Του Βασίλη Διαμαντάκη

Υπήρξε για πολλές δεκαετίες το «αντίπαλον δέος» του Στέλιου, όταν πρωτοεμφανίστηκε στο λαϊκό τραγούδι σε ηλικία 18 χρόνων. Ο Στέλιος Καζαντζίδης με το «Μαντουμπάλα» και ο ίδιος με το «Μαγκάλα». Για 32 ολόκληρα χρόνια ήταν ένας από τους μύθους στο χώρο.

Ηταν το καλύτερο παιδί. Που ποτέ συνάδελφός του δεν είπε κακή κουβέντα για αυτόν. Ο μεγάλος Τσιγγάνος με την τεράστια φωνή του που καθήλωνε όχι μόνο τη φυλή του αλλά και ολόκληρο τον ελληνικό λαό. Ο άρχοντας. Ο πατέρας που λάτρευε τα τρία του παιδιά πάνω από όλα.

 

Ο Μανώλης Αγγελόπουλος γεννήθηκε στις 8 Απριλίου του 1939 στον Αγιο Αθανάσιο Δράμας. Ήταν το πρώτο παιδί της μητέρας του Ερασμίας που τον γέννησε σε ηλικία 20 χρόνων, και του πατέρα του Ηλιακού. Είχε έναν μικρότερο αδελφό, τον Λευτέρη. Από παιδί γύρισε όλη την Ελλάδα μέσα σε ένα τροχόσπιτο. Ο γονείς του ήταν Τσιγγάνοι. Λόγω του χαμού του πατέρα του, σε ηλικία 13 ετών, προσπάθησε να βοηθήσει την οικογένειά του δουλεύοντας σε διάφορα κέντρα διασκέδασης αλλά και πουλώντας χαλιά κοντά στην περιοχή της Αγίας Βαρβάρας και στα Πετράλωνα, όπου εγκαταστάθηκε αρχικά με την οικογένειά του ερχόμενος στην Αθήνα.

 

Με την προτροπή του εξαδέλφου του Ανέστου Αθανασίου, που έπαιζε μπουζούκι στην ορχήστρα του Στέλιου Καζαντζίδη, και την ενθάρρυνση του λαϊκού συνθέτη Θεόδωρου Δερβενιώτη, που ενθουσιάστηκε με την ποιότητα της φωνής του, αποφάσισε στα 17 του να ασχοληθεί επαγγελματικά με το τραγούδι.

 

Στις αρχές του 1958 ήρθε η πρώτη μεγάλη επιτυχία, που του άνοιξε τον δρόμο προς την κορυφή. Ήταν το ινδοπρεπές τραγούδι του Στράτου Ατταλίδη «Μαγκάλα», που ξεπέρασε σε πωλήσεις τα 100.000 κομμάτια και αποτέλεσε το αντίπαλον δέος της «Μαντουμπάλας» του Στέλιου Καζαντζίδη. Κατά τη δεκαετία του 1960 έγινε ευρύτερα γνωστός καθώς τραγουδούσε τραγούδια για τον προσφυγικό Ελληνισμό και τα εξωτικά μέρη της Ινδίας.

 

Ανάμεσα στις μεγαλύτερες επιτυχίες του είναι τα τραγούδια: «Τα μαύρα μάτια σου», «Τσιγγάνας Γάλα», «Όσο αξίζεις εσύ», «Καλή τύχη», «Η διπρόσωπη», «Πήρε φωτιά η Καλαμαριά», «Τα φιλιά σου είναι φωτιά», «Φοβάμαι να γελάσω», «Δεν υπάρχει για μας χωρισμός», «Τη βαρέθηκε η ψυχή μου», «Μολυβιά», «Ρίχτε στο γυαλί φαρμάκι», «Ανέβα στο τραπέζι μου», «Μαγκάλα», «Με τι καρδιά» κ.ά.

 

Πραγματοποίησε πολλές συναυλίες στο εξωτερικό, όπου υπήρχαν Έλληνες μετανάστες: Αμερική, Καναδάς, Αυστραλία, Δυτική Γερμανία και Βέλγιο. Στις 19 και 20 Ιουνίου του 1983 ήρθε η αληθινή καταξίωση για τον Μανώλη με τις δύο συναυλίες του στο Θέατρο του Λυκαβηττού, όπου δημιουργήθηκε το αδιαχώρητο. Δεν έλειψαν και τα επικριτικά σχόλια από μερίδα του δημοσιογραφικού και πνευματικού κόσμου, που τον χαρακτήρισαν τουρκόγυφτο και τσιφτετελιστή, αλλά και για τη μετάδοση της συναυλίας του από την ΕΡΤ.

 

Ο Μανώλης Αγγελόπουλος έκανε δυο γάμους. Τον πρώτο με την τραγουδίστρια Άννα Βασιλείου το 1965 αποκτώντας τρία παιδιά μαζί της, τη Μαρία, βαφτισιμιά του Στέλιου, τον Ηλία, μουσικό και στιχουργό, και τον Στάθη, επίσης καταξιωμένο λαικό τραγουδιστή. Ο δεύτερος γάμος ήταν με την επίσης τραγουδίστρια Κωνσταντίνα, το 1985.

 

Ο Μανώλης Αγγελόπουλος πέθανε στις 2 Απριλίου του 1989 στο νοσοκομείο Χέρφιλντ στο Λονδίνο, μια εβδομάδα προτού συμπληρώσει τα πενήντα του χρόνια, εξαιτίας επιπλοκών από την εγχείριση καρδιάς με τριπλό μπάι-πας, στην οποία είχε υποβληθεί από τις 14 Ιανουαρίου, παραμένoντας σε κώμα όμως για τρεις μήνες σχεδόν. Η κηδεία του ήταν μυθική και μεγαλοπρεπής. Έγινε στις 5 Απριλίου στο Γ΄ Νεκροταφείο και σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της εποχής ήταν χιλιάδες λαού αυτοί που τον τίμησαν καθολικά με την παρουσία τους από ολόκληρη την Ελλάδα αλλά και το εξωτερικό.

{source}
<iframe width=»420″ height=»315″ src=»https://www.youtube.com/embed/p6q5v-HZRr0″ frameborder=»0″ allowfullscreen></iframe>
{/source}