Της Ζωής Τόλη

Με οδηγό το εκρηκτικό και τόσο επίκαιρο κείμενο της Λούλας Αναγνωστάκη στο θέατρο Altera Pars στον Κεραμεικό, στήθηκε μια παράσταση ολοκληρωμένη, νευρώδης, ρέουσα και συγκινητική, με έντονες ιδεολογικές και συναισθηματικές συγκρούσεις και με τους ήρωες να κινούνται μέσα σ’ ένα τοπίο όπου τα όρια ανάμεσα στο θύτη και το θύμα να είναι δυσδιάκριτα, χωρίς όμως αυτό απαραίτητα να είναι και το ζητούμενο.

Με φόντο τις τυμπανοκρουσίες της προεκλογικής περιόδου, οι πρωταγωνιστές θα αναγκαστούν να επιλέξουν νέες βιοθεωρίες και στάσεις ζωής με επίκεντρο τη διαφυγή από τα τωρινά ατομικά τους αδιέξοδα. Η δραματική υπόσταση του έργου αποδεικνύεται άρτια, χωρίς παράβαση των ορίων που χαρακτηρίζουν μια ρεαλιστική θεατρική παράσταση, η οποία σέβεται τον εαυτό της.

 

Ο σκηνοθέτης Πέτρος Νάκος καταφέρνει να αποφύγει έντεχνα και με σκηνική δύναμη την όποια έκφραση μελοδραματισμού, προσφέροντας στο θεατή ένα σκηνικό γεμάτο τραύματα, εγκλωβισμούς, ενοχές, ήττες, αισθήματα ασφυξίας και μοναξιάς, τα οποία αυτεπάγγελτα εξασφαλίζουν μια ατμόσφαιρα κλειστοφοβική απέναντι στην απειλή της εκπυρσοκρότησης του όπλου.

Και μήπως όλη αυτή η παθογένεια δεν χαρακτηρίζει την εσωτερική δομή του σύγχρονου Έλληνα μέσα στο χρόνο υπό την επίδραση των μεταβολών της Ιστορίας, οικοδομώντας μια κοινωνία ρευστή σε αξίες και ιδανικά;

 

Η Μίνα Χειμώνα είναι η Κάτια, η τραγική μάνα του Μιχάλη, η οποία πνιγμένη στα ατομικά σκοτάδια της αποδεικνύεται ανήμπορη να αντιληφθεί την απελπισμένη κραυγή του καταπιεσμένου γιου της, ο οποίος ασφυκτιά μέσα στο προσωπικό του τέλμα και εναγωνίως ζητά τρόπους διαφυγής. Η Κάτια, εκφραστικά αποκαλυπτική, ερμηνεύει με τρόπο αφοπλιστικό, χωρίς ακρότητες, και βαθιά μέσα στο ρόλο της αποδίδει με ακεραιότητα το πορτρέτο της Ελληνίδας μάνας με σκηνική πληρότητα και εμβέλεια. Θα έλεγε κανείς, χωρίς να υποτιμηθούν οι άλλοι ηθοποιοί, ότι σήκωσε όλο το βάρος της παράστασης επάνω της.

 

Τον Μιχάλη ερμηνεύει ο ταλαντούχος Πάνος Νάτσης, ο οποίος με αισθητική ευστοχία κινήθηκε μέσα στο πλαίσιο ενός σφιχτοδεμένου και απαιτητικού κειμένου, ακροβατώντας ανάμεσα στη λογική και το χάος.

 

Τη Μαρίκα, φίλη της Κάτιας, ζωντανεύει με χιούμορ και ελεγχόμενη ελαφράδα η Λιάνα Παρούση, η οποία μέσα στην όλη εφιαλτική πραγματικότητα του έργου αντιστέκεται με το δικό της χαλαρό και ίσως ελευθεριάζον ύφος.

Η Κάτια και η Μαρίκα σε ορισμένα σημεία λειτουργούν πολύ σωστά κατά συμπληρωματικό τρόπο, φωτίζοντας πλευρές του ελληνικού κοινωνικού μωσαϊκού.

 

Η Έφη Κιούκη παίζει τη Φανή, την κοπέλα του Μιχάλη, μια εργαζόμενη νέα, παρορμητική, με τάσεις αποδέσμευσης από τα κοινωνικά στερεότυπα.

 

Τον Γιαννούκο, αδελφό της Φανής, σε ρόλο επαναστάτη νέου με πολλές αντιφάσεις, ενσαρκώνει ο σκηνικά ενδιαφέρων Τάσος Περάκης, με μόνη ένσταση την ορθοφωνία του σε μερικά σημεία του διαλόγου.

 

Η μουσική υπέροχη, σφριγηλή και δεμένη υφολογικά με το story της θεατρικής παράστασης, η οποία σε αποζημιώνει με την καλλιτεχνική της αξία!