Της Ζωής Τόλη

Ο μονόλογος «Human Voice» του Jean Cocteau, παρουσιάζεται στο θέατρο οδού Κεφαλληνίας στη Β´ σκηνή, σε σκηνοθεσία του Mikheil Charkviani και πρωταγωνίστρια την Buba Gogorishvili.

Η παράσταση ανέβηκε στη Γεωργία το 2014 στο θέατρο Atoneli όπου και σημείωσε μεγάλη επιτυχία, καθώς θεωρήθηκε ένα από τα σημαντικότερα ανεβάσματα του συγκεκριμένου έργου στη χώρα.

Αυτή η δημιουργία εντάσσεται σε σύγχρονο πλαίσιο και η παρουσίαση  της είναι πολύ επίκαιρη και αληθινή.

Η Β´Σκηνή του θεάτρου οδού Κεφαλληνίας προσκάλεσε τον Γεωργιανό Mikheil  Charkviani να έλθει, για να παρουσιάσει την «Human Voice» και στην Ελλάδα.

Μία εξαιρετική δουλειά ενός βραβευμένου σκηνοθέτη, που προσπάθησε μαζί με την ηθοποιό / συνεργάτιδά του να εξετάσουν ποια θα ήταν η συμπεριφορά της ηρωίδας, όταν θα ανακάλυπτε πως η ζωή της ανατρέπεται χωρίς δική της επιλογή. Αυτή η οπτική είναι ενδιαφέρουσα αν λάβουμε υπόψη μας, ποια δυναμικότητα και ποια αυτοπεποίθηση διαθέτει η γυναίκα αυτή, η οποία βρίσκεται στον αέρα, σε μία σχέση που φθίνει με αμετάκλητο τέλος.

Πρόκειται για μια ιστορία έρωτα χωρίς ανταπόκριση, καθώς ο επί πέντε χρόνια εραστής της γυναίκας, παντρεύεται μια άλλη.

Διερευνάται η σκοτεινή πλευρά του ερωτικού πόθου και ποιες είναι οι πιθανές επιπτώσεις στο άτομο, όταν αυτός εκφυλιστεί. Στη συγκεκριμένη υπόθεση η μεσήλικη ηρωίδα θα το αντιμετωπίσει με δύναμη και αξιοπρέπεια ή με απεγνωσμένες ενέργειες;

Το σκηνικό λιτό, με ένα γραφείο κι ένα τηλέφωνο μέσα στο σπίτι, όπου διαδραματίζεται ο μονόλογος και που φαίνεται από την αρχή δύσκολος και αδιέξοδος.

Χρώματα δεν υπάρχουν εκτός από τα αυτοκόλλητα πολύχρωμα χαρτάκια, που είναι κολλημένα πάνω στο τζάμι. Γκρι και λευκό «εξουσιάζουν το χώρο.

Το κλίμα βαθμιαία γίνεται ασφυκτικό, η συναισθηματική κατάσταση συγκρουσιακή και απαιτεί σωστούς χειρισμούς, ώστε να κρατηθεί η αξιοπρέπεια πάση θυσία, αν και αυτό δεν είναι πάντα κατορθωτό.

Κλιμακωτά συμμετέχουμε στη δραματική πορεία μιας ανθρώπινης φωνής σε πανικό, μιας ψυχής που παραπαίει απέναντι στην άνανδρη συμπεριφορά του εραστή, ο οποίος δεν είχε καν τα κότσια να αντιμετωπίσει, όταν έπρεπε, τα τεκταινόμενα.

Σημασία έχει το γεγονός ότι όσο «τρέχει» το τηλεφώνημα, μέσα σε θρηνητικό περιβάλλον, η εξαπατημένη σύντροφος δεν σκέφτεται την εκδίκηση.

Κάτι που ανθρώπινα μπορούσε να δικαιολογηθεί, γιατί η απογοήτευση ήταν μεγάλη και ο θυμός τεράστιος.

Σκέφτηκε πως όλα αυτά που ένιωθε ήταν κομμάτι του εαυτού της και αυτόν δεν έπρεπε να τον προδώσει. Κάνει στροφή στο «μέσα» της, βλέπει τον πυρήνα της υπόθεσης και αναδιπλώνεται. Ένα βήμα πριν την κατάρρευση, προστατεύει ό,τι έχει απομείνει και αντιδρά με τρόπο που ταιριάζει σε μια γυναίκα που σέβεται τον προσωπικό της «τοπίο». Αυτή η εξέλιξη δείχνει πόσο έντιμα φέρεται σε κάτι που την πονάει και αυτό είναι στοιχείο γενναιότητας και περηφάνιας.

Ο θεατής συμμετέχει σε αυτή την ταραχή και επηρεάζεται αξιολογώντας τα όποια δεδομένα. Ίσως να περίμενε να τη δει να καταρρέει ή να επιχειρεί κάποια μορφή αυτοκαταστροφής.

Αντίθετα συναντάται με μία απελευθερωμένη γυναίκα που έχει συνείδηση και αποφασίζει να ελέγξει τη ζωή της, ως αυτόνομη προσωπικότητα.

Μια γυναίκα που ανακαλύπτει ανορθόδοξα και επώδυνα πως μπορεί και μόνη της να ζήσει χωρίς το δεκανίκι ενός άλλου.

Μουσική και φωτισμοί συμπράττουν με τη συμβολή τους στο όλο αποτέλεσμα.

Ο θεατρικός μονόλογος διαφέρει πολύ από την κλασική εκδοχή του μυθικού μονοδράματος του Γάλλου συγγραφέα.

Ωστόσο η επέμβαση που έγινε από τους συντελεστές, παράγει κάτι το αξιόλογο και με έναν αέρα τέχνης και αισθητικής.

Το έργο αφορά σε ένα θέμα πολύ καθοριστικό και ζωτικής σημασίας για την προσωπική διαδρομή του καθένα μας, σε οποιαδήποτε εποχή.

Το θέμα του έρωτα και της εξάρτησης, είναι πάνω από χρόνο, τόπο και κουλτούρα.

Αξίζει την προσοχή μας, γιατί πραγματεύεται κάτι τόσο σημαντικό με διαχρονική αξία και εμβέλεια.