Του Συμεών Σολταρίδη

Και πάλι πτυχή του μειονοτικού γίνεται αντικείμενο συζήτησης και πάλι τα κεντρικά ΜΜΕ δεν αναπτύσσουν το θέμα ή το υποβαθμίζουν, για «το καλό της πατρίδας»!

Και είναι σοβαρό θέμα που σχετίζεται με την παιδεία της μειονότητας. Και επί πλέον δεν μπορεί να κατηγορηθεί η ηγεσία και η Ένωση Επιστημόνων Μειονονότητας ότι υποκινεί σε κινητοποιήσεις, αφού ζητά το αυτονόητο, δηλαδή να μορφώνεται στο ελληνόγλωσσο πρόγραμμα από τα βιβλία που διδάσκουν οι χριστιανοί εκπαιδευτικοί και τα οποία χορηγούνται και στα άλλα παιδιά των δημόσιων σχολείων.

Πράγματι, η μειονότητα  στέλνει κατά πλειοψηφία  τα παιδιά της στα μειονοτικά  σχολεία και  η Ελληνική πολιτεία, μέσα από το πρόγραμμα «Φραγκουδάκη-Δραγώνα» προ εικοσαετίας συνέγραψε βιβλία ελληνικής γλώσσας που απευθύνονταν σε παιδιά που η μητρική τους γλώσσα είναι άλλη, εκτός της ελληνικής και τα διένειμε στα μειονοτικά σχολεία.

Τα βιβλία όμως αυτά είχαν γραφτεί κάτω από διαφορετικά δεδομένα και όπως γράφει η εκπαιδευτικός στο μειονοτικό σχολείο «Μάστανλη» Κομοτηνής Μαρία Δήμου, η οποία εργάστηκε και στα μειονοτικά  σχολεία της Πόλης «τα βιβλία αυτά γράφτηκαν για τελείως διαφορετικές συνθήκες. Σήμερα οι μαθητές έρχονται στην Α΄ τάξη αφού έχουν φοιτήσει στο Νηπιαγωγείο. Έχουν κατακτήσει ένα βασικό λεξιλόγιο στα ελληνικά. Επίσης έχει αλλάξει το κοινωνικο-οικονομικό στάτους των οικογενειών παρέχοντας στα παιδιά περισσότερες εμπειρίες, παραστάσεις, γνώσεις. Οι γονείς πλέον ζητούν κι απαιτούν για τα παιδιά τους ένα καλύτερο αύριο και ξέρουν πολύ καλά πως αυτό περνά μέσα από την καλύτερη παιδεία κι εκπαίδευση».

Η Θάλεια Δραγώνα, μία από τις δύο δημιουργούς του προγράμματος , δηλώνει στην εφημερίδα «Χρόνος» ότι «ένα απολύτως αμιγώς εκπαιδευτικό και παιδαγωγικό θέμα έχει μετατραπεί σε πολιτική σημαία, αυτό είναι λάθος. Αυτό που πρέπει να γίνει είναι να καθίσουν γύρω από ένα τραπέζι, όχι οι πολιτικοί, αλλά οι εκπαιδευτικοί, οι  σύλλογοι γονέων, οι σύλλογοι εκπαιδευτικών. Ο εκπαιδευτικός είναι αυτός που ξέρει καλύτερα τι ταιριάζει σε κάθε παιδί σε κάθε τάξη».

Στο σημείο αυτό θα θυμίσω στην φίλη Θάλεια Δραγώνα  ότι όταν  είχε ξεκινήσει προ εικοσαετίας το περί ου ο λόγος πρόγραμμα, ελάχιστοι γονείς ρωτήθηκαν ή συνεργάστηκαν, ενώ από τους εκπαιδευτικούς που εργάζονταν στα μειονοτικά σχολεία, ελάχιστοι συμμετείχαν και ελαχιστότατοι ρωτήθηκαν, αφού τα πάντα όλα είχαν έρθει από τους «φωστήρες» των Αθηνών.

Οπότε μετατράπηκε από μόνο του, από εκπαιδευτικό σε πολιτικό, μια και η μειονότητα δεν ρωτήθηκε, ούτε κάποιος συνδιαλέχτηκε μαζί της. Όπως μου δήλωσαν πεπαιδευμένοι  της μειονότητας, το σύνοικο στοιχείο  «δεν εμπιστεύεται» την πολιτεία για όλα όσα προτείνει ή συζητά ή εφαρμόζει για την μειονότητα, χωρίς την παρουσία της μειονότητας.  Πληθώρα παραδείγματα υπάρχουν για να πείσουν και τον πιο αδαή , οπότε σήμερα πλέον οι ταγοί της μειονότητας δεν θέλουν τα βιβλία του προγράμματος, ούτε τα προ εικοσαετίας εκπονηθέντα βιβλία, αλλά ούτε και τα πολλαπλά βιβλία, που θα επιλέξει ο κάθε δάσκαλος που διδάσκει στο ελληνόγλωσσο πρόγραμμα. Γιατί όπως σε όλα «φταίει» ο δημοσιογράφος, έτσι και στο ζήτημα αυτό θα «ευθύνεται» ο  εκπαιδευτικός του ελληνόγλωσσου προγράμματος.

Για το ζήτημα πήραν διάφορες θέσεις, ανάλογα με την πολιτική τους ιδεολογία και τα «ψηφουλάκια» τα κόμματα. Όλοι είναι υπέρ της ανανέωσης των βιβλίων , αλλά κάτω από διαφορετικό πρίσμα.

Η ανακοίνωση των γονέων του 1ου μειονοτικού σχολείου Ξάνθης  για κινητοποιήσεις γράφει ότι «τα παιδιά έχουν το δικαίωμα ισότιμα όπως όλα τα παιδιά της Ελληνικής επικράτειας να διδάσκονται τα βιβλία του Δημοσίου, και να κατέχουν βιβλία ιστορίας και γεωγραφίας. Δεν θα επιτρέψουμε την υπερτίμηση ή την υποτίμηση της νοημοσύνης τους. Θα ήταν σοφό ένα πρόγραμμα ανεπίκαιρο, ελλιπές, δυσχερές ως προς την εφαρμογή του να αποσυρθεί άμεσα από τα έδρανα των αιθουσών μας».

Ένα σημείο θα αναφέρω μόνο της ανακοίνωσης του συνδέσμου σχολικών εφορειών μειονοτικών σχολείων. Αυτό που σημειώνει ότι « υποστηρίζουμε ότι τα παιδιά μας, που εκπαιδεύονται σε μειονοτικά δημοτικά σχολεία, έχουν το δικαίωμα να επωφελούνται από τα ίδια βιβλία με τους μαθητές που μορφώνονται σε δημόσια σχολεία».

Ας μου επιτραπεί να το αφιερώσω στον φίλο και συμπατριώτη μου Υπουργό Παιδείας Κώστα Γαβρόγλου και να του υπενθυμίσω ότι στα μαθητικά μας χρόνια δεν διδασκόμασταν από κανένα βιβλίο τύπου «Φραγκουδάκη» την Τουρκική γλώσσα στην Πόλη, αλλά την διδασκόμασταν από τα βιβλία που διδάσκονταν σε όλη την Τουρκική επικράτεια. Και έτσι μάθαμε την πλέον καθαρή Τουρκική διάλεκτο, την λεγόμενη «Κωνσταντινουπολίτικη διάλεκτο της Τουρκικής γλώσσας», όπως μας έλεγε τότε στο Ζωγράφειο η φιλόλογος μας κ. Σιντικά. Και φυσικά στην εκμάθηση της έπαιξαν ρόλο και άλλοι κοινωνιολογικοί παράγοντες, που δεν είναι της ώρας να αναλυθούν.

Καταλήγοντας θα επαναλάβω ότι οι λαοί εξελίσσονται , προοδεύουν και αναζητούν το καλύτερο. Δεν μπορούν να είναι «ανώνυμοι», «ημιμαθείς», και να γίνονται μήλο της έριδος.  Οι άνθρωποι  θέλουν παιδεία και μόρφωση την οποία  θα τους την παρέχουν , χωρίς όμως να την ποδηγετούν.

 

 

Η ανακοίνωση -αντίδραση από το Σύνδεσμο Σχολικών Εφορειών Μειονοτικών Σχολείων 

 

«Ως Σύνδεσμός Σχολικών Εφορειών Μειονοτικών Σχολείων Δυτικής Θράκης, βάσει της αρχής της ισότητας στην εκπαίδευση υποστηρίζουμε ότι τα παιδιά μας, που εκπαιδεύονται σε μειονοτικά δημοτικά σχολεία, έχουν το δικαίωμα να επωφελούνται από τα ίδια βιβλία με τους μαθητές που μορφώνονται σε δημόσια σχολεία. Ως εκ τούτου ζητάμε την κατάργηση των ξεπερασμένων βιβλίων που εκπονήθηκαν στα πλαίσια του «προγράμματος εκπαίδευσης Μουσουλμανοπαίδων Φραγκουδάκη» και να καθιερωθεί άμεσα τα σύγχρονα βιβλία των δημοσίων σχολείων έτσι ώστε  να διδάσκονται στη νέα σχολική χρονιά 2018-2019 στα μειονοτικά σχολεία.

 

Η ένωσή μας έχει υποβάλει προηγουμένως αυτό το αίτημα, εγγράφως (αλλά και προφορικά), στο Υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων. Δυστυχώς όμως, η απόφαση του υπουργείου που αφήνει στην κρίση των εκπαιδευτών τη χρήση των δημοσίων βιβλίων (αριθ. πρωτ.148133/H2/10-09-2018), ήταν απογοητευτική όπως επίσης τις οδηγίες του υπουργείου που προβλέπουν τη χρήση των δημοσίων βιβλίων στα μειονοτικά σχολεία ως συμπληρωματικό – υποστηρικτικό υλικό (αριθ. πρωτ: 156007 / H2). Οι αποφάσεις αυτές προφανώς έχουν ληφθεί χωρίς επιστημονική βάση.

 

Δεδομένου ότι τα διδακτικά βιβλία ετοιμάζονται σύμφωνα με τις νοητικές ικανότητες και ανάγκες των μαθητών, τα παιδιά μας έχουν τη δυνατότητα (αλλά και την ανάγκη) να μελετήσουν αυτά τα βιβλία. Από την άλλη η συνέχιση της εκπαίδευσης με βιβλία παλαιωμένου περιεχομένου (δεδομένου ότι έχουν γραφθεί πριν από 20 χρόνια) καθυστερεί τη σωστή ανάπτυξη των νοητικών ικανοτήτων και την ετοιμότητά τους για τις επόμενες βαθμίδες εκπαίδευσης. Δεν είναι νοητή η εμμονή του υπουργείου σε αυτά τα βιβλία ενώ υπάρχει συμφωνία μεταξύ εκπαιδευτών ότι τα βιβλία του προγράμματος Φραγκουδάκη είναι ανεπαρκή.

 

Ένα άλλο σημαντικό μειονέκτημα που παρατηρείται στα δημοτικά σχολεία της μειονότητας είναι το γεγονός ότι τα μαθήματα γεωγραφίας και ιστορίας πραγματοποιούνται χωρίς διδακτικά βιβλία. Είναι σαφές ότι δεν είναι δυνατόν να κατανοήσουν πλήρως οι μαθητές το περιεχόμενο του μαθήματος, χωρίς να υπάρχουν τα απαραίτητα υλικά και βιβλία. Επομένως οι μαθητές αυτοί λαμβάνουν ελλιπή παιδεία στον τομέα αυτό με αποτέλεσμα να μην γνωρίζουν αρκετά ούτε τη χώρα στην οποία ζουν. Αυτός είναι ένας ακόμη λόγος για τον οποίο ζητάμε να διδαχθούν τα βιβλία δημόσιων σχολείων  στα μειονοτικά σχολεία.

 

Θα θέλαμε να προσθέσουμε επίσης ότι κατά τη διάρκεια της συμβολικής κατάληψης του 1ου 20/Θ Μειονοτικού Δημοτικού Σχολείου Ξάνθης στις 20 Σεπτεμβρίου 2018, με την απόφαση του Συλλόγου Γονέων και Κηδεμόνων, της Σχολικής Εφορείας και των γονέων, οι αρμόδιοι επισκέφθηκαν το σχολείο κάνοντας όμως υποτιμητικές δηλώσεις με τους οποίους χαρακτήρισαν ως νοητικά ανεπαρκή τα παιδιά μας λέγοντας “δεν είναι έτοιμα τα παιδιά σας για τα βιβλία του δημοσίου.” Θεωρούμε απαράδεκτη αυτή τη στάση, και επιστρέφουμε τις δηλώσεις αυτές στους ίδιους. Τα παιδιά μας έχουν τη διανοητική ικανότητα και τις δεξιότητες για να ολοκληρώσουν με επιτυχία την εκπαίδευσή τους σε κάθε σχολείο. Παρεμπιπτόντως, δηλώνουμε την υποστήριξή μας στο δίκαιο αγώνα του Συλλόγου Γονέων και Κηδεμόνων, της Σχολικής Εφορείας και των γονέων του 1ου 20/Θ Μειονοτικού Δημοτικού Σχολείου Ξάνθης.

 

Για τους προαναφερθέντες λόγους, ως Σύνδεσμος Σχολικών Εφορειών Μειονοτικών Σχολείων Δυτικής Θράκης θεωρούμε ως ένα θετικό βήμα την απόφαση του Υπουργείου Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων που όμως χρήζει επανεξέταση και διόρθωση. Απαιτούμε την κατάργηση των βιβλίων που καθορίστηκαν στα πλαίσια του «προγράμματος εκπαίδευσης Μουσουλμανοπαίδων Φραγκουδάκη», την έκδοση σαφών οδηγιών προς την Περιφερειακή Διεύθυνση Εκπαίδευσης Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, ώστε να καθοριστούν τα βιβλία των δημοσίων σχολείων ως βασικό εκπαιδευτικό υλικό και όχι ως βοηθητικό-υποστηρικτικό για τη διδασκαλία των ελληνόγλωσσων μαθημάτων στα μειονοτικά σχολεία».