Του Παύλου Μεθενίτη

Πριν από καμιά δεκαριά χρόνια, είχα πάει στη ΕΡΤ για να καταθέσω ένα έγγραφο. Με παρέπεμψαν στο πρωτόκολλο του ραδιομεγάρου της Αγίας Παρασκευής.

Μπήκα μέσα, με το έγγραφο στα χέρια, κι αμέσως κοκάλωσα – απέναντί μου, έξι ακίνητες, ανέκφραστες, μεσόκοπες κυρίες, καθισμένες σε ισάριθμα γραφεία, μου αντιγύριζαν το βλέμμα σιωπηλές. Τις κοιτούσα και με κοιτούσαν σαν να ήταν έξι θηλυκά αντίτυπα του Βούδα. Κανείς δεν έκανε κάποια κίνηση, κανείς δεν έλεγε ούτε μια κουβέντα – ήταν λίγο σαν ταινία θρίλερ.

Τέλος πάντων, μάζεψα τα κουράγια μου και έδωσα στην πρώτη, αυτή που ήταν κοντύτερα σε μένα, το έγγραφο. Αυτή το πήρε, το κοίταξε, και το πάσαρε στη διπλανή της. Εκείνη το παρέλαβε, το διάβασε αργά, σημείωσε κάτι με το πάσο της σ’ ένα βιβλίο και το έδωσε στην τρίτη κατά σειράν. Η τρίτη υπάλληλος κοίταξε το βιβλίο της δεύτερης και πάτησε μια σφραγίδα σ’ ένα κομμάτι χαρτί, το οποίο έδωσε στην τέταρτη. Η τέταρτη κυρία έγραψε κάτι σ’ αυτό το κομμάτι χαρτί, το οποίο έδωσε στην πέμπτη συνάδελφό της, η οποία απλώς στο παρέδωσε στην έκτη, η οποία έκτη, μόνιμη δημόσια υπάλληλος στην ΕΡΤ Α.Ε., μου έδωσε τον αριθμό πρωτοκόλλου.

Είχα μείνει έκθαμβος. Έξι κυρίες είχαν κάνει σε δέκα, περίπου, λεπτά τη δουλειά που θα έκανε μία, ή ένας, υπάλληλος σε δέκα δευτερόλεπτα. Εξέφρασα τις ευχαριστίες μου και απεχώρησα κάτω από τα φρικαριστικά βλέμματα των σιωπηλών κυριών, οι οποίες, υποθέτω, όταν θα γύριζαν στο σπίτι τους το μεσημέρι, θα παραπονιούνταν για το φόρτο δουλειάς που είχε πέσει στο γραφείο.

Πολλές φορές από τότε αναρωτήθηκα τι θα έπρεπε να γίνει με αυτές τις κυρίες του πρωτοκόλλου. Οι οποίες, αναμφιβόλως, είχαν διοριστεί στην ΕΡΤ από το βουλευτή ή τον υπουργό της εκλογικής τους περιφέρειας, σε ανταπόδοση για την υποστήριξη που προσέφεραν στο κόμμα του. Κάτι που, ως γνωστόν, είναι, ή ήταν (προτιμώ να σκέφτομαι πως ήταν), η συνήθης πρακτική. Όλοι, ασφαλώς, καταδικάζουμε τις πελατειακές σχέσεις, που γιγάντωσαν το δημόσιο τομέα και τίναξαν τα δημοσιονομικά έξοδα στον αέρα, όλοι, δημοσίως, βεβαίως και κατακεραυνώνουμε αυτούς του αλήτες τους πολιτικούς, αλλά, για πείτε μου, πόσοι από μας, κατ’ ιδίαν, στέλνουμε την αξιοκρατία και τη διαφάνεια στο διάολο και κοιτάμε πώς θα γίνει να χώσουμε το γιο, την κόρη ή τον εαυτό μας σε καμιά θεσούλα για να αράξουμε, ε;

Λοιπόν; Τι θα έπρεπε να γίνει με τις κυρίες του πρωτοκόλλου; Ήταν απολύτως άχρηστες στη δουλειά τους, απολύτως επιζήμιες για την ΕΡΤ και το Δημόσιο γενικότερα, ένα επαχθές βάρος για τον προϋπολογισμό. Να τις μετέθεταν στην Άνω Παναγίτσα να μαζεύουν καβαλίνες από τα καλντερίμια; Ή μήπως να απολύονταν αυτοστιγμεί; Θα ήταν όντως μια πράξη δίκαιη, όταν ειδικά υπάρχουν τόσοι άνεργοι με εφτά χιλιάδες, περίπου, φορές περισσότερα προσόντα από αυτές. Ή να απολύονταν αυτές και να διωκόταν, συγχρόνως, ο μεγαλοπαπάρας πολιτικός που τις έχωσε στο Δημόσιο; Ακόμα καλύτερα.

Όμως! Όμως, σκέφτηκα, αυτές οι παντελώς ανίκανες για οτιδήποτε κυρίες, εκτός από το να πατάνε μια σφραγίδα σ’ ένα κομμάτι χαρτί, αυτές οι αργόμισθες, που κάποιος πολιτικός ξεφορτώθηκε σε κάποια αποθήκη κομματικών μπάζων του Δημοσίου, με τους μισθούς που έπαιρναν τόσα χρόνια, έζησαν έξι οικογένειες… Μπορεί τα παιδιά τους να μη συνέχισαν την ένδοξη οικογενειακή παράδοση του βολέματος και της ξεφτίλας, και κάτι να έκαναν, να σπούδασαν, να πήραν έναν άλλο δρόμο. Τα τζάμπα λεφτά των μισθών τους, τα αχρεωστήτως καταβληθέντα, ωστόσο γύρισαν στην πιάτσα, επαγγελματίες κίνησαν τις επιχειρήσεις τους, έμποροι έκαναν τζίρο, κόσμος έζησε από αυτά, και όχι κόσμος παραιτημένος, αντιπαραγωγικός, αλλά υγιή κομμάτια της κοινωνίας και της επιχειρηματικότητας… Οπότε;

Οπότε, κατέληξα, τις ίδιες δεν έχει πλέον νόημα να τις απολύσει κάποιος που αποφασίζει να βάλει βαθιά το χέρι στην κόπρο και τη σκόνη του δημόσιου τομέα. Όσο κι αν φταίνε κι αυτές, όσο και αν είναι μέρος του προβλήματος, δεν έχει νόημα, ούτε και είναι ανθρώπινο να τινάξεις τις ζωές τους στον αέρα, τώρα. Θα είχε, εάν μαζί τους καθόταν στο εδώλιο και ο υπουργάκος που τις μονιμοποίησε. Και ο πολιτικός αρχηγός που έκανε τον υπουργάκο πρώτη μούρη – τότε ναι.

Αυτό όμως που πρέπει αναντίρρητα και αναμφίβολα να γίνει, είναι να προφυλαχθεί όχι μόνο η ΕΡΤ, όχι μόνο το Δημόσιο, αλλά η ελληνική κοινωνία ολόκληρη από τη νοοτροπία που παράγει τέτοια φαινόμενα. Το πρεζάκι πρέπει να αποφασίσει να κόψει την πρέζα. Δεν φτάνει μόνο να πιάσεις το βαποράκι, διότι εάν κάποιος θέλει να πιει, θα βρει και θα πιει – από άλλον έμπορα. Πρέπει εμείς οι ίδιοι να κάνουμε το ποιοτικό άλμα – δεν μπορούμε να απαιτούμε από τους πολιτικούς να είναι αδιάφθοροι, όταν εμείς είμαστε διεφθαρμένοι. 

Ο δημόσιος τομέας πρέπει να αρθεί στο ύψος του, της υπηρέτησης των πολιτών, και να σταματήσει να είναι το σκουπιδαριό πολιτικών φίλων. Φυσικά δεν πρέπει να συρρικνωθεί, στο μέτρο που, ύποπτα και ύπουλα, κραυγάζουν κάποιοι. Οι οποίοι, κατά την ταπεινή μου γνώμη, δεν είναι τίποτα άλλο από τα γάντια που φορά στο μακρύ του χέρι το Ληστρικό Κεφάλαιο. Αυτοί, οι υποκριτές, στηλιτεύουν μια σκατοκατάσταση, στην οποία οι ίδιοι έκαναν εδώ και δεκαετίες ό,τι μπορούσαν για να δημιουργηθεί, μην το ξεχνάμε αυτό ε;
Επειδή παρασιτούσαν αυτές οι έξι κυρίες του πρωτοκόλλου εις βάρος της ΕΡΤ, αυτό δεν σημαίνει πως η ΕΡΤ πρέπει να κλείσει – εξακολουθώ να πιστεύω πως το κλείσιμο της ΕΡΤ στις 13 Ιουνίου του 2013 από την κυβέρνηση Σαμαρά ήταν μία πράξη εγκληματικής πολιτικής ηλιθιότητας, από κάθε άποψη.

 

Θα ήταν αναλόγως καταστροφικό και βλακώδες εάν κάποιος, επειδή ανεκάλυπτε επίορκους, ανίκανους και χαραμοφάηδες υπαλλήλους στο υπουργείο Εθνικής Άμυνας, να το έκλεινε, καταργώντας τις Ένοπλες Δυνάμεις και παραδίδοντας την Εθνική Άμυνα σε ιδιωτικές εταιρείες φύλαξης… Προς μεγάλη ικανοποίηση των φιλελέδων, που θα έλεγαν, ορίστε, εξυγιάναμε το Δημόσιο, τώρα ναι μεν τα σύνορα τα φυλάει η Καραμπάτσος Σεκιούριτι, αλλά δεν θα συναντήσεις πουθενά έξι υπαλλήλους που πληρώνονται για να πρωτοκολλήσουν ένα έγγραφο…