Γνωρίζουμε πλέον την πορεία του επιθαλάσσιου τείχους, παρά τον λιμένα της Κλασικής-Ελληνιστικής πόλης της Σαλαμίνος, μετά από την πεντάχρονη συστηματική ενάλια αρχαιολογική έρευνα που συνεχίζεται στο νησί από το 2016.

Εχει αποκαλυφθεί ένα σημαντικό τμήμα  του όλου οχυρωματικού συστήματος της αρχαίας πόλης, του οποίου η περίμετρος μπορεί τώρα να ανασυσταθεί σχεδόν πλήρως, με βάση τις επισημάνσεις ερευνητών του 19ου αιώνος (W. M. Leake, H. G. Lolling, A. Milchhöfer), σε αδόμητο τότε τοπίο, και τα στοιχεία από παλαιότερες χερσαίες ανασκαφές μικρής κλίμακας του Αντώνιου Κεραμόπουλλου και της Δρος Ιφιγένειας Δεκουλάκου.

Θυμίζουμε ότι η υποβρύχια έρευνα στον εσώτερο Όρμο του Αμπελακίου, μας έφερε πολύ κοντά στις παραμονές της ιστορικής Ναυμαχίας της Σαλαμίνας του 480 π.Χ. καθώς εκεί αγκυροβόλησε μεγάλο μέρος του ελληνικού στόλου για να αντιμετωπίσει την επαύριο τον περσικό στόλο και να τον κατατροπώσει. Ηδη, έχει κατασκευαστεί στο σημείο πλωτή εξέδρα που σχεδιάσθηκε από τους Γ. Αρβανίτη και Ν. Γκόλφη.

Οι διερευνητικές τομές που πραγματοποιήθηκαν έφθασαν σε βάθος από 1 έως 2 μ. μέσα στην ιλύ του βυθού και εκτελέσθηκαν με δυσκολία σε θολά ύδατα. Από αυτές προέκυψαν στοιχεία, τα οποία εκτιμάται ότι  θα συμβάλουν στην μελέτη της τοπικής ιζηματογένεσης, στην ανασύσταση της παλαιογεωγραφίας του ιστορικού Όρμου, καθώς και στον ακριβέστερο προσδιορισμό της ακτογραμμής του στα Κλασικά χρόνια.

Υλικό αρχαιολογικού ενδιαφέροντος προήλθε μόνο από την τομή 3, στην βορειοδυτική πλευρά του σημερινού Όρμου. Στην τομή αυτή, μέχρι το βάθος του 1 μ. περίπου, εντοπίσθηκε πυκνή σώρευση λίθων ανάμεικτων με θραύσματα αγγείων και κεράμων διαφόρων περιόδων (περιλαμβανομένων και Ελληνιστικών αμφορέων). Πρόκειται, πιθανότατα, για παρασυρμένο ανάμεικτο υλικό, πολύ όμοιο με αυτό από την γειτονική ανασκαφή του τείχους και των άλλων καταβυθισμένων καταλοίπων, που φαίνεται να σχετίζεται με δραστηριότητες σε χερσαίο χώρο κατά την Αρχαιότητα.

 Η υποβρύχια έρευνα στις ανατολικές ακτές της Σαλαμίνος, γίνεται με τη συνεργασία του Ινστιτούτου Εναλίων Αρχαιολογικών Ερευνών (Ι.ΕΝ.Α.Ε.) και την Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων (Ε.Ε.Α.) του ΥΠΠΟΑ, υπό την διεύθυνση της Δρος Αγγελικής Γ. Σίμωσι, Προϊσταμένης της ΕΦΑ Ευβοίας, και του Γιάννου Γ. Λώλου, Καθηγητή Προϊστορικής Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και Προέδρου του Ι.ΕΝ.Α.Ε. Πρόκειται για την πρώτη διεπιστημονική υποβρύχια έρευνα, που διενεργείται από το 2016 συστηματικά, από Ελληνικούς φορείς, σε χώρους του ιστορικού Στενού, στη θαλάσσια περιοχή Αμπελακίου-Κυνόσουρας.

Με την πρόοδο της ανασκαφής, σε έκταση  50 μ2 περίπου, το ερευνώμενο σκέλος του τείχους, αν και διαλυμένο σε κάποια σημεία, παρακολουθήθηκε περαιτέρω προς Ν. σε μήκος 16 μ. περίπου. Επιβεβαιώθηκε ότι στη δομή του αντιπροσωπεύονται δύο κατασκευαστικές φάσεις, εντός του 4ου αι. π.Χ., με τελικό πάχος 3 μ., ενώ τεκμηριώθηκε και η σταθερή χρήση λιθοπλίνθων και άλλων μεγάλων ειργασμένων λίθων στα δύο μέτωπα του τείχους, το ανατολικό και το δυτικό (εσωτερικό): το δυτικό απετέλεσε και το υπόβαθρο για την κατασκευή (με αρχαίο οικοδομικό υλικό), σε Επαναστατικούς ή Προ-επαναστατικούς χρόνους, του υπάρχοντος μακρού μώλου, ο οποίος προβάλλει σήμερα στην επιφάνεια της θάλασσας.

Σημειώνεται ότι το αποκαλυφθέν (κατά το 2020-2021) σκέλος του τείχους, στον άξονα Β.-Ν., του οποίου το συνολικό μήκος υπολογίζεται σε τουλάχιστον 57 μ., αποτελεί, μέχρι στιγμής, το μόνο συστηματικά ανεσκαμμένο τμήμα της οχύρωσης της αρχαίας πόλης.

Από την τελευταία ανασκαφή προήλθε σημαντική ποσότητα σωρευμένης ανάμεικτης κεραμεικής (οστράκων αγγείων και κεράμων) των ιστορικών, κυρίως των Ελληνιστικών-Ρωμαϊκών, αλλά και μεταγενεστέρων χρόνων, ενώ μελαμβαφής Αττική κεραμεική της Υστεροκλασικής περιόδου σημειώθηκε και στο επίπεδο θεμελίωσης του τείχους. Εντοπίσθηκαν, ακόμη, πήλινα πώματα αμφορέων και λίγα θραύσματα μαρμάρινων αντικειμένων.

Πραγματοποιήθηκαν δοκιμαστικές ανασκαφικές τομές, σε τρία σημεία ενδιαφέροντος (Στόχοι 1, 2, 3), από τα πολλά που έχουν εντοπισθεί από την εντατική γεωφυσική έρευνα προηγουμένων ετών του Πανεπιστημίου Πατρών, υπό τον Καθηγητή Γ. Παπαθεοδώρου.