Ανατριχιαστικοί διάλογοι ακούστηκαν σήμερα στο Κακουργιοδικείο της Αθήνας, στη διάρκεια της δίκης για τη δολοφονία της μικρής Άννυ.

Ο πατέρας της Άννυ κυνικά ομολόγησε ότι τεμάχισε το σώμα της, επιμένοντας ότι δεν τη σκότωσε αυτός, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι «δεν σκότωσα εγώ την Άννυ. Εγώ την τεμάχισα».

 

Ο 27χρονος Στανισλάβ Μπακαρτζίεβ, γνωστός ως Σάββας, με την κατηγορηματική άρνηση που προβάλλει από την αρχή ότι δεν σκότωσε το παιδί, ουσιαστικά δείχνει εμμέσως ως δράστη της δολοφονίας το συγκατηγορούμενο και φίλο του Νικολάι ή Νίκι, ο οποίος ωστόσο με τη σειρά του αρνήθηκε στο δικαστήριο οποιαδήποτε εμπλοκή του στην δολοφονία. Αν γίνει δεκτός ο ισχυρισμός του πατέρα, τότε θα καταδικαστεί μόνο για πλημμεληματική περιύβριση νεκρού.

 

Η 25άχρονη μητέρα της Άννυ είπε στο δικαστήριο πως αποδέχεται ότι έχει διαπράξει μόνο το αδίκημα της ψευδορκίας, αναφέροντας πως θα εξηγήσει αργότερα τους λόγους.

 

Όλοι όσοι παραβρέθηκαν στη δικαστική αίθουσα σήμερα κατά την ανάγνωση του κατηγορητηρίου συγκλονίστηκαν από όσα ακούστηκαν για το τραγικό τέλος του παιδιού το Πάσχα του 2015. Στην ασφυκτικά γεμάτη αίθουσα επικρατούσε απόλυτη σιωπή όσο από έδρας γινόταν η ανάγνωση των όσων έγιναν στην οδό Μιχαήλ Βόδα, παρουσία του πατέρα και του φίλου του, στη σορό του παιδιού.

 

Η γιαγιά της Άννυ υποστήριξε πως η κόρη της δεν έχει ευθύνη: «Σε αυτή την υπόθεση ευθύνονται οι δύο κατηγορούμενοι. Πονάω παρά πολύ για την εγγονή μου. Δεν μου αρέσει που η κόρη μου είναι έγκλειστη»… είπε και συνέχισε λέγοντας πως «η εγγονή της γεννήθηκε την 1η Σεπτεμβρίου του 2011 στη Βουλγαρία. Η Άννυ έμενε μαζί μας στη Βουλγαρία και η Δημητρίνα είχε μεγάλη αγάπη στο παιδί. Δεν μπορούσα να φανταστώ ότι θα συμβεί κάτι κακό, γιατί στη Βουλγαρία έδειχναν και οι δύο να αγαπούν το παιδί».

 

Κατέθεσε επίσης πως μπροστά της δεν είχε βίαιη συμπεριφορά απέναντι στην Άννυ ο πατέρας της. Η μάρτυρας υποστήριξε πως ένας άνδρας από τη Γερμανία έστελνε, όπως είπε, χρήματα στην κόρη της με τα οποία ζούσαν. «Δεν είχαμε αντιληφθεί ότι έκαναν χρήση ναρκωτικών. Ήταν μια χαρά, έβγαινε, οδηγούσε…» ανέφερε η μάρτυρας.

 

Πρόεδρος: Δεν είχατε προβληματιστεί πού έβρισκαν χρήματα;

Μάρτυρας: Από τον συγκεκριμένο άνθρωπο στη Γερμανία. Εκείνος ζητούσε στην κόρη μου να πάει με τη μικρή στη Γερμανία να ζήσουν μαζί του. Το είχε αποφασίσει η κόρη μου, θα έφευγε για Γερμανία.

Πρόεδρος: Ποια ήταν η σχέση αυτού του άνδρα με την κόρη σας;

Μάρτυρας: Ήξερα ότι είναι φίλος της και τη βοηθάει. Και σε εμάς έστελνε χρήματα.

Πρόεδρος: Θα ανησυχούσατε αν μαθαίνατε πως η κόρη σας είχε αφήσει το παιδί με τον κατηγορούμενο;

Μάρτυρας: Θα έπαιρνα εισιτήριο για να έρθω. Όλους αυτούς τους μήνες είχα ακούσει μόνο μία φορά το παιδί στο τηλέφωνο.

Πρόεδρος: Πότε μάθατε για πρώτη φορά για την εξαφάνιση της εγγονής σας;

Μάρτυρας: Είδα την κόρη μου στην τηλεόραση να αναζητά το παιδί της και μετά με πήραν από την Ελλάδα και μου είπαν όλη την αλήθεια.

Εισαγγελέας: Τι πιστεύετε ότι συνέβη με την Άννυ;

Μάρτυρας: Αυτό που μάθαμε στην Ελλάδα, ότι τη σκότωσε ο πατέρας της, ότι την τεμάχισε και ότι τη μαγείρεψε…

 

Απαντώντας σε ερωτήσεις του συνηγόρου υπεράσπισης της Δημητρίνας, Σταύρου Γεωργίου, η μητέρα της κατηγορουμένης υποστήριξε πως δεν γνώριζε αν η κόρη της εργαζόταν σε οίκους ανοχής.

 

Συνήγορος: Σας έστελνε χρήματα για το παιδί;

Μάρτυρας: Ναι, κάθε μήνα…

 

Ο κ. Σταύρος Γεωργίου, επικαλούμενος το μεγάλο ενδιαφέρον που υπάρχει για την υπόθεση, αιτήθηκε τη μεταφορά της δίκης σε μεγαλύτερη αίθουσα στα δικαστήρια της Ευελπίδων, αίτημα για το οποίο ο πρόεδρος είπε πως θα εξεταστεί. Νωρίτερα το δικαστήριο απέρριψε ομόφωνα την ένσταση για τη μετάφραση του βουλεύματος στη βουλγαρική με ανάλογη πρόταση της εισαγγελέα η οποία τόνισε:

«Το βούλευμα έχει μεταφραστεί και επιδοθεί στον κατηγορούμενο. Δεν προσβάλλεται κανένα έννομο συμφέρον του».

 

Υπέρ της απόρριψης της ένστασης του 30χρονου Νασίφ Αχμέντοφ ή Νικολάι τάχθηκαν και οι συνήγοροι των υπολοίπων κατηγορουμένων κατηγορώντας τον για παρελκυστική τακτική.

 

Ο παππούς της τετράχρονης κατέθεσε στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο ότι είναι απολύτως βέβαιος πως ο 25άχρονος πατέρας της μικρής και ο φίλος του είναι αυτοί που τη δολοφόνησαν και με σπασμένη φωνή συμπλήρωσε: «Σκίζεται η καρδιά μου για εκείνη… Σκότωσαν το παιδί και το τεμάχισαν. Η Άννυ χάθηκε…».

 

Ο μάρτυρας υποστήριξε πως ο 27χρονος πατέρας της Άννυ ήταν εξαρτημένος οικονομικά από τη μητέρα της, η οποία εργαζόταν ως πόρνη στην Ελλάδα. Σε ερωτήσεις του προέδρου εάν το νεαρό ζευγάρι ήθελε το παιδί, ο παππούς της τετράχρονης απάντησε πως είχε ακούσει ότι αρχικά δεν ήθελαν αυτήν τη γέννηση αλλά στην πορεία η κόρη του το ήθελε και το αγαπούσε. Για τον κατηγορούμενο πατέρα της Άννυ, ο μάρτυρας είπε ότι αγαπούσε το κοριτσάκι.

 

Πρόεδρος: Άλλα έχετε πει στην ανακρίτρια. Ότι ο Σάββας (σ.σ. πατέρας) δεν αγαπούσε το παιδί…

Μάρτυρας: Είχε καλές και κακές στιγμές… Η κόρη μου αγαπούσε το παιδί, του αγόραζε παιχνίδια, ρούχα. Εμείς μεγαλώναμε το παιδί στη Βουλγαρία.

 

Αναφερόμενος στις ημέρες που προηγήθηκαν της φρικιαστικής εξέλιξης, ο μάρτυρας είπε πως η κόρη του τού έλεγε ότι ο σύντροφός της υποστήριζε πως το παιδί ήταν σε κάποιο ίδρυμα. «Όλα τα υπόλοιπα τα μάθαμε από την τηλεόραση. Αργότερα κατάλαβα πως η κόρη μου είχε πάει στη Γερμανία, αφήνοντας το παιδί στον πατέρα του» είπε χαρακτηριστικά.

 

Επίσης, κατέθεσε πως αφού το ζευγάρι με το παιδί ήρθαν στην Ελλάδα, μίλησε μόνο μία φορά με την εγγονή του, γιατί «ο Σάββας μάς έλεγε να μην επικοινωνούμε για να μας ξεχάσει η Άννυ, γιατί έκλαιγε και μας αναζητούσε».

 

Για τον πατέρα της τετράχρονης σημείωσε πως φαινόταν καλός, κανονικός άνθρωπος, που κάπου κάπου ήταν βίαιος και ότι όσο ήταν στη Βουλγαρία το ζευγάρι τσακωνόταν στα ελληνικά και έτσι ο ίδιος δεν καταλάβαινε τι έλεγαν και τι συνέβαινε.

Η δίκη θα συνεχιστεί στις 14 Σεπτεμβρίου.