Του Νίνου Φένεκ Μικελίδη

Ποιητικό πολιτικό δοκίμιο από τον Γκουζμάν, γουέστερν με ρυθμό και φαντασία από τον Φούκουα. 

 

**** Νοσταλγώντας το φως

Nostalgia de la luz. Χιλή, 2010. Σκηνοθεσία-σενάριο: Πατρίσιο Γκουζμάν. Παρουσιάζονται: Γκασπάρ Γκαλάζ, Λαουτάρο Νούνιεζ, Λουίς Χενρίκεζ, Βίκτορ Γκονζάλεζ. 90΄

 

Η έρημος της Ατακάμα στη Χιλή (από τις πιο ξηρές στον κόσμο), που είδαμε στην πρόσφατη ταινία του Πατρίσιο Γκουσμάν, «Το μαργαριταρένιο κουμπί» (2015), είναι ο βασικός πρωταγωνιστής στην παλιότερη ταινία του Χιλιανού αυτού σκηνοθέτη, «Νοσταλγώντας το φως», που προβάλλεται τώρα στη χώρα μας.

Ντοκιμαντέρ και τα δυο που αναφέρονται στο θέμα με το οποίο εδώ και χρόνια ασχολείται με πάθος ο Γκουζμάν: τη μισητή, αιματοβαμμένη δικτατορία του Πινοσέτ και με τα χιλιάδες θύματά της (θέμα με το οποίο είχε ήδη καταπιαστεί στην περίφημη τριλογία του: «Η μάχη της Χιλής», «Η περίπτωση Πινοσέτ» και «Σαλβαδόρ Αλιέντε»), ευκαιρία, για μια ακόμη φορά, για ένα ταξίδι στην ιστορία της Χιλής αλλά και για μια ποιητική ταινία, στοχασμό πάνω στη ζωή, το πέρασμα του χρόνου και τη μνήμη.

 

Εκεί που στο «Μαργαριταρένιο κουμπί» τον κύριο λόγο είχε το νερό (ο ήχος του, η υφή του, «πηγή μουσικής» σύμφωνα με έναν ανθρωπολόγο), στο «Νοσταλγώντας το φως» ένα δεύτερο, το ίδιο σημαντικό, ρόλο, εκτός από την παρουσία της ερήμου, παίζει ο ουρανός με τους γαλαξίες και τα αμέτρητα αστέρια του, που βλέπουμε μέσα από τα τεράστια τηλεσκόπια του αστεροσκοπείου, χτισμένου στην έρημο, προνομιακή για την παρακολούθηση των αστερισμών σύμφωνα με τους ανά τον κόσμο αστρολόγους.

 

Με τον Γκουζμάν να περνάει από εκπληκτικά, εικαστικά πανέμορφα, πλάνα των αστερισμών, σε κοντινά πλάνα ασβεστοποιημένων οστών που έχουν ανακαλυφθεί στην έρημο της Ατακάμα.

 

Ενδιάμεσα παρακολουθούμε διάφορα πρόσωπα (αστρονόμους, ανθρωπολόγους) να μας μιλάνε για τις έρευνες στους πλανήτες και τη σημασία του χρόνου, ενώ, σε μια από τις πιο σπαραχτικές σκηνές της ταινίας, ακούμε μια ηλικιωμένη, 70χρονη γυναίκα, που εδώ και χρόνια ψάχνει για τα λείψανα του δολοφονημένου άντρα της, να λέει «Θέλω να τον βρω πριν πεθάνω», γυναίκα η οποία, ύστερα από τόσα χρόνια, δεν έχει χάσει τις ελπίδες της.

 

{source}
<iframe width=»640″ height=»360″ src=»https://www.youtube.com/embed/j6VDlxFYmKg» frameborder=»0″ allowfullscreen></iframe>
{/source}

Με μια κάμερα που ερευνά, που ψηλαφεί και καταγράφει, που αποτυπώνει την ομορφιά των αστερισμών, που εξετάζει την Ιστορία, που ψάχνει στους απέραντους θαλάμους με τα αμέτρητα λείψανα των θυμάτων της απάνθρωπης δικτατορίας, λείψανα που ακόμη δεν έχουν ταυτοποιηθεί, αντιπαραθέτοντας τα ουράνια σώματα με τα αποσυνθεμένα σώματα των θυμάτων του Πινοσέτ, χρησιμοποιώντας την έρημο ως αφορμή για διαλογισμό και ενδοσκόπηση πάνω στη μνήμη και την ιστορία, με τη φωνή «οφ» του ίδιου του σκηνοθέτη να αφηγείται το ποιητικό του κείμενο, ο Γκουζμάν έφτιαξε ένα μαγευτικό, συγκινητικό, συχνά τρομακτικό, φιλοσοφικό ταξίδι στο σύμπαν, ταυτόχρονα ένα δυνατό πολιτικό δοκίμιο για τον άνθρωπο και το νόημα της ύπαρξής του.

 

*** Και οι 7 ήταν υπέροχοι

 

MS

 

The Magnificent Seven. ΗΠΑ, 2016. Σκηνοθεσία: Αντουάν Φούκουα. Σενάριο: Ρίτσαρντ Γουένκ, Νικ Πιτσολάτο, βασισμένο στο σενάριο του Ακίρα Κουρεοσάβα. Ηθοποιοί: Ντένζελ Γουάσινγκτον, Κρις Πρατ, Ίθαν Χοκ, Βίνσεντ Ντ’Ονόφριο, Λιν Μπίουν-Χουνγκ, Μανουέλ Γκαρσία Ρούλφο, Χέιλι Μπένετ. Πίτερ Σάρσγκαρντ. 132΄

 

Η αγάπη ορισμένων σκηνοθετών για το γουέστερν ευτυχώς συνεχίζεται. Έτσι, μετά την επιτυχία ταινιών όπως το «Django Unchained» και «Οι μισητοί οκτώ» του Ταραντίνο και το πολύ πρόσφατο «Τσεκούρι από κόκαλο» του Κρεγκ Ζάλερ, τώρα έχουμε το ριμέικ μιας ταινίας που ξεκίνησε στην Ιαπωνία με τους «Εφτά σαμουράι» (1954) του Ακίρα Κουροσάβα και συνεχίστηκε με το «Και οι 7 ήταν υπέροχοι» (1960) του Τζον Στάρτζες, που τη φορά αυτή μεταφέρει στην οθόνη ο Αντουάν Φούκουα («Ημέρα εκπαίδευσης», «Ο εκτελεστής»), σε μια διασκευή που μπορεί να μη φτάνει στο ύψος των δυο προηγούμενων ταινιών, αλλά έχει αρκετά στοιχεία που την κάνουν αντάξια του είδους.

 

Ο Φούκουα μελέτησε καλά τα είδος και η εισαγωγή του, στο στιλ των κλασικών γουέστερν, παρουσιάζει ένα απόμερο χωριό του Φαρ Ουέστ που ξαφνικά βρίσκεται μπροστά στην απειλή του άπληστου γαιοκτήμονα Μπαρθόλομιου Μπογκ, που, με υπόδειγμα άλλους άπληστους καπιταλιστές (όπως ο Βάντερμπιλντ, δημιουργός του διηπειρωτικού σιδηροδρόμου, που το φτιάξιμό του οδήγησε στην εξόντωση χιλιάδων Ινδιάνων), ετοιμάζεται να αποκτήσει, διά πυρός και σιδήρου, τη γη τους, τρομοκρατώντας τους, σκοτώνοντας μερικούς και βάζοντας φωτιά στην εκκλησία – «δεν ήθελα να μου αγγίξει τα πιστόλια μου», εξηγεί, στο στιλ του κλασικού γουέστερν, σε κάποια στιγμή, ο πληρωμένος πιστολάς που σκοτώνει έναν αθώο πολίτη.

 

{source}
<iframe width=»640″ height=»360″ src=»https://www.youtube.com/embed/0pG_Q5_0Gok» frameborder=»0″ allowfullscreen></iframe>
{/source}

 

Για να ακολουθήσει, πάντα στο στιλ του κλασικού γουέστερν, ο ερχομός του μοναχικού, ντυμένου στα μαύρα, καβαλάρη, με τον Ντένζελ Γουάσινγκτον στο ρόλο του Σαμ Τσίζολμ (ένα είδος νέου Μπαράκ Ομπάμα), που θα αναλάβει την προστασία του χωριού μαζί με τους υπόλοιπους έξι πιστολάδες.

 

Ο Φούκουα δεν παραλείπει να τοποθετήσει την ιστορία του με τα διάφορα επεισόδια που ακολουθούν στους γνωστούς χώρους του Φαρ Ουέστ: εκμεταλλευόμενος με τον καλύτερο τρόπο (και με τη βοήθεια της εξαίρετης φωτογραφίας του Μάουρο Φιόρε) τα αφιλόξενα, γυμνά βουνά, και τις απέραντες πεδιάδες, αλλά και τους χώρους μέσα και γύρω από τη μικρή πόλη (τους δρόμους, τα σαλούν) για να δημιουργήσει την αυθεντικότητα αλλά και να σχολιάσει, άλλοτε να υπογραμμίσει και άλλοτε να αντιπαραθέσει σε αντίστιξη, τα δρώμενα.

 

Παρόλο που γνωρίζουμε την εξέλιξη της ιστορίας (τουλάχιστον όσοι έχουν δει κάποιαν από τις προηγούμενες ταινίες), εκείνο που κρατάει το θεατή είναι ο τρόπος με τον οποίο ο Φούκουα αντιμετωπίζει πρόσωπα και καταστάσεις: 

ανανέωση των μύθων, αλλά και ανατροπή ορισμένων (βλέπε το φινάλε με τους επιζήσαντες, από τον μαύρο Τσίλζομ μέχρι τον εξόριστο Ινδιάνο), με φαντασία στη χρήση των χώρων, με σωστά αναπτυγμένο ρυθμό, έξυπνα αντλώντας από το είδος (από Σαμ Πέκινπα και Σέρτζιο Λεόνε, στο πρώτο μέρος, μέχρι Ταραντίνο στο δεύτερο, ιδιαίτερα στις σκηνές της σύγκρουσης των εφτά πιστολάδων με τη στρατιά του Μπαρθόλομιου) και με εξαιρετικές ερμηνείες από το σύνολο των ηθοποιών του:

Τον Ντένζελ Γουάσινγκτον, σβέλτος και αγέρωχος στο ρόλο του «γρήγορου πιστολιού» αλλά και με συνείδηση καουμπόη, τον Κρις Πρατ στο ρόλο του κακού με την καλή καρδιά νέου, τον Ίθαν Χοκ στο ρόλο του απογοητευμένου, τραυματισμένου από τον εμφύλιο, πρώην στρατιωτικού, τον Τζακ Ντ’ Ονόφριο στο ρόλο του άξεστου κυνηγού, τον Λιν Μπίουν-Χουνγκ στο ρόλο του γρήγορου με το μαχαίρι Ασιάτη, τον Μανουέλ Γκαρσία Ρούλφο στο ρόλο του καταζητούμενου Μεξικανού, τον Μάρτιν Σενσμέιερ στο ρόλο ενός εξόριστου Ινδιάνου, και τη Χέιλι Μπένετ, στο ρόλο της νεαρής χήρας που προσλαμβάνει τους εφτά και αγωνίζεται μαζί τους για να σώσει το χωριό και τους ταλαιπωρημένους αγρότες του. Μόνη εξαίρεση ο Πίτερ Σάρσγαρντ, δυστυχώς πολύ επίπεδος, σχεδόν άνευρος, στο ρόλο του κακού Μπαρθόλομιου Μπογκ.

 

ΟΙ ΑΛΛΕΣ ΤΑΙΝΙΕΣ

*** Η ΚΑΡΔΙΑ ενός ΣΚΥΛΟΥ (Heart of a Dog). ΗΠΑ, 2015. Σκηνοθεσία-σενάριο: Λόρι Άντερσον. Ηθοποιοί: Άρτσι, Τζέισον Μπεργκ, Χέουνγκ-Χέουνγκ Τσιν, Μπομπ Κάρι. 75΄

 

lori

 

Η σκηνοθέτρια και πρωτοπόρος multimedia καλλιτέχνιδα Λόρι Άντερσον επιστρέφει στη σκηνοθεσία ύστερα από απουσία 30 χρόνων)για να μας μιλήσει, μέσα από τις τραυματικές παιδικές και άλλες αναμνήσεις, μαγνητοσκοπημένες στιγμές από home movies, και φιλοσοφικές σκέψεις (με αποσπάσματα από τον Κίργκεργκαρντ και τον Βίντγκενσταϊν), και χρησιμοποιώντας μια ωραία voice over από την ίδια, για το θάνατο της μητέρας της, του συζύγου της Λου Ριντ και του τεριέ σκύλου της, Λόλαμπελ. Μια πολύ προσωπική, συγκινητική ταινία γύρω από τη μνήμη και την αμνησία, την αγάπη και το θάνατο.

 

** ½ – Ο ΚΟΥΜΠΟ ΚΑΙ ΟΙ 2 ΧΟΡΔΕΣ (Kubo and the two Strings). ΗΠΑ, 2016. Σκηνοθεσία: Τράβις Νάιτ. Σενάριο: Μαρκ Χέιμς, Κρις Μπάτλερ. Μεταγλωττισμένο στα ελληνικά. 101΄

 

comic

 

Διασκεδαστική περιπέτεια κινούμενων σχεδίων με ήρωα ένα παιδί, τον Κούμπο, ο οποίος πρέπει να ανακαλύψει τη μαγική πανοπλία και το σπαθί του πατέρα του, για να νικήσει ένα κακό πνεύμα.

 

** ΠΕΛΕ (Pele, Birth of a Legend). ΗΠΑ, 2016. Σκηνοθεσία: Τζεφ Ζίμπαλιστ. Σενάριο: Τζεφ και Μάικλ Ζίμπαλιστ. Ηθοποιοί: Βίνσεντ Ντ’ Ονόφριο, Ροντρίγκο Σαντόρο, Ντιέγκο Μπονέτα. 107΄

 

pele

 

Βιογραφικό δράμα γύρω από τον Βραζιλιάνο ποδοσφαιριστή Πελέ που κατάφερε να ξεφύγει από τις φτωχογειτονιές του Σάο Πάουλο και να μετατραπεί σε έναν από τους μεγαλύτερους ποδοσφαιριστές του κόσμου. Δυστυχώς, με λιγοστές εξαιρέσεις, οι αδερφοί Ζίμπαλιστ εκμεταλλεύονται τα διάφορα κλισέ και τα μελοδραματικά στοιχεία για να φτιάξουν μια ταινία που δεν ξεπερνάει τις καλές προθέσεις.