρούμενο αντικείμενο. Αυτό που ήθελαν οι άνθρωποι αυτοί ήταν να φτιάξουν μια αναλογία της όρασης με την αφή».

Μιλώντας για σφαιρικά και επίπεδα κάτοπτρα, για το κακό μάτι, και για Μεσαιωνικά χειρόγραφα ο Τεύκρος Μιχαηλίδης θέλησε να δείξει μερικά από τα συστατικά με τα οποία φτιάχνει τα παραμύθια του. Ως γνωστόν άλλωστε μπολιάζει τη λογοτεχνία με τα μαθηματικά.

Στο τελευταίο βιβλίο του, δεν χάνει την ευκαιρία να «αποκαθηλώσει» μερικές εξιδανικευμένες μορφές όπως ο Λόρενς Ντάρελ αλλά και ο Ριχάρδος ο Λεοντόκαρδος που όπως είπε «είναι αδίκως πριμοδοτημένος καθώς δεν ήταν καθόλου γενναίος, αλλά βάρβαρος και αιμοβόρος. Ήθελα να ξεκαθαρίσω τους λογαριασμούς  μου με κάποιους», εξομολογήθηκε. «Βλέπετε, γράφω για να λύσω και δικά μου προβλήματα…».

Ακολούθησε μια ζωντανή κουβέντα με το κοινό κατά την οποία τέθηκε και το ζήτημα του κατά πόσον η εμμονή των νέων με την τεχνολογία «απειλεί» το βιβλίο.

«Σας πληροφορώ πως τα τελευταία 15 χρόνια έχουν πολλαπλασιαστεί και τα βιβλία και οι ταινίες», απάντησε ο Γ.Σκαμπαρδώνης. «Εμείς μικροί δεν είχαμε την πρόσβαση που έχουν οι σημερινοί νέοι. Νομίζω πως η τεχνολογία κάνει καλό σε όλες τις τέχνες. Το ένα έλκει το άλλο. Πάντα υπήρχε και θα υπάρχει και η παραλογοτεχνία και οι b movies και το κακό θέατρο. Ναι, είμαι οπαδός του φετιχισμού του βιβλίου, αλλά και το μολύβι τεχνολογία είναι. Δεν μπορείς να γυρίσεις την πλάτη στην τεχνολογία.».

«Το βιβλίο μπορεί πράγματι να πεθαίνει. Όχι όμως και η λογοτεχνία», υποστήριξε ο Τεύκρος Μιχαηλίδης. «Γιατί αυτό το νέο μέσο φέρνει το κείμενο πιο κοντά στα νέα παιδιά. Ο μόνος κίνδυνος που βλέπω είναι η εξοικείωση με το σύντομο και εύκολο μήνυμα. Αλλά και αυτό θα το ξεπεράσει πιστεύω η κοινωνία, διότι η λογοτεχνία είναι αναγκαία για τον άνθρωπο…”.

Όσο για την χειρότερη μορφή λογοκρισίας, κατά την εκτίμησή του δεν είναι άλλη από «την υπερπληθώρα της πληροφόρησης. Απλώς αφήνεις κάτι να πνιγεί μέσα σε όλα τ’ άλλα….».

Κλείνοντας, ο πάντα ανατρεπτικός Γιώργος Σκαμπαρδώνης εξομολογήθηκε πως διόλου δεν τον γοητεύει η θέαση μιας ταινίας στο σινεμά καθώς απεχθάνεται την αναίδεια κάποιων θεατών που δεν σέβονται ούτε αυτό που βλέπουν ούτε τους άλλους. «Έχω υπάρξει σε σινεμά όπου ο ένας έπαιζε με το κομπολόι του, ο άλλος έτρωγε τα τσιπς του και μιλούσε στον διπλανό και ο τρίτος σηκωνόταν κάθε λίγο και λιγάκι για να αγοράσει μπύρα τρώγοντας από μια πιατέλα. Θεωρείτε πως όλοι οι θεατές είναι ίδιοι; Εγώ βλέπω 2 ταινίες την μέρα, και τις απολαμβάνω μόνος στο σπίτι με το ουισκάκι μου, σταματώντας στις σκηνές που θέλω. Στο σινεμά έχω κοντέψει να πλακωθώ…».