«Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι, ακόμη και μεγάλες ομάδες ανθρώπων, που για κάποιους λόγους πιστεύουν ότι αντιλαμβάνονται καλύτερα από τους άλλους τον κόσμο και τη ζωή, ότι κατέχουν τη βαθύτερη και μόνη «αλήθεια» του κόσμου και της ζωής.

Δεν είναι ακριβώς η «αλήθεια», την οποία με «ορθή σκέψη» κατακτούν, αλλά η «οίηση της αλήθειας», που τους κάνει να πιστεύουν ότι έχουν χρέος, με κάθε μέσο, να την μεταδώσουν και στους άλλους.

Πρόκειται για ένα είδος πολιτικού αυτισμού που πολλές φορές έχει οδηγήσει στο έγκλημα».

ΑΠΟ την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑ ΚΑΙ ΑΡΙΣΤΕΡΑ τα παραπάνω.

ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ ο Αντώνης Καρκαγιάννης που πριν δέκα χρόνια (13 Μαΐου 2010) διάβηκε τον Αχέροντα αφήνοντας κορυφαίο παράδειγμα ευγενούς αριστερού αφενός και κορυφαίου μη οιηματία αφετέρου.

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ όμως που αφορά μόνο σκεπτόμενους πολίτες της καταπραϋντικής ΦΙΛΟΤΗΤΑΣ και καθόλου άνόητους φανατικούς, συρόμενους από το διαλυτικό νείκος (μίσος).

ΑΠΟ αυτή την άποψη δικαίως (!) η νεότεροι της ζερβοσύνης τον έχουν αποκηρυγμένο. Η μεγαλοσύνη του δεν χωράει στα μίζερα-και οιονεί μισερά, μέτρα τους.

ΘΑ ΜΟΥ πεις τώρα «κι εσύ ρε άξεστε επαρχιώτη που έμαθες για τον ευγενή Καρκαγιάννη και τον υπερασπίζεσαι;».

ΑΠΑΝΤΩ πως έμαθα από τα γραπτά του κατ αρχήν και κατά δεύτερο γιατί κάποτε που χρειάστηκε ήρθε αυθημερόν από την Αθήνα στην Πάτρα να με υποστηρίξει.

_ΣΕ ΔΙΚΗ που είχα, πριν 20 χρόνια, με το «άγιο» του Τρίκορφου Δωρίδας Νεκτάριο Μουλατσιώτη συνέβη το τελευταίο.

ΓΝΩΡΙΖΟΜΑΣΤΑΝ μόνο τηλεφωνικά- είχα βλέπεις το θράσος να έρχομαι σε επαφή με ανθρώπους θαύμαζα ή με εντυπωσίαζαν τα γραφόμενά τους τέλος πάντων.

ΌΤΑΝ λοιπόν έμαθε για τη δίκη, από μόνος του μου είπε «θα έρθω για μάρτυρας». Και δεν σήκωνε κουβέντα στην προσπάθεια να τον αποτρέψω λέγοντας «μα δεν…» και τέτοια.

ΚΑΙ ΡΩΤΑΩ εγώ τώρα, υπάρχουν πολλοί που θα το έκαναν-και δη εκδότες διευθυντές εντύπων επιπέδου ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ; Μάλλον κανένας-εδώ κρύβοναι ακόμα και στο φέισμπουκ όταν (προ)καλούνται να πάρουν θέση για πράγματα πολύ πιο ανώδυνα.

ΟΦΕΙΛΟΜΕΝΗ ΤΙΜΗ λοιπόν το παρόν σημείωμα, όπως και η επίσκεψή μου στα Αμπελάκια-τόπο γέννησής του, λίγο μετά από το πέρασμά του στη χορεία των αείμνηστων.

ΕΛΑΧΙΣΤΟ για τα μέτρα του, αλλά τα δικά μου μόνο αυτό μπορούν.

ΥΓ1 Θα συμφωνούσε, νομίζω, ο Αντώνης της φιλότητας να δούμε στο πρόσωπό του και μια άλλη πλευρά της εποχής του μεγάλου διχασμού, που ακόμα τον πληρώνουμε.

Αυτή της γοητείας που εξασκούσε τότε, σε ανήσυχους ανθρώπους σαν αυτόν η κομουνιστική ουτοπία. Δεν μπορούσαν να ξέρουν, ή να αποδεχθούν έστω, ακόμα τότε πως οι πολιτικοκοινωνικές ουτοπίες στην πράξη καταλήγουν απαρέγκλιτα σε καπέλωμα από αδίστακτους εξουσιαστές τύπου Στάλιν ή Μαο Τσε Τούγκ. Από αυτή την έποψη οι παλιοί αριστεροί δεν πρέπει να συγχέονται με τους νέους τύπου ΣΥΡΙΖΑ, ΚΚΕ και παρακλαδιών.

Για να γίνει πιο κατανοητό αυτό που υπαινίσσομαι ένα μόνο θα πω. Πολλοί από εμάς που καλοπροαίρετα μεμφόμαστε την επικρατούσα σήμερα ζερβοσύνη, αν ζούσαν εκείνη την εποχή με την κομουνιστική ουτοπία θα ήταν. Με φιλότητα αυτό. Και που το πάω όποιος καταλάβει κατάλαβε.

ΥΓ2 Σύντομο ιστορικό του βίου του από Βιβλιοnet : «Ο Αντώνης Καρκαγιάννης γεννήθηκε το 1932 στα Αμπελάκια της Λάρισας, από εύπορη οικογένεια. Στην Αθήνα έφτασε το 1951 και ξεκίνησε τις σπουδές του στη Νομική, τις οποίες διέκοψε το 1953, όταν συνελήφθη από το μετεμφυλιακό κράτος για τη συμμετοχή του στις δυναμικές διαδηλώσεις υπέρ του απελευθερωτικού αγώνα των Κυπρίων. Ήταν ήδη μέλος της παράνομης κομμουνιστικής αριστεράς. Έκτοτε, έγινε στόχος των διωκτικών αρχών και φυλακίστηκε και εκτοπίστηκε πολλές φορές, ενώ πέρασε από στρατοδικείο το 1958, μαζί με τον τότε διευθυντή της “Αυγής” Μανώλη Γλέζο.

Αποφυλακίστηκε το 1966, για να ξανασυλληφθεί από το καθεστώς της χούντας το 1967. Επανήλθε στην Αθήνα από την εξορία το 1973 και άρχισε να αναπτύσσει εκδοτική δραστηριότητα: συνιδρυτής των εκδόσεων “Ολκός” και των περιοδικών “Αντί”, “Σύγχρονος Κινηματογράφος” και “Πολίτης”, άρχισε να εργάζεται ως διορθωτής» στην αθλητική εφημερίδα “Φως των Σπορ”. Από το 1983 εργάζεται ως συντάκτης ύλης στην “Καθημερινή”, όπου έφτασε να πάρει τη θέση του διευθυντή και εκδότη. Έφυγε από τη ζωή στα 78 του χρόνια το 2010.