Της Ζωής Τόλη

Σε παγκόσμια πρώτη ανέβηκε από τη «Λυκόφως» η συναρπαστική νουβέλα του Χένρι Φάρελ «Τι απέγινε η Μπέιμπι Τζέην», με τις σπουδαίες κυρίες του θεάτρου Ρένη Πιττακή ως Μπλανς και Ρούλα Πατεράκη ως Μπέιμπι Τζέην στο θέατρο «Σφενδόνη».

Ο ταλαντούχος Απόλλων Παπαθεοχάρης, ο σκηνοθέτης της παράστασης, κινητοποιήθηκε άμεσα για το ανέβασμα αυτού του ψυχολογικού θρίλερ μόλις απελευθερώθηκαν τα δικαιώματα της θεατρικής διασκευής του. Στο σινεμά το έργο έγινε τεράστια επιτυχία το 1962 με τις Μπέτι Ντέιβις (Μπέιμπι Τζέην) και Τζόαν Κρόφορντ (Μπλανς).

 

Είναι μια ιστορία άπλετου μίσους και εκδικητικότητας ανάμεσα σε δύο αδελφές που έκαναν καριέρα στο Χόλιγουντ, η μεν Τζέην σε μικρή ηλικία, η δε Μπλανς ως ενήλικη. Η Τζέην, παιδί-θαύμα στα λαμπερά σόου του 1917, μεγαλώνει υπό τη σκιά της ομορφότερης και πιο ταλαντούχας αδελφής της, που ως σταρ μεσουράνησε στη δεκαετία του ΄30 στα μελό της εποχής. Η Μπλανς έμεινε ανάπηρη έπειτα από ένα τρομακτικό ατύχημα για κάποιους, απόπειρα δολοφονίας για άλλους ,με υπεύθυνη την Τζέην. Τώρα οι δύο αδελφές ζουν απομονωμένες και αποσυρμένες στη δύση της ζωής τους σε μια ρημαγμένη βίλα.

 

Η Τζέην ως ενήλικη δεν κατάφερε να κάνει καριέρα, ζει εμμονικά στο ένδοξο παρελθόν της και επειδή θεωρήθηκε υπαίτια της τραγωδίας της Μπλανς διαταράσσεται η ψυχική της υγεία και μπαίνει σε ένα παιχνίδι σαδισμού χωρίς φραγμούς. Ειδικά όταν πληροφορείται για εγκλεισμό της σε ψυχιατρείο από την αδελφή της εκτροχιάζεται και καταστρώνει σχέδιο εξόντωσής της. Έτσι ο εσωτερικός χώρος του σπιτιού (σκηνικά Απόλλων Παπαθεοχάρης και Μαίρη Τσαγκάρη) μετατρέπεται σε περιοχή πλήρους ελέγχου από την Τζέην, γεμάτη απερίγραπτες σκηνές και αντριχιαστικές ανατροπές που θυμίζει έντονα ψυχολογικό «ρινγκ».

 

1108929 baby jane

 

Το χιούμορ που αναπτύσσεται ταιριάζει περισσότερο σε μαύρη κωμωδία, με μια Πατεράκη (φωτ. πάνω) ανεπανάληπτη να οριοθετεί το δηλητηριώδες στίγμα της, άμεση και ακριβής στις κινήσεις, με το κουκλίστικο παγερό πρόσωπό της να παραπέμπει σε ψυχρή τιμωρό. Με το εκρηκτικό ταμπεραμέντο της αποτελεί, θα ΄λεγε κάποιος, την επιτομή ενός σύντομου θριλερικού χρονικού. Νιώθει να πνίγεται από αδικία και μέσα στο σαλεμένο της μυαλό μόνο η φιγούρα του αγαπημένου της πατέρα εμφανίζεται, αφού μ’ αυτόν ήταν συνδεδεμένο το δημοφιλές αλλά σύντομο μεσουράνημά της. Φυλακίζει και βασανίζει την Μπλανς και βγάζει από τη μέση όποιον την αναζητά.

 

Αυτή η νέμεσις όμως έχει απρόβλεπτη και μοιραία εξέλιξη, όταν η Μπλανς στο τέλος τής αποκαλύπτει ένα τρομερό μυστικό που πρόκειται να προκαλέσει τραγικές αλλαγές στη συμπεριφορά της Τζέην. Με ερμηνευτική χάρη και αυτοτέλεια δημιουργεί δραματική ένταση, απογειώνει την εξέλιξη της πλοκής και λειτουργεί ως ένας ανεμοστρόβιλος υποκριτικής αισθητικής.

 

Βέβαια η αντιζηλία μεταξύ τους ξεκίνησε από νωρίς και καμιά τους δεν είναι αθώα. Την Τζέην την εκμεταλλεύτηκε η οικογένεια οικονομικά όταν ήταν το παιδί-θαύμα και η Μπλανς, παρότι έκανε καριέρα, πάντα ένιωθε παραμελημένη από τον πατέρα, ο οποίος φαίνεται να προτιμούσε την άλλη κόρη (Τζέην). Διαδραματίστηκαν πράγματα σκληρά στο πρόσφατο παρελθόν που σηματοδότησαν τον αλληλοσπαραγμό τους. Γι’ αυτό το λόγο το θεατρικό αυτό το αποκαλείς άνετα έργο ανείπωτης εμπάθειας και μοχθηρίας μεταξύ γυναικών.

 

1 blanche

 

Η μεγάλη Ρένη Πιττακή (φωτ. πάνω), με το τεράστιο εύρος του ταλέντου της, υποδύεται την Μπλανς με εξαιρετική σκηνική δεινότητα, άνεση και πειστικότητα μέσα σ’ ένα κολασμένο περιβάλλον που της επέβαλε η διαταραγμένη Τζέην. Γενναία και αξιοπρεπής ενσαρκώνει με τόλμη μια περσόνα που έστω και στο τέλος θέλει να «εξιλεωθεί», αποκαλύπτοντας το μυστικό που κατέστρεψε τις ζωές και των δυο τους. Τραγική υπόσταση εμπεριέχει η συχνά επαναλαμβανόμενη φράση της «γιατί μου το κάνεις αυτό Τζέην;».

 

Οι δύο σπουδαίες ηθοποιοί απογείωσαν αυτή τη θεατρική δουλειά, το υλικό της οποίας διαχειρίστηκε αριστοτεχνικά ο φέρελπις Απόλλων Παπαθεοχάρης. Ο ίδιος επιμελήθηκε δραματουργικά το κείμενο (μετάφραση Αντώνης Γαλέος) μαζί με τη Δανάη Παπουτσή, καθώς επίσης τα σκηνικά και τα υπέροχα κοστούμια.

 

Η Στέλλα Γκίκα ως Έντνα, η Πηνελόπη Μαρκοπούλου ως κυρία Μπέητζ και Ντήλια και ο Αλέξιος Διαμαντής ως Έντουιν -αξιοπρεπείς στους ρόλους τους- συνέτειναν στο τελικό αποτέλεσμα. Η ιδιαίτερη μουσική του Γιάννη Χριστοδουλόπουλου και οι φωτισμοί της Μελίνας Μάσχα βοήθησαν στο στήσιμο αυτού του cult θεατρικού έργου με το βιτριολικό χιούμορ.