ΜΠΕΡΛΙΝΑΛΕ 73

Οικογενειακές σχέσεις και κρίση ταυτότητας και καλλιτεχνικής δημιουργίας από Πορτογαλία και Ισπανία

Του Νίνου Φένεκ Μικελίδη

Τις ταινίες του Μανουέλ Ντε Ολιβέιρα μου θύμισε η ταινία «Mal viver» («Ασκημος τρόπος ζωής») του Πορτογάλου Τζοάο Κανίγιο, που είδαμε στο επίσημο διαγωνιστικό τμήμα της Μπερλινάλε. Σε ένα παλιό, κλειστό λόγω εποχής, ξενοδοχείο, ζουν οι τέσσερις γυναίκες της ιδιοκτήτριας οικογένειας. Εκεί καταφθάνει και η νεαρή Σαλομέ, το πέμπτο μέλος της οικογένειας, με εντάσεις και συγκρούσεις να αρχίζουν να προκαλούνται ανάμεσα στα μέλη της.

Ο Τζοάο Κανίγιο φτιάχνει έν δράμα «δωματίου» θα έλεγα (όλο το έργο εκτυλίσσεται μέσα στα δωμάτια και τους χώρους του απέραντου, έρημου από πελάτες ξενοδοχείου (ξενοδοχείο που φέρνει στο νου τη «Λάμψη» του Κιούμπρικ), με ένα αργό ηθελημένα ρυθμό, που όμως δεν κουράζει, στήνοντας με την κάμερά του πλάνα ασυνήθιστα, με τα πρόσωπα να φαίνονται είτε μέσα από καθρέφτες είτε, συχνά, τεμαχισμένους, με το μισό τους πρόσωπο (λες και το ξενοδοχείο τους κρατάει αιχμάλωτους), φωτογραφημένους στο μισοσκόταδο, σε μια κλειστοφοβική ατμόσφαιρα, όπου η απειλή δεν είναι τόσο εξωτερική όσο εσωτερική, όπου οι δαίμονες δεν είναι τα φανταστικά πλάσματα του ξενοδοχείου του Κιούμπρικ αλλά όντα που ζουν στο νου και τις ψυχές των γυναικών που ζουν εκεί. Μια ταινία για τον επιλεκτικό σινεφίλ, που έχει πολλά να προσφέρει στο θεατή, έτοιμο να δεχτεί κάτι το διαφορετικό από τον συνηθισμένο, παραδοσιακό κινηματογράφο.

Στην ταινία «20.000 είδη μελισσών» του πρωτοεμφανιζόμενου Ισπανού σκηνοθέτη Εστιμπάλιτζ Ουρεσόλα Σολαγκούρεν (διαγωνιστικό τμήμα) παρακολουθούμε το δράμα ενός 8χρονου αγοριού, του Κοκό, που θέλει να τον εκλαμβάνουν ως κορίτσι. Την ιστορία του την παρακολουθούμε στη διάρκεια του καλοκαιριού στο εξοχικο, αγροτικό σπίτι της οικογένειας, όταν, στη διάρκεια του καλοκαιριού, ο Κοκό, μαζί με τη μητέρα του, τη γλύπτρια Αν, και τις δυο μικρές αδερφές του, φτάνουν στο αγροτικό τους σπίτι, στην περιοχή των Βάσκων, όπου ζει η γιαγιά τους, η οποία ασχολείται με τις μέλισσες.

Ο σκηνοθέτης παρεμβάλλει την κρίση ταυτότητας φύλου με την κρίση καλλιτεχνικής δημιουργίας που περνάει η μητέρα του Κοκό, μέσα από τις συναντήσεις και τις μικρές, αλλά σημαντικές συγκρούσεις ανάμεσα στα βασικά πρόσωπα (όπως αυτές ανάμεσα στην γλύπτρια Αν και τη μητέρα της), με φόντο τη φροντίδα των μελισσών (τα 20.000 είδη του τίτλου, έμμεσο σχόλιο πάνω στα διαφορετικά είδη – πραγματικά και συναισθηματικά – είδη φύλου), προσφέροντας μας μια γοητευτική, δοσμένη με τρυφερότητα και ζεστασιά, ταινία.

Ένα είδος πολιτικής αλληγορίας έφτιαξε με την ταινία του, «Σενέκας: σχετικά με τη δημιουργία σεισμών», ο γεννημένος στη Γερμανία, αν και εγκατεστημένος στο Χόλιγουντ, σκηνοθέτης Ρόμπερτ Σβέντκε («Η στολή του λοχαγού», «RED: Πράκτορες παροπλισμένοι αλλά πάντα επικίνδυνοι»), με τον Τζον Μάλκοβιτς, εξαιρετικό στο ρόλο του Ρωμαίου στωικού φιλοσόφου και μέντορα του αυτοκράτορα Νέρωνα. Μια ταινία που συνδυάζει την ιστορία με τη φαντασία και με ένα διάσημο καστ ηθοποιών να πλαισιώνει τον Μάλκοβιτς, ανάμεσά τους και τις Μαίρη-Λουίζ Πάρκερ και Τζεραλντίν Τσάπλιν.

Μετά από ένα ξεκίνημα, όπου ο Νερωνας (ένας πολύ καλός Τοντ Ξάντερ) προβάρει, με τον δάσκαλό του, Σενέκα, μια ομιλία του, ακολουθούν σκηνές όπου διαφαίνεται η διαφορά ανάμεσα στην πνευματική κατάσταση των δυο αντρών και αποκαλύπτεται η οργή του Αυτοκράτορα, που ήδη έχει ξεφορτωθεί με τον χειρότερο τρόπο τα περισσότερα μέλη της οικογένειας του. Δεν αργεί η στιγμή που ο Νέρωνας ζητάει από τον Σενέκα να αυτοκτονήσει, κόβοντας τις φλέβες του. Στην αρκετά μεγάλη διάρκεια περίοδο αιμορραγίας, ο γερουσιαστής ξεσπά, με σαρκαστικά σχόλια ενάντια στον Αυτοκράτορα (που ο Σενέκας αποκαλεί «Πρόεδρο», αφήνοντας μας να βγάλουμε τα συμπεράσματά μας), και απόψεις ενάντια στον κόσμο και τη διάλυση της αμερικανικής αυτοκρατορίας. Μια συνολικά άνιση ταινία, που βλέπεται ιδιαίτερα χάρη στην με δύναμη και πάθος ερμηνεία του Μάλκοβιτς.

Η σχέση ανάμεσα σε δυο άντρες που ζουν μαζί εδώ και δέκα πέντε χρόνια ανατρέπεται όταν ο ένας από αυτούς αρχίζει μια παθιασμένη ερωτική σχέση με μια γυναίκα στην ταινία «Passages» του Αμερικανού σκηνοθέτη Άιρα Σακς («Η αγάπη είναι παράξενη»), που πρωτοπροβλήθηκε στο ανεξάρτητο φεστιβάλ του Σάντανς και που τώρα είδαμε στο τμήμα «Πανόραμα» της Μπερλινάλε.

Η ταινία αρχίζει σ’ ένα μπαρ στο Παρίσι, στη διάρκεια της τελευταίας μέρας του γυρίσματος μιας ταινίας με τον τίτλο «Passages» (Περάσματα), με τον Γερμανό σκηνοθέτη Τόμας (Φραντς Ρογκόβσκι) να επαναλαμβάνει για πολλοστή φορά μια σκηνή. Με το τέλος του γυρίσματος ο Τόμας θα επιστρέψει στον Γάλλο σύντροφό του, Μαρτέν (Μπεν Γούισοου), που παρακολουθεί τα γυρίσματα.

Αργότερα, στο πάρτι της ταινίας, ο Τόμας θα χορέψει με τη νεαρή Γαλλίδα δασκάλα, την Αγκάτ (πολύ καλή στο ρόλο η ελληνικής καταγωγής Αντέλ Εξαρχόπουλος), με την οποία στη συνέχεια θα αρχίσει μια παθιασμένη ερωτική σχέση. Σχέση (με μερικές από τις πιο τολμηρές ερωτικές σκηνές που έχουμε δει σε ταινία) που θα προκαλέσει ρήξη ανάμεσα στους δυο άντρες και θα φέρει στην επιφάνεια, τη ζήλια, το ναρκισσισμό αλλά και τις απογοητεύσεις και το δράμα των προσώπων. Αισθήματα που ο Σακς αναπτύσσει, συχνά με λεπτό χιούμορ και κομψότητα, σκάβοντας μεθοδικά κάτω από την επιφάνεια για να μας αποκαλύψει την αληθινή, εγωιστική συμπεριφορά και την έλλειψη αληθινών σχέσεων.