Του Παύλου Μεθενίτη

«Αν ο νόμος κριθεί αντισυνταγματικός, γυρίζουμε σε καθεστώς με μη αδειοδοτημένα κανάλια», δήλωσε ο υπουργός Επικρατείας Νίκος Παππάς, μετά την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας να κάνει δεκτές (με πλειοψηφία 16-9) τις προσφυγές των τηλεοπτικών σταθμών μπαίνοντας στην ουσία της υπόθεσης.

Το Συμβούλιο της Επικρατείας έχει λάβει ιστορικές αποφάσεις, όσον αφορά τα ραδιοτηλεοπτικά στην Ελλάδα. Μία άλλη μνημειώδης απόφασή του είχε ληφθεί πριν από δυόμισι χρόνια περίπου, τον Μάιο του 2014. Τότε, με πλειοψηφία 15 προς 10, η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας, με πλειοψηφία 15 υπέρ και 10 κατά, έκρινε συνταγματικό, νόμιμο και μη αντίθετο στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου το «μαύρο» που έριξε η κυβέρνηση στην ΕΡΤ τον Ιούνιο του 2013.

 

Επίσης το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο της χώρας αποφάνθηκε ότι οι απολύσεις των 2.915 εργαζομένων στην ΕΡΤ δεν υπάγονται στο νόμο για τις ομαδικές απολύσεις…

Σύμφωνα με την υπ΄ αριθμ. 1901/2014 απόφασή της, η Ολομέλεια του ΣτΕ, με πρόεδρο τον Σωτήρη Ρίζο και εισηγητή τον σύμβουλο Επικρατείας Κωνσταντίνο Κουσούλη, είχε απορρίψει την αίτηση της «Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Συλλόγων Προσωπικού Επιχειρήσεων Ραδιοφωνίας – Τηλεόρασης» (ΠΟΣΠΕΡΤ) και του πρόεδρου της Παναγιώτη Καλφαγιάννη. Από τους δικαστές απορρίφθηκαν όλοι οι ισχυρισμοί της ΠΟΣΠΕΡΤ ως αβάσιμοι…

Η συγκυβέρνηση Σαμαρά/Βενιζέλου, με αυτή την εκρηκτική απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, βρήκε τη συνταγματική νομιμοποίηση που χρειαζόταν ώστε να ψιμυθιώσει την εγκληματική πολιτική ηλιθιότητα που επέδειξε, όταν έβαλε λουκέτο στην ΕΡΤ.

 

Να προσθέσω πως κανένα κανάλι, από αυτά που τώρα σκίζουν το καλτσόν τους για τη συνταγματικότητα της αδειοδότησης, δεν θρήνησε τότε, πρώτον για τους τρεις χιλιάδες εργαζομένους στη ΕΡΤ που έχασαν τη δουλειά τους, και ,δεύτερον, για την τρομακτική απόφαση του ΣτΕ, το οποίο τώρα, για κοίτα, δοξολογείται και λιβανίζεται, από δελτίου εις δελτίον.

Να συμπληρώσω, έτσι για την ιστορία, το σκεπτικό των Συμβούλων του ΣτΕ που μειοψήφησαν σε εκείνη την αξέχαστη απόφαση του 2014, που αναβάπτισε ως συνταγματικότατο το κλείσιμο της ΕΡΤ. Έγραφαν τότε οι μειοψηφούντες λοιπόν:

«Ο νομοθέτης δεν επιτρέπεται να καταργήσει το φορέα της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης και δη επ΄ αόριστο. Η υποχρέωση αυτή του νομοθέτη, συναπτόμενη και με την τήρηση της αρχής της συνεχούς λειτουργίας της δημόσιας υπηρεσίας, καθίσταται ακόμη εντονότερη στην προκειμένη περίπτωση, λόγω του ότι οι ιδιωτικοί φορείς ραδιοτηλεόρασης λειτουργούν παρανόμως μέχρι σήμερα με την ανοχή της Πολιτείας.

Με βάση την ήδη εικοσαετή λειτουργία της ιδιωτικής τηλεόρασης στην Ελλάδα, αλλά και με βάση τα διεθνή δεδομένα, οι ιδιωτικοί αυτοί φορείς προσφέρουν συχνά ένα πολύ χαμηλού επιπέδου ραδιοτηλεοπτικό προϊόν, κύριο χαρακτηριστικό του οποίου είναι ο εύκολος εντυπωσιασμός, η πολιτική ένδεια και η αύξηση με κάθε δυνατό τρόπο της ακροαματικότητας, σε βάρος της ποιότητας και της αντικειμενικότητας, αλλά και της νηφαλιότητας της παρεχόμενης πληροφόρησης.

 

Με την επικρατούσα μάλιστα τάση δημιουργίας όλο και περισσότερο μονοπωλιακών καταστάσεων στον χώρο επιτυγχάνεται η πλήρης χειραγώγηση των πολιτών και η μετατροπή τους σε απλούς καταναλωτές πληροφοριών και μηνυμάτων».

Οι υπογραμμίσεις είναι, φυσικά, δικές μου. Είναι παρήγορο να βλέπει κανείς πως ασφαλώς και υπάρχουν κάποιοι Σύμβουλοι της Επικρατείας που δεν πάσχουν από πολιτικό αλληθωρισμό, που δεν δικαιώνουν τους πολιτικούς εγκληματίες και τα παρελκόμενά τους, και που παραδέχονται με παρρησία πως τα ιδιωτικά κανάλια λειτουργούν ΠΑΡΑΝΟΜΩΣ, με την ανοχή της Πολιτείας, εδώ και τρεις σχεδόν δεκαετίες.

 

Δεν ξέρω εάν αυτοί θα πλειοψηφήσουν, όταν κριθεί η συνταγματικότητα ενός νόμου, που ακριβώς επιχειρεί να τερματίσει αυτή τη σκαστή παρανομία. Δεν μπορώ να ξέρω εάν τελικά υπερτερήσουν οι μεν ή οι δε, οι εγκρατείς ή οι ακρατείς, οι συγκρατημένοι ή οι ασυγκράτητοι, μεταξύ των Συμβούλων της Επικρατείας.